
Ήλθε αμέσως μόλις τέλειωσε το Γυμνάσιο το 1971. Στα νιάτα του σκέφτηκε να αφήσει τη ζωή του μοναχού και να γίνει ιερέας για να φτιάξει και οικογένεια. Τελικά επέλεξε τον μοναχικό δρόμο και δεν το μετάνιωσε. Όπως λέει, το ποίμνιο είναι η οικογένειά του.
«Χαίρομαι μαζί τους, πενθώ μαζί τους», λέει στο Associated Press που μεταφέρει στο διεθνές κοινό του τη συνήθεια του παπα-Σπύρο να καλεί τους εορτάζοντες στην ονομαστική γιορτή τους -ακόμη και τους νησιώτες που μένουν πια σε Αυστραλία και Αμερική.
Την ώρα που η Ελλάδα γίνεται όλο και πιο κοσμική, όπως και εξάλλου και υπόλοιπη Ευρώπη που απομακρύνεται από τη θρησκεία, και την ώρα που τα νησιά του Αιγαίου υπερτουριστικοποιούνται, οι λίγοι μοναχοί που απομένουν παραμένουν κεντρικά πρόσωπα της καθημερινότητας για τους ντόπιους, τονίζει το πρακτορείο ειδήσεων.
Για τους μικρούς τόπους, σαν τα νησιά, η Εκκλησία παραμένει σημαντική, ένας δεσμός πέρα από τον θρησκευτικό του χαρακτήρα.
Ο παπα-Σπύρος ξυπνά στις 3 το πρωί για τις πρώτες προσευχές της ημέρας και πέφτει για ύπνο γύρω στις 9 το βράδυ. Είναι για τους; Αμοργιανούς ο άνθρωπος που δίνει συμβουλές ή λύνει προβλήματα.
Οι χιλιάδες σεισμοί ανάμεσα στην Αμοργό και τη Σαντορίνη βρήκαν τον παπα-Σπύρο μακριά από το νησί του για να φροντίσει την υγεία του. Το μόνο που σκεφτόταν ήταν πώς και πότε θα γύριζε στην Αμοργό που δοκιμαζόταν από τον Εγκέλαδο. «Θέλω να είμαι εδώ με την κοινότητα, γιατί είμαι υπεύθυνος. Ο Θεός με έβαλε εδώ για να τους προσέχω», λέει.
Η παράδοση λέει ότι το μοναστήρι χτίστηκε τον 9ο αιώνα από μοναχούς που ήθελαν να φύγουν μακριά από τις διώξεις στη Μέση Ανατολή, κουβαλώντας μαζί τους και μια εικόνα της Παναγίας.
Η Χοζοβιώτισσα είναι χτισμένη 150 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Σήμερα στη Χοζοβιώτισσα είναι μόλις δύο μοναχοί -ο παπα-Σπύρος, άλλος ένας- και ένας 35χρονος δόκιμος.
Η ανάβαση είναι δύσκολη, αλλά οι επισκέπτες πολλοί. Ο παπα-Σπύρος τους περιμένει και τους προσφέρει στους επισκέπτες κρύο νερό, γλυκά και ρακί αρωματισμένο με μέλι. «Είμαστε οικουμενικό μοναστήρι, ανοιχτό σε όλους. Όλοι παίρνουν κάτι από τη χάρη της Παναγίας», εξηγεί.
«Ο Θεός έβαλε τον άνθρωπο στον παράδεισο για να τον φροντίσει και να δουλέψει σ’αυτόν. Γνωρίζετε πόσο σημαντική είναι η φύση. Η θάλασσα, τα βουνά, οι κοιλάδες και οι πεδιάδες είναι για να τα χρησιμοποιεί ο άνθρωπος, αλλά πρέπει να τα σεβόμαστε, να τα διατηρούμε και να τα προσέχουμε, λέει και καταλήγει ότι είναι πολύ ευχαριστημένος που μένει στο μοναστήρι.
«Είναι πια το φυσικό μου περιβάλλον», «είναι στο DNA μου, είμαι μπλεγμένος με το μοναστήρι και την παρουσία του», εξηγεί.