
Οι ΗΠΑ χάνουν (αργά αλλά σταθερά) μερικούς από τους καλύτερους καθηγητές και ερευνητές τους. Οι επιστήμονες που έκαναν τόσα χρόνια τη χώρα «great» (σύμφωνα με τη δημοφιλή ρήση του νέου αμερικανού προέδρου) ψάχνουν τώρα τρόπο να εγκαταλείψουν τα εργαστήριά της οριστικά.
Η περικοπή κρατικών κονδυλίων για την ανώτατη εκπαίδευση, η αναστολή ερευνητικών προγραμμάτων, το κλίμα ανασφάλειας και περιορισμών έχει ήδη χαραχθεί βαθιά στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας.
H «μεγάλη φυγή», δε, ξεκίνησε ήδη: οι καθηγητές του Γέιλ Τίμοθι Σνάιντερ – από τους σημαντικότερους ιστορικούς των ΗΠΑ –, η γυναίκα του, Μάρσι Σορ, καθηγήτρια Ιστορίας, και ο καθηγητής Φιλοσοφίας Τζέισον Στάνλεϊ αποφάσισαν ήδη να παραιτηθούν από τη θέση τους για να διδάξουν στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο στον Καναδά.
Μπορεί η Ευρώπη και ειδικά η Ελλάδα να επωφεληθούν από τα παραπάνω; Και μήπως για τη χώρα μας είναι ακριβώς η κίνηση «ματ» που περίμενε για να αντεπιτεθεί σε έναν χώρο που παραδοσιακά συνήθιζε να… αποτυγχάνει, δηλαδή την έρευνα;
Οπως αποκαλύπτει η έρευνα του «Βήματος», την οποία και επιβεβαιώνει πρόσφατη δημοσκόπηση του έγκυρου «Nature», μερικές δεκάδες από τους μεγαλύτερους ερευνητές και επιστήμονες των ΗΠΑ βρίσκονται νοητικά ήδη μπροστά στο «κατώφλι» της Ευρώπης. Οι αριθμοί αποδεικνύουν την ακρίβεια των παραπάνω διαπιστώσεων: το 75% των επιστημόνων των ΗΠΑ που απάντησαν στη δημοσκόπηση του «Nature» (με ένα δείγμα περίπου 1.650 ατόμων) σκέφτονται να φύγουν από τη χώρα, ενώ πολλοί ανέφεραν ως πρώτη επιλογή τους την Ευρώπη και τον Καναδά.
Ποιοι έχουν μπει ήδη στο στόχαστρο και χρειάζονται επείγουσα λύση επιβίωσης; Κολούμπια, Τζονς Χόπκινς, Μπέρκλεϊ, Γέιλ, UCLA. Σχεδόν όλα τα μεγάλα πανεπιστήμια και βεβαίως η «αφρόκρεμα» της αφρόκρεμας των Ivy League (των πιο δημοφιλών δηλαδή ανώτατων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της χώρας).
«Η εξέλιξη στις ΗΠΑ αποτελεί τεράστια ευκαιρία για τη Γερμανία και την Ευρώπη» δήλωσε από την πλευρά της η γερμανίδα σύμβουλος οικονομικών Ουλρίκε Μάλμεντιερ βλέποντας τα οφέλη που μπορεί να έχει το θέμα για τη χώρα της, όπως άλλωστε θα κάνουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες τις επόμενες εβδομάδες. Τι απαιτείται; Καλοί μισθοί, στοχευμένες επενδύσεις σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, λιγότερη γραφειοκρατία.
Για την Ελλάδα μοιάζει να ήρθε η ώρα επιλογής των κατάλληλων ερευνητικών πολιτικών για την έρευνα. Και παράλληλα η αδιαφορία και η εγκατάλειψη να δώσει την θέση της στη χάραξη αξιόπιστης στρατηγικής. Η χώρα μας έτσι θα μπορούσε να προσφέρει ένα ισχυρό ερευνητικό αποτύπωμα που θα φέρει κέρδος: κλασική φιλολογία αλλά – γιατί όχι; – και βιοϊατρική, ΑΙ, Διάστημα, φυσική. «Το Βήμα» ρώτησε καταξιωμένους καθηγητές σε μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια εάν θα γύριζαν πίσω στην Ελλάδα και εκείνοι απάντησαν τα παρακάτω:
«Αν μπορούσα να συνεισφέρω στα ηθικά ερείσματα που χρειάζονται οι νέοι»
Μαρία Μαυρουδή
«Θα γύριζα στην Ελλάδα αν άλλαζαν αυτά που με έκαναν να φύγω: κακή χρηματοδότηση για την Παιδεία, υποβάθμιση του ρόλου των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών στη συγκρότηση της ελληνικής κοινωνικής και πολιτικής ζωής, και παραίτηση εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας και της κοινωνίας από το όραμα μιας προσωπικής και συλλογικής ανέλιξης μέσω της Παιδείας.
