Ο πόλεμος κυριαρχίας στο εγχώριο οργανωμένο έγκλημα – Πώς εξαρθρώθηκε η αδίστακτη «ρωσόφωνη» μαφία των τσιγαράδων

Το μεγαλύτερο κύκλωμα παρασκευής και διακίνησης λαθραίων καπνικών προϊόντων στην Ελλάδα με εξαγωγές και στην Ευρώπη εξάρθρωσε η αστυνομία αποκαλύπτοντας παράλληλα ότι πίσω από αυτό το κύκλωμα βρισκόταν η λεγόμενη «ρωσόφωνη» μαφία που είχε βάλει σκοπό να επικρατήσει σε όλους τους τομείς του εγχώριου οργανωμένου εγκλήματος.
Πακτωλός χρημάτων από τις παράνομες δραστηριότητες, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, δολοφονίες, συμβόλαια θανάτου και μαφιόζικες εκτελέσεις, εμπρηστικές και βομβιστικές επιθέσεις, ξυλοδαρμοί και εκβιασμοί συνθέτουν το σκηνικό που αποκαλύφθηκε από την πολύμηνη έρευνα της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (ΔΑΟΕ).
Μαφιόζικες εκτελέσεις
Η εγκληματική οργάνωση με τα περισσότερα μέλη της να είναι ομογενείς από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, είχε βάλει ως στόχο να κυριαρχήσει στο οργανωμένο έγκλημα ακολουθώντας την πρακτική της εξόντωσης των αντιπάλων τους.
Στη συγκεκριμένη οργάνωση αποδίδονται τουλάχιστον 4 μαφιόζικες εκτελέσεις μελών της λεγόμενης Greek Mafia, που αποτελούσε τον κύριο ανταγωνιστή στις παράνομες δραστηριότητες του εγχώριου οργανωμένου εγκλήματος.
Κινητήριος δύναμη της «ρωσόφωνης μαφίας» ήταν τα ασύλληπτα κέρδη που αποκόμιζαν τα μέλη της από το λαθρεμπόριο τσιγάρων. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο το Δημόσιο έχανε περισσότερα από 500 εκατ. ευρώ από διαφυγόντες φόρους.
Σύμφωνα με τα στελέχη της ΔΑΟΕ ακόμα και το πιο χαμηλόβαθμο μέλος της οργάνωσης που απλά προωθούσε λαθραία τσιγάρα στη γειτονιά του, υπολογίζεται ότι κέρδιζε 2.500 ευρώ τον μήνα.
Πακτωλός χρημάτων
Από τις έρευνες που έγιναν φαίνεται ότι μέσα σε 12 με 13 μήνες ο αρχηγός της οργάνωσης που διαμένει στο Ντουμπάι τα τελευταία χρόνια είχε λάβει σε εμβάσματα τουλάχιστον 4 εκατ. ευρώ.
Δύο από τα ηγετικά στελέχη που διέμεναν στα νότια προάστια έκαναν πολυτελέστατη ζωή, διαμένοντας σε διαμερίσματα με ενοίκιο 2.500 ευρώ τον μήνα ενώ δήλωναν μηδενικό εισόδημα. Στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς οι μόνες κινήσεις που εμφανίζονταν ήταν τα ποσά από διάφορα κρατικά επιδόματα που λάμβαναν ως άποροι.
Την ίδια ώρα τα παιδιά τους σπούδαζαν σε πανάκριβα ιδιωτικά σχολεία και πανεπιστήμια της Ευρώπης ενώ τα Χριστούγεννα είχαν κάνει διακοπές οικογενειακώς στο Ντουμπάι.
Η επικράτηση της εγκληματικής οργάνωσης στο εγχώριο οργανωμένο έγκλημα βασιζόταν και στην πολύ σκληρή εκτελεστική ομάδα που αναλάμβανε τις βρώμικες δουλειές.
Ο εκτελεστικός βραχίονας με τα καλάσνικοφ
Η ομάδα αυτή, αποτελούμενη τουλάχιστον από 8 σκληρούς και αδίστακτους εκτελεστές με τα καλάσνιοκοφ δολοφονούσαν τους αντιπάλους τους με εντολές που λάμβαναν από τον μεγάλο αρχηγό.
Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η εκπρόσωπός της ΕΛ.ΑΣ. Κωνσταντία Δημογλίδου κατά την παρουσίαση της υπόθεσης, προέκυψε ότι τα 2 αρχηγικά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν συνθέσει τον «λαθρεμπορικό» βραχίονα, ο οποίος αποτελούνταν από άτομα- μέλη με καθορισμένους ρόλους, με δράση που τοποθετείται χρονικά τουλάχιστον από τον Οκτώβριο του 2023 σε περιοχές της Αττικής, Θεσσαλονίκης, Ημαθίας, Αχαΐας, Λαμίας, Λάρισας, Καρδίτσας, Εύβοιας και Αίγινας.
