ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Uncategorized

Μπορεί η Πλεύση Ελευθερίας να βγει δεύτερο κόμμα;

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ


Αν υπάρχει ένα κόμμα που αυτή τη στιγμή δείχνει να εκτοξεύεται στις δημοσκοπήσεις, αυτό είναι η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου – η υπόθεση των Τεμπών δίνει ευκαιρία και ορατότητα σε εκείνην που (ανεξαρτήτως αν στην ουσία έχει δίκιο) κράτησε την πιο σκληρή και επίμονη στάση για το θέμα, τόσο εντός όσο και εκτός Βουλής, κερδίζοντας από το κύμα αντισυστημικότητας που έχει προκληθεί τον τελευταίο μήνα. Η Κωνσταντοπούλου, ωστόσο, δεν είναι ένα άγνωστο πρόσωπο στην ελληνική πολιτική σκηνή: από την παρουσία της στην προεδρία της Βουλής το πρώτο εξάμηνο του 2015 έχει αποκτήσει σφοδρούς πολιτικούς αντιπάλους, ενώ η είσοδος της Πλεύσης Ελευθερίας στο Κοινοβούλιο στις εκλογές του 2023 θεωρήθηκε αποτέλεσμα μιας πολύ καλής επικοινωνιακής καμπάνιας που αφορούσε κυρίως την επικεφαλής της. Το βασικό ερώτημα της επόμενης ημέρας, αυτή τη στιγμή, αφορά εκείνη: πού οφείλεται η ξαφνική άνοδος της Κωνσταντοπούλου; Μπορεί να τρέξει απέναντι από τη συγκυρία; Ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης (Metron Analysis), ο Αντώνης Παπαργύρης (GPO), o Αγγελος Σεριάτος (Prorata) και ο επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Συμπεριφοράς του ΔΠΘ Γιώργος Σιάκας απαντούν στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο».

Αντώνης Παπαργύρης: «Ζωή»

Η δημοσκοπική εκτόξευση της Πλεύσης Ελευθερίας τον τελευταίο μήνα συνιστά σίγουρα μια εντυπωσιακή εκλογική μετατόπιση, χωρίς, ωστόσο, να αποτελεί ένα μοναδικό φαινόμενο, αφού και στο παρελθόν έχουμε δει πολιτικούς σχηματισμούς να ανεβάζουν απότομα και σε μικρό χρονικό διάστημα τις δημοσκοπικές τους επιδόσεις και το ίδιο γρήγορα, τα ποσοστά αυτά να συρρικνώνονται και να επιστρέφουν στο σημείο εκκίνησης.

Το κόμμα Αβραμόπουλου, ο ΣΥΡΙΖΑ του 2009, η ΔΗΜΑΡ, το Ποτάμι είναι παραδείγματα της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας, όπου κόμματα βίωσαν μια δημοσκοπική άνοιξη, στη συνέχεια, όμως, κάποια από αυτά δεν έφτασαν ούτε στην κάλπη, ενώ τα περισσότερα περιορίστηκαν σε μονοψήφιες καταγραφές, πιεζόμενα από τα σκληρά πολιτικά διλήμματα που τελικά υπερισχύουν σε μια εκλογική διαδικασία και τα οποία δεν λειτουργούν σε μια δημοσκοπική αποτύπωση που διεξάγεται σε νεκρό εκλογικό χρόνο.

Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του κ. Κασσελάκη, ο οποίος αναδείχθηκε σε πραγματικό αστέρα του μιντιακού συστήματος με πολύ μεγάλη τηλεοπτική προβολή, η οποία όμως μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2024 οδήγησε στην επεισοδιακή αποπομπή του από το κόμμα του και τη σταδιακή του εξαφάνιση από το πολιτικό σκηνικό στο οποίο κανείς πρέπει να ψάξει εξονυχιστικά για να βρει μια δήλωση ή μια παρέμβασή του σήμερα.

Η περίπτωση της κυρίας Κωνσταντοπούλου είναι βεβαίως διαφορετική σε πολλά σημεία, καθώς η ίδια είναι ένα πρόσωπο με σταθερή, πολιτική παρουσία τα τελευταία δέκα χρόνια σε ρόλους πρωταγωνιστικούς που συνδέουν δύο περιόδους που φαινομενικά δεν σχετίζονται, έχουν όμως ένα κοινό σημείο που δεν είναι άλλο από τη μαζική συμμετοχή των πολιτών σε κινηματικές διαδικασίες που σχηματοποιούν το λαό σε πολιτικό υποκείμενο με δρώντα και ενεργό ρόλο σε θέση οδηγού και όχι παρατηρητή των εξελίξεων.