Εχει ορθώς επισημανθεί ότι η επίθεση του προέδρου Τραμπ στους ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς θεσμούς των ΗΠΑ αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Ευρώπη (της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης) να προσελκύσει επιστήμονες που με την έρευνά τους για την τεχνολογία θα προάγουν την οικονομική ανάπτυξη. Η μέριμνα για την οικονομία είναι πρωταρχική, δεδομένου ότι κοινωφελείς ιδέες πραγματοποιούνται μόνο αν είναι οικονομικά βιώσιμες.
«H επίθεση του προέδρου Τραμπ στους ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς θεσμούς των ΗΠΑ αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Ευρώπη»
Οφείλουμε ωστόσο να αναγνωρίσουμε ότι οι διαφορετικές εκδοχές μιας παγκόσμιας κρίσης (ελληνική, ευρωπαϊκή και αμερικανική) αφορούν την αναδιάρθρωση της οικονομίας αλλά και των κοινωνικών αξιών και επιτείνονται από την τάχιστη ανάπτυξη της τεχνολογίας. Οι νέοι καλούνται να διαχειριστούν τις επαγγελματικές αλλαγές και τις καινοφανείς ψυχικές και κοινωνικές παθολογίες που απορρέουν από την εξάπλωση του Διαδικτύου και της ηλεκτρονικής οθόνης.
Την προσφορά των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών κατέδειξε ο Τζέφρι Χίντον, θεμελιωτής της τεχνητής νοημοσύνης και νομπελίστας της φυσικής. Ως φοιτητής μελέτησε ιστορία της τέχνης, φιλοσοφία και πειραματική ψυχολογία. Το 2023 παραιτήθηκε από την Google ώστε να συζητά ελεύθερα τους κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης. Θα γύριζα στην Ελλάδα αν μπορούσα να συνεισφέρω ουσιαστικά, μέσα από την επιστήμη μου, στα ηθικά ερείσματα που χρειάζονται οι νέοι για να αντιμετωπίσουν τα πρακτικά προβλήματα του ελληνικού και παγκόσμιου μέλλοντος».
Η κυρία Μαρία Μαυρουδή είναι καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας και Σπουδών Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ.
«Ερευνητικά κέντρα απαλλαγμένα από τους περιορισμούς του Δημοσίου»
Αγγελος Χανιώτης
«Παρακολουθούμε με ανησυχία τις επιπτώσεις που έχουν στην επιστημονική κοινότητα των αποδήμων Ελλήνων τα μέτρα της αμερικανικής κυβέρνησης για την έρευνα. Το πάγωμα ομοσπονδιακών χορηγιών, η συζητούμενη περικοπή των έμμεσων δαπανών – με καταστροφικές συνέπειες για την ιατρική έρευνα –, το σταμάτημα της χρηματοδότησης προγραμμάτων και η απειλούμενη διακοπή της χρηματοδότησης πανεπιστημίων που ακολουθούν πολιτική ισότητας και συμπερίληψης δεν έχουν μόνο διαμορφώσει ένα αρνητικό κλίμα για την έρευνα, αλλά έχουν ήδη απτές συνέπειες: απολύσεις επιστημονικού προσωπικού, πάγωμα προσλήψεων, αναστολή προγραμμάτων και καθυστέρηση στη χορήγηση μεταπτυχιακών υποτροφιών.
Είναι αναμενόμενο ξένοι επιστήμονες που εργάζονται στις ΗΠΑ να εξετάζουν το ενδεχόμενο της επιστροφής είτε στην πατρίδα τους είτε σε χώρες που είναι έτοιμες να δημιουργήσουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για τη στρατολόγηση επιστημόνων από τις ΗΠΑ.
