ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΕΙΔΗΣΕΙΣ

«Οταν γράφεις για παιδιά, πρέπει να δίνεις την ιδέα της ελπίδας»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Υπάρχουν δημιουργοί που μοιάζουν να βλέπουν τον κόσμο ελαφρώς πλαγίως, σαν να σκύβουν λίγο το κεφάλι για να δουν αυτό που εμείς προσπερνάμε. Ο Κρις Νέιλορ Μπαλεστέρος ανήκει σ’ αυτούς. Οι ήρωες των βιβλίων του, ζώα που μιλούν, αισθάνονται κι αναζητούν, δεν είναι απλώς χαριτωμένοι χαρακτήρες αλλά καθρέφτες των πιο ευάλωτων κι αληθινών κομματιών μας. Με εικονογραφήσεις που ξεχωρίζουν για τη λιτή τους έκφραση, η δουλειά του Βρετανού «κατοικεί» στα ράφια πολλών παιδικών δωματίων και στα χέρια γονιών που τη διαβάζουν φωναχτά. Αλλωστε, βιβλία του όπως «Η βαλίτσα» και η σειρά «Φρανκ και Μπερτ» έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 20 χώρες, ανάμεσά τους η Ελλάδα, όπου κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα. Την προπερασμένη εβδομάδα ο συγγραφέας βρέθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα κάνοντας παρουσιάσεις σε σχολεία. Σε μια ανάπαυλα του προγράμματός του τον συναντήσαμε στο Μουσείο Ακρόπολης.

Υπάρχει μια δυσκολία όταν έχεις μόνο 12 διπλές σελίδες – όσες συνήθως υπάρχουν στα βιβλία μου – και περίπου 300 λέξεις κειμένου. Αν έχεις ένα μεγάλο μυθιστόρημα ή μια μεγάλη ταινία και υπάρχει πρόβλημα με την πλοκή, μπορείς κατά κάποιον τρόπο να το καμουφλάρεις μέσα στη δράση. Αν έχεις μόνο μερικές λέξεις και εικόνες, είναι πολύ δύσκολο να προσπαθήσεις να κρύψεις κάτι που δεν λειτουργεί. Ετσι, πρέπει να δουλέψεις σκληρά πάνω στην ιστορία, ώστε όλα να ταιριάζουν μεταξύ τους. Η ιστορία είναι σαν ένα τυλιγμένο χαλί που αν του δώσεις ένα σπρώξιμο, θα πρέπει να αρχίσει να ξετυλίγεται. Αν χρειαστεί να του δώσεις άλλο ένα σπρώξιμο στη μέση, δεν λειτουργεί πραγματικά. Δεν μπορείς να κρύψεις αυτά τα προβλήματα. Ακόμη και τα παιδιά καταλαβαίνουν ότι κάτι δεν πάει καλά. Μπορεί να αισθανθούν, ακόμη κι αν είναι σε υποσυνείδητο επίπεδο, αν μια ιστορία δεν λειτουργεί σωστά. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι τα βιβλία που αγαπούν είναι ιστορίες που ξετυλίγονται με φυσικό τρόπο. Ακόμα κι αν είναι παράξενες, πρέπει να δημιουργήσουν αξιοπιστία, και αυτό είναι δύσκολο.

Δεν έχω κάποιο κοινό στο μυαλό μου και στην πραγματικότητα δεν σκέφτομαι το ηλικιακό εύρος κάθε ιστορίας. Δεν μου περνάει από το μυαλό, γιατί νομίζω ότι αν έχεις μια καλή ιστορία, απευθύνεται ούτως ή άλλως σε έναν ενήλικο και σε ένα παιδί κι απλώς έχεις την αίσθηση ότι λειτουργεί. Εξίσου έχεις την αίσθηση όταν δεν λειτουργεί. Για παράδειγμα, στη σειρά «Φρανκ και Μπερτ» υπάρχουν πάντα τουλάχιστον τέσσερις ή πέντε διαφορετικές επαναλήψεις της ιστορίας μέχρι να έχεις την αίσθηση ότι κάποια λειτουργεί πραγματικά. Φτάνεις σιγά σιγά στην τελική αφού συνεχίσεις να δοκιμάζεις διαφορετικές επιλογές. Ακόμα και σε έναν λαβύρινθο υπάρχει διέξοδος και πρέπει να συνεχίσεις να κατεβαίνεις σε διαφορετικά μονοπάτια και μετά να ξαναμπαίνεις μέσα μέχρι να βρεις αυτό που λειτουργεί. Και είναι ωραίο συναίσθημα όταν συνειδητοποιείς ότι έχεις λύσει το πρόβλημα.