Η κυρία Κωνσταντοπούλου είχε σημαντική παρουσία στις πλατείες των αγανακτισμένων, μέσω της επιτροπής διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων, των επεισοδίων που ακολούθησαν το κλείσιμο της ΕΡΤ, ενώ η θητεία της ως Προέδρου της Βουλής συνοδεύτηκε με πολλές στιγμές έντασης εντός του Κοινοβουλίου. Η αποχώρησή της από την κυβέρνηση Τσίπρα μετά τη σύναψη της δανειακής σύμβασης μπορεί να μην οδήγησε σε επανεκλογή της τον Σεπτέμβριο του 2015, υπηρέτησε όμως το προφίλ της αταλάντευτης, μαχητικής πολιτικού που δεν διστάζει να εγκαταλείψει υψηλά πολιτικά αξιώματα, όταν διακυβεύονται οι αξίες και οι αρχές στις οποίες η ίδια είναι ταγμένη.

Το 2025 ξαναβρίσκουμε την κυρία Κωνσταντοπούλου πρωταγωνίστρια στην υπόθεση της εθνικής τραγωδίας των Τεμπών ως νομική συμπαραστάτισσα οικογενειών των θυμάτων και ως πολιτική έκφραση των πολιτών για αλήθεια, δικαιοσύνη και αποκάλυψη όλων των πτυχών της υπόθεσης. Εμφανίζεται ως υπερασπιστής του δημόσιου συμφέροντος, φωνή των πολλών, επίμονη και αταλάντευτη αποσπώντας την αναγνώριση των πολιτών που έστω και δημοσκοπικά την επιβραβεύουν.

Την ίδια στιγμή είναι η Ζωή. Στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους οι πολίτες την προσφωνούν με το μικρό της όνομα. Η προσφώνηση αυτή δείχνει οικειότητα και η οικειότητα δημιουργεί εμπιστοσύνη. Μία εμπιστοσύνη που δεν απολαμβάνει το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα. Χωρίς να επιχειρώ καμία σύγκριση με πολιτικά πρόσωπα – μύθους του παρελθόντος, είχαμε πολλά χρόνια να δούμε στην Ελλάδα μία / έναν πολιτικό που οι πολίτες να αναφέρονται σε αυτόν/ή με το μικρό όνομα.

Γιάννης Μπαλαμπανίδης: Σε αχαρτογράφητα νερά

Τελευταία, ο όρος «αντισυστημισμός» κυκλοφορεί ευρέως. Θα πρέπει ίσως να είμαστε επιφυλακτικοί, διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να συμβεί ό,τι συνέβη με τον όρο «λαϊκισμός»: να διευρυνθεί τόσο πολύ, ώστε να καταλήξει να σημαίνει τα πάντα και τίποτε.

Θα μπορούσαμε όμως να συμφωνήσουμε ότι η κοινωνική και πολιτική συγκυρία είναι αρκετά θερμή ώστε να μην ευνοεί αυτό που λέμε mainstream πολιτική. Παρατηρώντας τις τάσεις, φαίνεται ότι κρίσιμοι δείκτες βρίσκονται σε πορεία επιδείνωσης. Για παράδειγμα, η αντίληψη ότι η χώρα οδεύει προς τη λάθος κατεύθυνση ενισχύεται σταθερά, πάνω σε ένα υπόστρωμα αντιλαμβανόμενων προβλημάτων όπου έχει εμπεδωθεί το βάρος της Ακρίβειας και της Οικονομίας (με αντίστοιχα 27% και 21% ως πρώτη αναφορά στη σχετική ερώτηση του Metron Forum Φεβρουαρίου) αλλά στην παρούσα συγκυρία αναδύεται ως αιχμή και η Κρίση Θεσμών (12%), που συνδέεται με την υπόθεση των Τεμπών.

Σε αυτό το περιβάλλον, επιδεινώνονται οι δείκτες ικανοποίησης τόσο από την Κυβέρνηση, για την οποία η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι επιδιώκει τη συγκάλυψη της υπόθεσης, όσο και από την Αντιπολίτευση. Αν σε αυτά προσθέσουμε τη διαχρονικά χαμηλή Πολιτική Εμπιστοσύνη, τις χαμηλές επιδόσεις που καταγράφει η εμπιστοσύνη σε βασικούς θεσμούς (Δικαιοσύνη, κόμματα, συνδικάτα, τράπεζες, ΜΜΕ), αλλά και το εύρημα ότι 1 στους 2 αισθάνεται «εκτός των τειχών», τότε έχουμε ιχνογραφήσει ένα ναρκοθετημένο κοινωνικό πεδίο όπου μπορεί να καλλιεργούνται τάσεις εναντίωσης στη «συστημική» πολιτική σφαίρα.