Ο Yann LeCun, αντιπρόεδρος της Μeta και ειδικός στην Τεχνητή Νοημοσύνη, υπογράμμισε πρόσφατα κάτω από ποιες προϋποθέσεις η Ευρώπη θα μπορούσε να τους κερδίσει και να δημιουργήσει μια ζωντανή βιομηχανία τεχνολογίας: πρόσβαση σε ερευνητικές εγκαταστάσεις και σε χρηματοδότηση της έρευνας με λίγα διοικητικά έξοδα, καλές αποδοχές, ελευθερία στην επιλογή του ερευνητικού αντικειμένου, συνέργειες με τη βιομηχανία και νεοφυείς επιχειρήσεις.
Η Ελλάδα είναι μαζί με το Ισραήλ μια από τις χώρες με τα μεγαλύτερα σε σχέση με τον πληθυσμό της ποσοστά επιστημόνων στη διασπορά. Θα μπορούσε να προσελκύσει απόδημους επιστήμονες; Τα κίνητρα που υπάρχουν σήμερα, όπως οι φορολογικές διευκολύνσεις για επαναπατριζόμενους Ελληνες, δεν επαρκούν. Παρά το υψηλό επίπεδό τους, τα ερευνητικά κέντρα που εποπτεύει η Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας (Δημόκριτος, Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας) δεν έχουν την ευελιξία να προσφέρουν αξιοπρεπείς αμοιβές (πέραν των επιμισθίων) και δεν έχουν απαλλαγεί από το δημόσιο λογιστικό και τη γραφειοκρατία του.
«Τα κίνητρα που υπάρχουν σήμερα, όπως οι φορολογικές διευκολύνσεις για επαναπατριζόμενους Ελληνες, δεν επαρκούν»
Ετσι θα πρέπει να εξεταστεί, ως εναλλακτική προοπτική, η δημιουργία ενός δικτύου ερευνητικών κέντρων που θα έχουν το καθεστώς του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, θα είναι απαλλαγμένα από τους μισθολογικούς και λογιστικούς περιορισμούς του Δημοσίου, και θα είναι αφιερωμένα σε τομείς αιχμής, όπως η βιοϊατρική, η ναυτιλία, η τεχνητή νοημοσύνη, το κλίμα και το Διάστημα.
Οχι σε ανταγωνισμό, αλλά υποχρεωτικά σε στενή συνεργασία με τα δημόσια ερευνητικά ιδρύματα και τα ΑΕΙ, ένα τέτοιο δίκτυο θα μπορούσε να προσελκύσει απόδημους επιστήμονες και να γίνει μοχλός για την ανάπτυξη της χώρας. Ενα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να υλοποιηθεί από μια κοινοπραξία των κοινωφελών ιδρυμάτων της χώρας, αλλά και με χορηγίες εύπορων Ελλήνων της διασποράς, όπως π.χ. των Ελληνοαμερικανών που χρηματοδοτούν πανεπιστήμια στις ΗΠΑ, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν συμβάλει χρηματικά στην έρευνα και στην ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα.
Παράλληλα, η επιστημονική κοινότητα χρειάζεται να επανασυνδεθεί με την κοινωνία. Πριν από λίγα χρόνια η πανδημία έδωσε σε επιστήμονες και διανοουμένους ένα ανέλπιστο βήμα και τη δυνατότητα να διεκδικήσουν για τους επιστημονικούς τους τομείς τη δημόσια επιρροή που τους ανήκει. Η δίψα για αξιόπιστη πληροφόρηση ήταν ακόρεστη, όταν τα κοινωνικά δίκτυα κατακλύζονταν από ψευτοεπιστημονικά στοιχεία.
Το αν κανείς θα ακολουθούσε τη συμβουλή ενός ειδικού ή ενός πολιτικάντη έκανε τη διαφορά ανάμεσα στην επιβίωση και τον θάνατο. Αυτή η σύνδεση επιστήμης και κοινωνίας ήταν βραχύβια. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ανεξέλεγκτα ως προς την ακρίβεια και αξιοπιστία των πληροφοριών που διαχέουν, συμβάλλουν στην αμφισβήτηση παγιωμένων επιστημονικών δεδομένων, όπως η χρησιμότητα των εμβολίων.