Τα μέλη της, τα οποία είχαν κυρίως οικογενειακούς δεσμούς ώστε να υπάρχει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη, είχαν στην κατοχή τους ειδικό εξοπλισμό (μηχανήματα), καθώς και πρώτες ύλες, κατάλληλα για την παρασκευή και συσκευασία καπνικών προϊόντων, με τα οποία παρήγαγαν και συσκεύαζαν τα λαθραία καπνικά προϊόντα.
Το λαθρεμπόριο τσιγάρων
Χρησιμοποιούσαν διάφορους κλειστούς – στεγασμένους χώρους, μεταξύ των οποίων και δύο μη αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες για την εγκατάσταση και λειτουργία των μηχανημάτων, καθώς και για την απόκρυψη των πρώτων υλών και των παραχθέντων καπνικών προϊόντων, τα οποία διοχέτευαν σε διάφορες Χώρες εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού πρώτα είχαν τοποθετηθεί σε πλαστές συσκευασίες πακέτων, αποκομίζοντας με τον τρόπο αυτό παράνομα κέρδη εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Παράλληλα, για να επιτύχουν το σκοπό τους, ενσωμάτωσαν στην εγκληματική τους δραστηριότητα και τον «εκτελεστικό» βραχίονα.
Πρόκειται για εγκληματική ομάδα που αναλάμβανε να προβαίνει σε εγκληματικές ενέργειες και δράσεις σε βάρος ανταγωνιστών τους, μεγεθύνοντας με αυτό τον τρόπο το μερίδιό τους στη λαθρεμπορική αγορά.
Τον ηγετικό και καθοδηγητικό ρόλο σε αυτή την ομάδα είχαν δύο μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, τα οποία ενεργούσαν αφανώς στοχεύοντας παράλληλα και στην επέκταση των παράνομων δραστηριοτήτων τους σε τομείς όπως το λαθρεμπόριο καυσίμων και η «προστασία» καταστημάτων.
Εκβιασμοί, βόμβες και ξυλοδαρμοί
Συγκεκριμένα, προέκυψε η συμμετοχή μελών της στις εξής περιπτώσεις:
- τον Ιούνιο του 2024 σε εκβίαση επιχειρηματία της Μυκόνου, προκειμένου να καταβάλει χρηματικό ποσό ύψους 200.000 ευρώ, κάθε μήνα, ενώ λόγω της άρνησής του απαίτησαν εκβιαστικά να αποχωρήσει από τις επαγγελματικές δραστηριότητές του, προς όφελος άλλου επιχειρηματία,
- τον Οκτώβριο του 2024 απαίτησαν εκβιαστικά χρηματικό ποσό από άτομο με το πρόσχημα οφειλής που σχετίζεται με το εμπόριο λαθραίων τσιγάρων, καταφέρνοντας να αποσπάσουν -10.000- ευρώ και απαιτώντας εκβιαστικά σε δεύτερο χρόνο το υπόλοιπο ποσό,
- τον Ιούνιο του 2024, τοποθέτησαν εκρηκτικούς μηχανισμούς σε-2- ενεχυροδανειστήρια στην Αττική, ενώ
- τον Απρίλιο, Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο του 2024, προκάλεσαν σωματικές βλάβες σε -3- έγκλειστους σε κατάστημα κράτησης της χώρας,.
Μάλιστα, η δράση των μελών αυτής της εγκληματικής ομάδας είχε ως αποτέλεσμα την τέλεση πράξεων «αντεκδίκησης» σε βάρος μελών της από άτομα που δραστηριοποιούνται στην «προστασία» καταστημάτων.
Συλλήψεις
Για την υπόθεση συνελήφθησαν συνολικά 47 άτομα, μεταξύ των οποίων και τα αρχηγικά, τα οποία κατηγορούνται για -κατά περίπτωση- εγκληματική οργάνωση και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, πλαστογραφία, παράβαση του Εθνικού Τελωνιακού Κώδικα, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, το Νόμο για τα Όπλα, το Νόμο περί κατοχής ταξιδιωτικών εγγράφων τρίτων προσώπων και το Νόμο για τα ναρκωτικά.
Στη δικογραφία που σχηματίσθηκε περιλαμβάνονται ακόμη -106- άτομα, τα οποία κατηγορούνται για -κατά περίπτωση- εγκληματική οργάνωση, παράβαση του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και συνέργεια σε λαθρεμπορία.