Οι τάσεις αυτές δεν μεταφράζονται αυτόματα σε αλλαγές συσχετισμών στο πεδίο του κομματικού ανταγωνισμού. Ωστόσο, καθώς η επικαιρότητα κυριαρχείται από το ζήτημα των Τεμπών, που προσλαμβάνει και μια «ενσώματη» διάσταση συμμετοχής – μετά από πολλά χρόνια αδράνειας – στις μαζικές συγκεντρώσεις του Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου, φαίνεται ότι ευνοούνται τα κόμματα που δεν αποτελούν mainstream πολιτικές δυνάμεις αλλά επένδυσαν στην ατζέντα αυτή.

Στο δεξιό σκέλος του πολιτικού φάσματος είδαμε τον Φεβρουάριο την Ελληνική Λύση να ενισχύεται για τρίτο συναπτό μήνα (10,3% στην εκτίμηση ψήφου) και στο αριστερό την Πλεύση Ελευθερίας να κάνει ένα άλμα από 4,5% τον Ιανουάριο σε 8,9%, με εισροές από ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Η κυρία Κωνσταντοπούλου ήταν η πολιτική αρχηγός με τις περισσότερες θετικές/μάλλον θετικές γνώμες (44%, ενώ ο επικεφαλής της Ελληνικής Λύσης κ. Βελόπουλος 26%) και το καλύτερο ισοζύγιο θετικών – αρνητικών απόψεων.

Θα πρέπει όμως να δούμε πώς θα εξελιχθούν οι τάσεις αυτές το επόμενο διάστημα. Είναι δύσκολο να αλλάξει άμεσα η απαισιόδοξη αίσθηση που επικρατεί. Είναι «ευκολότερο» να μεταβληθεί η πολιτική και κοινωνική ατζέντα. Προς το παρόν, το κοινωνικό κλίμα δεν ευνοεί τα κόμματα που γίνονται αντιληπτά ως «συστημικά», ακόμη και εάν εναρμονίζονται με το κοινωνικό αίσθημα για τα Τέμπη. Από την άλλη, τα κόμματα διαμαρτυρίας πιέζονται όταν η ατζέντα ανοίγει και τίθενται και άλλα ζητήματα στο τραπέζι, ιδίως ζητήματα που αφορούν το «σκληρό» πεδίο της διακυβέρνησης. Πάντως, το πολιτικό παιχνίδι είναι ανοιχτό και τα νερά παραμένουν αχαρτογράφητα.

Αγγελος Σεριάτος: Ηρθε για να μείνει

Αναμφίβολα, η αποευθυγράμμιση σημαντικής μερίδας εκλογέων από προηγούμενες επιλογές τους έχει ήδη συντελεστεί, οδηγώντας σε ένα πλήρως κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο. Φυσικά, το αποτέλεσμα των πρόσφατων ευρωεκλογών δεν ήταν προϊόν μιας «χαλαρής» διάθεσης των ψηφοφόρων, αλλά προάγγελος του τοπίου που τώρα διαμορφώνεται μπροστά μας και τελικά ενός νέου επικείμενου εκλογικού σεισμού ανάλογου ενδεχομένως με αυτόν που βιώσαμε το 2012-2015. Πλέον, διανύουμε μια επόμενη φάση κατά την οποία κρίσιμη μάζα πολιτών σταδιακά συντάσσεται με νέες δυνάμεις που – δικαίως ή αδίκως, λίγο αφορά την εμπειρική έρευνα – προσλαμβάνονται ως να εναντιώνονται την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Αυτοί οι σχηματισμοί προέρχονται κυρίως από τον χώρο της Ακρας Δεξιάς στο πλαίσιο και της ευρύτερης διεθνούς συνθήκης, αλλά όχι με τρόπο αποκλειστικό: το κόμμα που ευνοείται όσο κανένα άλλο στη συγκυρία είναι η Πλεύση Ελευθερίας. Γεγονός καθόλου τυχαίο, όπως έχει σωστά επισημανθεί με όλους τους δυνατούς τρόπους στον δημόσιο διάλογο. Ηρθε, όμως, για να μείνει – αυτή τη φορά – η Ζωή Κωνσταντοπούλου;