Είναι καθήκον των επιστημόνων να ξαναπλησιάσουν τον απλό πολίτη εξηγώντας τη σημασία που έχει η έρευνα σε κάθε πτυχή της ζωής μας, από τη σεισμική δραστηριότητα ως την επιδημιολογία, από τη σχολική βία ως τον τουρισμό, από τη δασοπροστασία ως την άμυνα. Μέσα για αυτή την ενημέρωση υπάρχουν».
Ο κύριος Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Πρίνστον των ΗΠΑ, πρόεδρος της ανώνυμης μη κερδοσκοπικής εταιρείας Κόμβος – Δίκτυα του Παγκόσμιου Ελληνισμού.
«Οταν οι πολιτικοί αφήσουν τους επιστήμονες να συντονίσουν την έρευνα»
Κωνσταντίνος Γ. Δροσάτος
«Θα επέστρεφα να εργαστώ ως ερευνητής στην Ελλάδα αν υπήρχαν σταθερές συνθήκες που θα μου επέτρεπαν να προγραμματίσω το ερευνητικό πρόγραμμα της ομάδας μου για τουλάχιστον τρία-πέντε χρόνια, όπως κάνω στις ΗΠΑ.
Αυτό προϋποθέτει μακροχρόνια εθνική στρατηγική έρευνας που δεν αλλάζει με εκλογές, ανασχηματισμούς και εναλλασσόμενους υπουργούς που δεν γνωρίζουν τι σημαίνει έρευνα και πώς βοηθά την κοινωνία και την οικονομία.
Επίσης, προϋποθέτει την απρόσκοπτη λειτουργία ενός κεντρικού οργανισμού χρηματοδότησης της έρευνας, στον οποίο θα διοχετεύονταν όλα τα ερευνητικά κονδύλια που διατίθενται από διαφορετικές πηγές του εθνικού προϋπολογισμού. Αυτός ο οργανισμός θα απαρτιζόταν και θα επιβλεπόταν από επιστήμονες. Θα συντόνιζε μια τουλάχιστον ετήσια διαδικασία υποβολής προτάσεων για έρευνα, την αξιολόγησή τους και την επίβλεψη εκτέλεσης των χρηματοδοτημένων προγραμμάτων.
«Ολα αυτά συζητιούνται αδιαλείπτως τα τελευταία 23 χρόνια που ζω μακριά από την Ελλάδα. Σε αυτό το διάστημα έχουν εκλεγεί 6 πρωθυπουργοί και αμέτρητοι υπουργοί»
Ολα αυτά συζητιούνται αδιαλείπτως τα τελευταία 23 χρόνια που ζω μακριά από την Ελλάδα. Σε αυτό το διάστημα έχουν εκλεγεί 6 πρωθυπουργοί και αμέτρητοι υπουργοί. Με εξαίρεση το βραχύβιο πρόγραμμα ΑΡΙΣΤΕΙΑ της περιόδου Διαμαντοπούλου και το ΕΛΙΔΕΚ της περιόδου Φωτάκη, τίποτα που να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις που προανέφερα δεν έχει συμβεί. Και τα δύο εγκαταλείφθηκαν.
Συνεπώς, θα επέστρεφα στην Ελλάδα όταν οι πολιτικοί αποφασίσουν να αλλάξουν πορεία και να αφήσουν τους επιστήμονες να συντονίσουν την έρευνα. Οταν δηλαδή πράξουν τα αυτονόητα που συμβαίνουν για δεκαετίες στον υπόλοιπο κόσμο».
Ο κύριος Κωνσταντίνος Γ. Δροσάτος είναι καθηγητής Ιατρικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι των ΗΠΑ, πρόεδρος Ινστιτούτου ARISTEiA ΗΠΑ, γ.γ. του Κόμβου – Δίκτυα του Παγκόσμιου Ελληνισμού.
«Χρειάζεται οργάνωση, αξιοκρατία και διαφάνεια»
Πέτρος Κουμουτσάκος
«Πιστεύω πως τελικά δεν πρέπει να ενεργούμε ευκαιριακά, αλλά σε βάθος χρόνου. Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε μακροχρόνια στρατηγική για τη βασική έρευνα ώστε να μπορούμε να πρωτοπορούμε σε επιστήμη και σε βιομηχανία. Χρειάζεται οργάνωση, αξιοκρατία και διαφάνεια για να δουλέψει η υποστήριξη ενός τέτοιου επιχειρήματος. Αν φτιάξουμε αυτά, μετά θα μπορούμε να κάνουμε μεγάλα πράγματα. Μυαλά υπάρχουν και η Ελλάδα έχει τα πάντα για να γίνει η Καλιφόρνια της Ευρώπης.
