
Ολοι το γνωρίζουν, αλλά λίγοι το καταγγέλλουν στη Βραζιλία: τα καρτέλ της κοκαΐνης μπήκαν δυναμικά στον πόλεμο για το χρυσάφι. Η παράνομη εξόρυξη χρυσού στην Αμαζονία αποτελεί σοβαρό και πολυσύνθετο πρόβλημα, το οποίο συνδυάζει την εξόρυξη, την περιβαλλοντική καταστροφή και τη δραστηριότητα οργανωμένων εγκληματικών ομάδων.
Συγκεκριμένα, περιοχές όπως η Itaituba – γνωστή και ως «η πόλη των σβόλων χρυσού» – έχουν μετατραπεί σε κόμβους για παράνομες εξορυκτικές δραστηριότητες. Οι παράνομοι εξορύκτες (garimpeiros) δραστηριοποιούνται εδώ για πάνω από έναν αιώνα, αποστραγγίζοντας χρυσό από την τροπική ζούγκλα με μεθόδους που συχνά παραβιάζουν περιβαλλοντικούς κανονισμούς και συμβάλλουν σε εκτεταμένη αποδάσωση και ρύπανση των υδάτων (συμπεριλαμβανομένης της μόλυνσης από υδράργυρο).
Τα τελευταία χρόνια, η αύξηση της τιμής του χρυσού – που έχει σημειώσει εντυπωσιακή άνοδο (περίπου 43% αύξηση σε 12 μήνες και τιμή κοντά στα 2.900 δολάρια ανά ουγγιά) – έχει ενισχύσει το κίνητρο για παράνομη εξόρυξη. Αυτό έχει προσελκύσει όχι μόνο τους παραδοσιακούς χρυσοθήρες, αλλά και οργανωμένες εγκληματικές ομάδες και συμμορίες ναρκωτικών.
Οι εγκληματικές οργανώσεις, παραδοσιακά εμπλεκόμενες στο εμπόριο ναρκωτικών, έχουν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους στην εξόρυξη και διακίνηση χρυσού, χρησιμοποιώντας τα μεταλλεύματα για ξέπλυμα χρήματος από παράνομα έσοδα (κοκαΐνη και άλλες παράνομες δραστηριότητες). Αυτές οι εγκληματικές ομάδες έχουν δημιουργήσει παράλληλα «κρατικές» δομές στην καρδιά της Αμαζονίας, όπου η έλλειψη αποτελεσματικού ελέγχου από τις Αρχές επιτρέπει την εγκαθίδρυση δικτύων παράνομης διακίνησης και εμπορίας χρυσού. Επιπλέον, η μεταφορά μεγάλων ποσοτήτων χρυσού συχνά συνοδεύεται από ένοπλες επιθέσεις και συγκρούσεις με τις αστυνομικές Αρχές, επιδεινώνοντας την κατάσταση ασφάλειας στην περιοχή.
Σύμφωνα με εκθέσεις και μελέτες, ένα σημαντικό ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής χρυσού προέρχεται από παράνομες πηγές. Στη Βραζιλία, αναφέρονται στοιχεία ότι μεταξύ 2015 και 2020 περίπου το 50% του χρυσού που παράγεται ήταν παράνομο ή είχε ύποπτη προέλευση. Οι παράνομες δραστηριότητες αυτές δεν αφορούν μόνο μικρής κλίμακας εξορυκτικές επιχειρήσεις, αλλά και σειρά επενδύσεων και τεχνολογικής υποστήριξης για μαζικές εξορυκτικές δραστηριότητες.
Στην Αμαζονία και γενικότερα στη Βραζιλία, το πρόβλημα της παράνομης εξόρυξης χρυσού είναι μια καταγεγραμμένη και επείγουσα πραγματικότητα, η οποία έχει σοβαρές συνέπειες τόσο για το περιβάλλον όσο και για την κοινωνική ασφάλεια, λόγω της στενής σύνδεσης με το εμπόριο ναρκωτικών και τις οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες. Η παράνομη εξόρυξη χρυσού προκαλεί απώλεια εσόδων για το βραζιλιάνικο κράτος, καθώς δεν καταβάλλονται φόροι και τέλη.