Η τρέχουσα κρίση στρατηγικής του χώρου της πληθυντικής Αριστεράς, που συνδέεται με πλήθος παραγόντων αλλά χαρακτηρίζεται και από μια διανοητική «τεμπελιά» και σχετική ανεπάρκεια, εφάπτεται μιας άλλης νέας συνθήκης: του τερματισμού της κοινωνικής σιωπής, της κοινωνικής συναίνεσης γύρω από το μη χείρον βέλτιστον. Εντός αυτού του πλαισίου, η μαχητική Ζωή Κωνσταντοπούλου, που δεν της καταλογίζονται ευθύνες σε σχέση ούτε με τον πολιτικό συμβιβασμό του 2015, ούτε με τη μετέπειτα πορεία του κυβερνητικού εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ 2015-2019, έκανε (πραγματικό) rebranding.

Η Πλεύση Ελευθερίας είναι ένα κόμμα, το οποίο προγραμματικά ενστερνίζεται κατά κανόνα αριστερές, δημοκρατικές θέσεις. Εν τούτοις, έχει αποδείξει – σε μια σειρά από ζητήματα (π.χ. Συμφωνία των Πρεσπών) – ότι «εφόσον απαιτηθεί» μπορεί να υιοθετήσει θέσεις ξένες προς την Αριστερά. Φυσικά, ο τρόπος λειτουργίας του κόμματος που ηγείται, δεν επιτρέπει να το αντιληφθούμε ως μηχανισμό με ορίζοντα τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Η ιδιαίτερα φασαριόζικη Πλεύση Ελευθερίας λειτουργεί πασιφανώς υπό τη σκιά της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Η ίδια, δε, δείχνει διατεθειμένη «να γυρίσει τον κόσμο ανάποδα ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη» στην υπόθεση που συγκλόνισε όσο καμία άλλη την ελληνική κοινωνία τα τελευταία πολλά χρόνια. Και έχει αποδείξει – ως πρόεδρος της Βουλής – ότι διαθέτει εξαιρετικό πείσμα, δηλαδή ένα σημαντικό εχέγγυο για τον οποιοδήποτε ανυποχώρητο αγώνα, αλλά και – λόγω επαγγέλματος – τεχνική επάρκεια, ένα δηλαδή εξίσου σημαντικό εχέγγυο για τη δικαίωση του πολύ συγκεκριμένου αυτού αγώνα.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου που προσλαμβάνεται ως κάτι «νέο» για ορισμένους, και ως το πιο «έντιμο» κομμάτι του παλιού για άλλους, αντιπαρατέθηκε ευθέως με πρόσωπα που – δικαίως ή αδίκως – μπαίνουν στο κάδρο των ευθυνών της «συγκάλυψης» των Τεμπών, υπερασπιζόμενη απλούς καθημερινούς ανθρώπους: τα θύματα και τους συγγενείς τους. Ετσι, σε μια περίοδο θεσμικής δυσπιστίας, η ηγέτιδα της Πλεύσης Ελευθερίας συμπυκνώνει πολιτικά το αίτημα περί «ανυποχώρητου αγώνα για τον έλεγχο των ελίτ» αλλά και ένα ακόμα πιο συγκεκριμένο: «Να αποδοθεί δικαιοσύνη και να τιμωρηθούν όσοι και όσες πρέπει να τιμωρηθούν».

Καταληκτικά, παρά την ύπαρξη σχετικών προγραμματικών θέσεων, το γεγονός ότι η Πλεύση Ελευθερίας δεν φροντίζει για την εμπέδωση ενός συνολικού εναλλακτικού πολιτικού ορίζοντα, στερεί δυναμική από το εγχείρημα. Ωστόσο, η συνολική υποχώρηση του κομματικού φαινομένου, η βαθιά κρίση στρατηγικής των κομμάτων του μη δεξιού χώρου, αλλά και η κοινωνικά αποδιδόμενη στην Πλεύση Ελευθερίας, θεματική αρμοδιότητα ως προς την υπόθεση των Τεμπών, αποτελούν ισχυρές ενδείξεις ότι η Πλεύση Ελευθερίας ήρθε για να μείνει. Τουλάχιστον μέχρι να διεξαχθούν εκλογές εθνικής κλίμακας. Το αναπάντητο ερώτημα είναι αν μπορεί να αποκτήσει – και – κυβερνητική κλίση ή όχι. Γιατί το αν θα είναι εκ των πρωταγωνιστών της αμέσως επόμενης περιόδου έχει ήδη απαντηθεί. Ο καιρός γαρ εγγύς.

Τελευταία Νέα



Source link

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Back to top button