«Σε αυτή τη στιγμή της καριέρας μου θα γύριζα αν μου δίνονταν τα υλικά να κτίσω κάτι μοναδικό για την Ελλάδα και για την παγκόσμια επιστήμη»
Σε αυτή τη στιγμή της καριέρας μου θα γύριζα αν μου δίνονταν τα υλικά να κτίσω κάτι μοναδικό για την Ελλάδα και για την παγκόσμια επιστήμη όπως το Hellenic Institute of Advanced Studies. Νομίζω αρκετοί πιο νέοι συνάδελφοι θα το σκέφτονταν αν: πρώτον, υπήρχαν υποδομές για να κάνουν έρευνα, δεύτερον, σταματούσαν οι καταλήψεις και η ακραία πολιτικοποίηση των φοιτητών, και, τρίτον, μπορούσαν να πληρώνονται ανάλογα με την παραγωγικότητά τους, όπως καθορίζεται από διεθνή κριτήρια».
Ο κύριος Πέτρος Κουμουτσάκος είναι καθηγητής Computing in Engineering & Sciences στο Χάρβαρντ, εκ των ιδρυτών του Ελληνικού Ινστιτούτου Προηγμένων Σπουδών (HIAS), που στοχεύει στην αλληλεπίδραση και στη συνεργασία των ελλήνων επιστημόνων της διασποράς με τους συναδέλφους τους στην Ελλάδα.
«Οι διαδικασίες για την υλοποίηση έρευνας παραμένουν σκληρωτικές»
Γιώργος Τσώκος
«Η πιο πονεμένη και χιλιοσυζητημένη ερώτηση. Θυμάμαι και στα φοιτητικά μου χρόνια διαλαλούνταν παρόμοιες προσπάθειες επαναπατρισμού ελλήνων επιστημόνων. Απ’όσο μπορώ να καταλάβω, τα εμπόδια τότε και τώρα είναι τα ίδια. Χωρίς να αμφιβάλλει κανείς για την ύπαρξη εξαιρετικών ερευνητών στη γεωγραφική Ελλάδα, η επιστημονική Ελλάδα βρίσκεται στη διασπορά. Και τούτο, αν και κακό για τη χώρα μας, διαφημίζει την Ελλάδα σε όλον τον κόσμο.
«Φοβάμαι ότι οι νέοι επιστήμονες μετανάστες ύστερα από σχεδόν μισό αιώνα, όπως και εγώ, θα είναι στη διασπορά με αέναη, αγιάτρευτη νοσταλγία»
Τα εμπόδια για τον επαναπατρισμό έχουν διατυπωθεί μύριες φορές και παρά τις μικρές μη ουσιαστικές προσαρμογές οι διαδικασίες για την υλοποίηση έρευνας παραμένουν σκληρωτικές. Πράγματι, η έρευνα στην Αμερική περνά μια περίοδο «αναπροσαρμογής» αλλά οι δυσκολίες δεν είναι, τουλάχιστον ακόμη, αρκετές για τη μαζική επιστροφή καθιερωμένων ερευνητών στην Ευρώπη.
Θα ήταν ίσως δυνατός ο επαναπατρισμός νέων επιστημόνων, δεδομένων των δυσκολιών που αναμένεται να αντιμετωπίσουν στην Αμερική, αλλά το βλέπω δύσκολο γιατί οι υπάρχουσες αντιξοότητες στην Ελλάδα δεν θα εξαφανιστούν μαγικώ τω τρόπω. Από προσωπική εμπειρία γνωρίζω προγράμματα που έχουν χώρες όπως η Ιαπωνία, που εξασφαλίζουν την επιστροφή νέων επιστημόνων αμέσως μετά από προχωρημένη εκπαίδευσή τους στην Αμερική.
Φοβάμαι ότι οι νέοι επιστήμονες μετανάστες ύστερα από μισό σχεδόν αιώνα, όπως και εγώ, θα είναι στη διασπορά με αέναη, αγιάτρευτη νοσταλγία».
Ο κύριος Γιώργος Τσώκος είναι καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής του τμήματος Κλινικής Ρευματολογίας στο Ιατρικό Κέντρο της Beth IsraelDeaconess.