Η διαδικασία της δουλειάς. Αυτό είναι ίσως το πιο ικανοποιητικό. Οταν λύνεις το πρόβλημα της ιστορίας, η οποία είναι η γνωστή άγνωστη της υπόθεσης. Με την εικονογράφηση ξέρεις πάνω κάτω πόσο καιρό σού παίρνει να σχεδιάσεις κάποιες σελίδες. Το πραγματικά άγνωστο, όμως, είναι πόσο καιρό θα σου πάρει να βρεις την ιστορία. Οπότε, όταν λύνεις αυτό το πρόβλημα, είναι πραγματικά υπέροχο. Πέρα από αυτό, υπάρχουν και οι εμπειρίες όπως, για παράδειγμα, σήμερα το πρωί που επισκεφτήκαμε ένα σχολείο όπου τα παιδιά έκαναν την πιο απίστευτη θεατρική παραγωγή της «Βαλίτσας». Ηταν πραγματικά προσεγμένη, είχαν φτιάξει σκηνικά, κοστούμια, κάτι που ήταν μακράν το πιο απίστευτο πράγμα που έχω δει. Οπότε, πέρα από την ολοκλήρωση του βιβλίου, είναι απίστευτα ικανοποιητικές τέτοιες επισκέψεις, όταν βλέπεις παιδιά και δασκάλους που έχουν δουλέψει, ξέρουν τη δουλειά σου, την προχωρούν και κάνουν κάτι με αυτήν.

Πολλά από αυτά τα ιδεολογικά θέματα είναι πάντως διαχρονικά. Νομίζω ότι μπορούν να ισχύουν και τα δύο και ότι πρέπει να τα καλύψουμε όλα. Για παράδειγμα, το βιβλίο μου «Η βαλίτσα» αφορά τη μετανάστευση, αλλά δεν είναι ειδικά ή ρητά για τη μετανάστευση. Πρόκειται για κάποιον που δεν ξέρουμε ή δεν καταλαβαίνουμε και ο οποίος απλώς φτάνει απροσδόκητα. Θα μπορούσε λοιπόν να περιγραφεί στα παιδιά ως μια ιστορία για τη σχολική χρονιά που ξεκινάει κι ενώ έχουν δημιουργηθεί οργανικές φιλίες μεταξύ των μαθητών, ξαφνικά έρχεται από άλλη πόλη ένα παιδί το οποίο δεν έχει φίλους και φαίνεται πώς αντιδρούν οι υπόλοιποι. Ομως πρέπει να έχεις κατά νου ότι αν γράφεις μια ιστορία για ένα δύσκολο θέμα για παιδιά, πρέπει να υπάρχει μια αίσθηση λύτρωσης που τη διατρέχει, κάτι που δεν είναι απαραίτητο ότι χρειάζεσαι για τους ενήλικους. Αλλά όταν γράφεις για παιδιά πρέπει να υπάρχει ένα στοιχείο ελπίδας, κάτι που να εμπνέει ελπίδα, ακόμα κι αν το θέμα είναι δύσκολο.

Εχει να κάνει με τον σεβασμό. Πρέπει να χρησιμοποιείται μια γλώσσα που να σέβεται, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι είναι woke. Προσωπικά δεν είμαι woke, αλλά πιστεύω ότι δεν υπάρχει λόγος να χρησιμοποιείται κάτι που είναι προσβλητικό. Πρέπει να χρησιμοποιείται μια γλώσσα με σεβασμό αντί για τον όρο woke.

Δεν ξέρω γιατί είμαι σχετικά πρόσφατος σε αυτό. Αρχισα αργά, ήμουν 40 ετών όταν έκανα το πρώτο βιβλίο για μένα και τα παιδιά μου, οπότε δεν έχω μεγάλη πείρα. Νομίζω ότι οφείλεται σίγουρα στην απτική φύση των βιβλίων και στο είδος της συναναστροφής μεταξύ γονέων και παιδιών. Εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα παιδικά εικονογραφημένα βιβλία, ίσως να έχουν ξεφύγει σε κάποιο βαθμό από την οθόνη που ξεπέρασε το χαρτί. Ετσι κατάφεραν να παραμείνουν ένα έντυπο μέσο που αρέσει στους ανθρώπους να κρατούν στα χέρια τους και να ξεφυλλίζουν.

Νομίζω ότι έχει να κάνει με την ποιότητα των ιστοριών. Μπορώ ευχαρίστως να διαβάσω ένα βιβλίο του οποίου η ιστορία είναι υπέροχη, ακόμα κι αν η εικονογράφηση δεν είναι του γούστου μου. Ο άλλος δρόμος είναι πιο δύσκολος. Αν θεωρώ ότι η ιστορία δεν λειτουργεί αλλά έχει όμορφη εικονογράφηση, μάλλον μπορώ να εκτιμήσω την τελευταία. Πρέπει να βεβαιωθείς ότι η ιστορία είναι υψηλής ποιότητας, όπως επίσης ότι την παρακολουθούν οι ενήλικοι που τη διαβάζουν στα παιδιά τους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρήσεις ένα συνεχές αναγνωστικό κοινό, εξασφαλίζοντας ότι υπάρχει κάτι εκεί που μοιάζει αληθινό. Πρέπει να δίνει την αίσθηση μιας αξιόπιστης πραγματικής ιστορίας που ξετυλίγεται με φυσικό τρόπο.

