Πάπας Φραγκίσκος: Όταν νιώθουμε εύθραυστοι γινόμαστε πιο διαυγείς ως προς το τι φέρνει ζωή και το τι σκοτώνει

«Όταν νιώθουμε εύθραυστοι γινόμαστε πιο διαυγείς ως προς το τι διαρκεί και τι είναι πρόσκαιρο, το τι φέρνει ζωή και το τι σκοτώνει. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο τείνουμε τόσο συχνά να αποφεύγουμε τους ευάλωτους και πληγωμένους ανθρώπους: έχουν τη δύναμη να θέτουν υπό αμφισβήτηση την κατεύθυνση που έχουμε επιλέξει τόσο ως άτομα όσο και ως κοινωνία» έγραφε στην επιστολή του ο Πάπας Φραγκίσκος σε επιστολή του στην εφημερίδα «Corriere della Serra».
Σε μία επιστολή κατά των πολέμων και σε μία ιδιαίτερη διπλωματική γλώσσα ο Πάπας μιλούσε για την ανάγκη στήριξης και απόδοσης αξιοπιστίας στη διπλωματία και τους διεθνείς οργανισμούς.
Γράφοντας όταν ο ίδιος είχε φτάσει να είναι «εύθραυστος» λόγω της υγείας του έδειχνε να γνωρίζει πολύ καλά το τι σημαίνει να είσαι ευάλωτος και πληγωμένος. Αλλά κυρίως πώς η επαφή με τους ευάλωτους και τους πληγωμένους μπορεί να γίνει αιτία να αμφισβητήσει κανείς τις επιλογές του.
Έχουν αλήθεια μεγάλη δύναμη οι ευάλωτοι. Γι’ αυτό οι ισχυροί συνηθίζουν να τους αποφεύγουν.
Γίνονται ο καθρέφτης των επιλογών τους. Ή καλύτερα των συνεπειών των επιλογών τους.
Και αν σε κάποιον έχει μείνει ίχνος ανθρωπιάς αναγκάζεται, έστω εσωτερικά, να κάνει αυτοκριτική.
Όταν ένα παιδί που ζει σε Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης Μεταναστών στη Λέσβο σου φιλάει το χέρι, σε υποχρεώνει να αντικρίσεις τις ευθύνες σου απέναντι του. Και αν είσαι ακόμα άνθρωπος να δακρύσεις μετανιωμένος μπροστά του. Να γονατίσεις στο μεγαλείο του δράματος του.
Όταν ένα παιδί που έχει χάσει τον πατέρα του σε αγκαλιάζει κλαίγοντας με λυγμούς επιλέγεις να το παρηγορήσεις.
Όταν βλέπεις τα παιδιά στη Γάζα να πεθαίνουν από την πείνα, να γίνονται κομμάτια στους βομβαρδισμούς, οι προσευχές δεν αρκούν, οφείλεις να μιλήσεις. Να αναγνωρίσεις τους λόγους που αυτά τα παιδιά γίνονται θύματα ενός πολέμου που δεν διάλεξαν.
Ο Πάπας Φραγκίσκος είναι αλήθεια ότι προσπάθησε να «αγγίξει» τους ευάλωτους. Αγκάλιασε τα παιδιά της Λέσβου. Μίλησε για την ανάγκη διερεύνησης των καταγγελιών για γενοκτονία από την πλευρά του Ισραήλ στη Γάζα. Και άσκησε τη δική του «διπλωματία».
Τον ονόμασαν ο Πάπας των φτωχών και των αποκλεισμένων.
Έκανε εντύπωση γιατί θεωρήθηκε ότι παίρνει θέση και χαρακτηρίστηκε «αντισυστημικός».
Σε αυτή την ίδια επιστολή του μιλούσε για τις θρησκείες και πάλι με έναν όχι συνηθισμένο για Ποντίφικα τρόπο. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά «οι θρησκείες, εξάλλου, μπορούν να βασιστούν στην πνευματικότητα των λαών για να αναζωπυρώσουν την επιθυμία για αδελφοσύνη και δικαιοσύνη, την ελπίδα για ειρήνη».
«Πρέπει να αφοπλίσουμε τις λέξεις, για να αφοπλίσουμε τα μυαλά και να αφοπλίσουμε τη Γη. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη για προβληματισμό, ηρεμία και επίγνωση της πολυπλοκότητας» έγραφε ο Πάπας Φραγκίσκος αναζητώντας ενσυναίσθηση και ευθύνη σε ένα κόσμο που αναγνωρίζει μόνο συμφέροντα.
Στην πραγματικότητα ο Πάπας Φραγκίσκος δεν ήταν τίποτα περισσότερο από αυτό που όφειλε ως ένας πνευματικός ηγέτης του Χριστιανισμού. Είτε μιλάμε για την Καθολική είτε για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Και σαφώς είχε και αυτός τις αδυναμίες του. Με τον κόσμο να περιμένει αρκετές φορές περισσότερα από αυτών. Ακόμα και αν ξαφνιαζόταν με τα αυτονόητα.
Ο Πάπας Φραγκίσκος κατάφερε να ξεπεράσει τα όρια του συστημισμού της Καθολικής Εκκλησίας. Δεν φοβήθηκε να φέρει αναστάτωση και να διατυπώσει άποψη. Πάντα στο πλαίσιο των ορίων της προσωπικότητας του. Κάνοντας αυτά που σε ένα δίκαιο κόσμο να θεωρούνταν λιγότερα από τα αυτονόητα, για έναν άνθρωπο με ισχύ και επιρροή, όπως ένας Ποντίφικας.
Σε ένα κόσμο που αυτό που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο θεωρείται εξαιρετικό, ο Πάπας Φραγκίσκος ξεχώρισε. Για την ανθρωπιά του. Για την αγάπη του στους ανθρώπους και για την ταπεινότητα του.
Η εν λόγω επιστολή γράφτηκε όταν και ο ίδιος ο Πάπας Φραγκίσκος ένιωθε εύθραυστος και άρα σύμφωνα με τα όσα έγραφε στην επιστολή, μπορεί να υποθέσει κανείς, ότι είχε γίνει και ο ίδιος πιο διαυγής ως προς το τι διαρκεί και τι είναι πρόσκαιρο, το τι φέρνει ζωή και το τι σκοτώνει.
Και τελικά αν όντως αποφεύγουμε τους ευάλωτους και πληγωμένους, αυτός κατάφερε έστω να τους αντικρύσει, όπου τους συναντούσε. Να μην αποστρέφει το βλέμμα και να μην αρνείται να απλώσει το χέρι του και να προσπαθήσει να τους νιώσει.
Ήταν αρκετό; Όχι. Και πάλι όμως ήταν πρωτόγνωρο. Και σίγουρα θα μπορούσε να είναι μία αρχή. Ίσως πάλι να είναι απλά μία έντιμη παρένθεση.