Ναι. Στη Γαλλία είναι πολύ δημοφιλή, αλλά νομίζω ότι εκεί υπάρχει μια μεγαλύτερη κουλτούρα βιβλίου. Οταν τα παιδιά μου μεγάλωσαν για να κάνουν πάρτι γενεθλίων και προσκαλούσαμε φίλους τους στο σπίτι, η συντριπτική πλειονότητα των δώρων που έπαιρναν ήταν βιβλία, graphic novels και κόμικς. Δεν νομίζω ότι αυτό συμβαίνει τόσο πολύ στην Αγγλία – από την οποία έχω φύγει εδώ και 25 χρόνια –, αλλά στη Γαλλία σίγουρα τα graphic novels αποτελούν τεράστιο μέρος του πολιτιστικού κόσμου των παιδιών.

Οπως στις περισσότερες δημιουργικές βιομηχανίες, είναι αρκετά δύσκολο να μπει κανείς. Η δική μου εμπειρία μπορεί να είναι ασυνήθιστη επειδή ζω στη Γαλλία για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά γράφω στα αγγλικά, οπότε όλα τα επαγγελματικά μου συμβόλαια και οι επαφές μου είναι στην Αγγλία. Δεν το βρήκα εύκολο, αλλά έφτιαξα ένα βιβλίο που ήταν για μένα και τα παιδιά μου επειδή εμπνεύστηκα από τα βιβλία με εικόνες που διάβαζα σε αυτά. Οταν τελείωσα αυτό που είχα φτιάξει, σκέφτηκα ότι φαινόταν ωραίο και το έστειλα σε εκδότες και ατζέντηδες. Βρήκα έναν ατζέντη, αλλά όχι εκδότη. Είχα την παρόρμηση να δοκιμάσω ξανά κι απλά αποφάσισα ότι μου άρεσε αρκετά η όλη διαδικασία ώστε να προσπαθήσω εκ νέου και να πάρω μαθήματα από το πρώτο βιβλίο που δεν πέτυχε. Τη δεύτερη φορά βρήκα εκδοτικό συμβόλαιο. Βέβαια, δεν ήξερα τα πρώτα δύο με τρία χρόνια αν θα εξελιχθεί σε καριέρα. Σκεφτόμουν ότι ίσως έκανα μερικά βιβλία και μετά θα τελείωνε. Στη συνέχεια, τα πράγματα απογειώθηκαν, ειδικά με τη «Βαλίτσα», όπου συνειδητοποίησα ότι έχω άλλη μία ευκαιρία. Εκτοτε συνεργάζομαι με τον ίδιο εκδότη.

Θα ήταν υπέροχο αν διάβαζαν τη «Βαλίτσα» και έλεγαν: «Λοιπόν, αυτό είναι ξεπερασμένο, γιατί δεν έχουμε πια αυτά τα προβλήματα. Δεν υπάρχουν πια οικονομικοί μετανάστες». Αλλά, δυστυχώς, δεν νομίζω ότι αυτό θα συμβεί. Αυτά τα προβλήματα αυξάνονται και οι άνθρωποι πρέπει να είναι πιο ανοιχτοί. Η ιδέα της «Βαλίτσας» στην πραγματικότητα δεν αφορούσε το ταξίδι ενός μετανάστη αλλά το πώς οι άνθρωποι αντιδρούν σε μια νέα άφιξη και πώς η φυσική αντίδρασή τους είναι τόσο διαφορετική. Το νόημα ήταν να πούμε στα παιδιά ότι δεν πειράζει, κι ας έχουν μια μικρή ανησυχία ή φόβο. Δεν αγκαλιάζουμε αυτόν τον φόβο, αλλά προσπαθούμε να τον απορρίψουμε. Να τους πούμε να προσπαθήσουν να είναι γενναία, να βοηθήσουν το νέο άτομο και να το εμπιστευτούν. Τα άλλα βιβλία της σειράς «Φρανκ και Μπερτ» έχουν να κάνουν με το πώς λειτουργούν οι φιλίες. Δεν νομίζω ότι αυτό το θέμα θα ήταν διαφορετικό πριν από 200 χρόνια ή σε 100 χρόνια μετά. Εχει να κάνει με τα μικρά προβλήματα που προκύπτουν μεταξύ φίλων, είτε ενηλίκων είτε παιδιών, με το πώς τα λύνεις και παραμένεις κοντά στον άλλο. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που μάλλον πάντα θα κάνουν οι άνθρωποι.

Τελευταία Νέα
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to top button