Κουσούλης: Μόνο με εκλογές θα κριθεί η πολιτική κρίση–Ράζος: Τα Τέμπη, καταλύτης των πολιτικών εξελίξεων | Ειδησεις

Συνέντευξη για την πολιτική συγκυρία, που σφραγίζεται από την κρίση του κομματικού συστήματος, παραχώρησαν οι κ.κ. Λευτέρης Κουσούλης και Γιάννης Ράζος στο Pagenews.gr, τον κ. Νίκο Ελευθερόγλου και την κ. Σοφία Χύτου.
Οι δύο προσκεκλημένοι απάντησαν σε κρίσιμα ερωτήματα αναφορικά με την πρόταση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη, την κυβερνητική επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας των Τεμπών, τις εξελίξεις στα κόμματα της αντιπολίτευσης και την επόμενη ημέρα για την κυβερνητική πλειοψηφία.
Ειδικότερα, αναφερόμενος στην πολιτική συγκυρία μετά και την καταψήφιση της πρότασης μομφής, ο Λευτέρης Κουσούλης επισήμανε ότι «είμαστε σε μια ζώνη πολιτικής κρίσης, η οποία θα έχει διάρκεια, απροσμέτρητο βάθος και θα κριθεί μόνο με εκλογές. Τα Τέμπη δεν είναι απλώς μια τραγωδία, είναι ένας επιταχυντής των εξελίξεων. Όλα τίθενται από την αρχή, όλα διαβάζονται από την αρχή. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα συνειδητοποίηση των Ελλήνων, οι οποίοι θέτουν τα ζητήματα από την αρχή και ζητούν απαντήσεις από την αρχή. Είμαστε σε μια νέα αφετηρία, με την έννοια της αναζήτησης. Αυτή τη νέα πολιτική συνθήκη δεν θα μπορέσει να τη διαχειριστεί η κυβέρνηση για τα επόμενα δύο χρόνια. Κατά τη γνώμη οι εξελίξεις θα επιταχυνθούν. Ο Μητσοτάκης θα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα να επιταχύνει ο ίδιος το χρόνο και να οδηγηθεί σε εκλογές. Οποιοσδήποτε και να είναι στη θέση του, δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια».
Ερωτηθείς από την κ. Σοφία Χύτου για το αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη χειρίστηκε σωστά, από άποψη επικοινωνιακή, την τραγωδία των Τεμπών, ο Γιάννης Ράζος απάντησε ότι «καταρχήν δεν αναγνώστηκαν πολύ σωστά τα αίτια της νίκης της Νέας Δημοκρατίας το 2019 και το 2023. Είχαμε αυξανόμενα ποσοστά αποχής, κάτι που κρύφτηκε κάτω από την εκλογική επιτυχία. Υπήρχε ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα. Τα Τέμπη λειτούργησαν ως καταλύτης και το πλέον καταλυτικό ήταν ότι «έβαλαν στο παιχνίδι» κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, τα οποία μέχρι τώρα απείχαν και είχαν έλλειμμα εμπιστοσύνης. Εκτιμούσαν ότι δεν υπήρχε αίτιο συμμετοχής. Οι πολίτες υποστηρίζουν ότι «το παιχνίδι είναι στημένο» και ότι οι πολιτικές δυνάμεις δεν μας λένε την αλήθεια. Υπάρχει αίτημα μιας αλλαγής, όχι μόνο αλλαγής κυβέρνησης, αλλά προτύπου διακυβέρνησης και αλλαγής του όρου πολιτικού παιγνίου. Ο κόσμος ενοχλείται που ορισμένοι τον θεωρούν δεδομένο».
Κληθείς να τοποθετηθεί για το ποια θα είναι η επόμενη ημέρα στην αντιπολίτευση, ο Λ. Κουσούλης σημείωσε πως «η επόμενη ημέρα ορίζεται από τη λαϊκή ψήφο, τις εκλογές. Είναι προφανές ότι θα πάμε σε επαναληπτικές εκλογές. Θα έχουμε επαναληπτική κάλπη και το βράδι εκείνο, θα έχουμε την απάντηση στο ερώτημα αυτό. Το πιθανότερο είναι ότι θα πάμε σε μια συμφωνία πρώτου και δεύτερου. Και ο μικρότερος εταίρος είναι λογικό να ζητήσει έναν άλλον πρωθυπουργό από τον σημερινό. Θα πάμε μάλλον με τον πρώτο και τον δεύτερο και υποθέτω ότι θα συνάψουν μια πολιτική συμφωνία και θα υιοθετήσουν ιεραρχήσεις. Το ευκταίο είναι να υιοθετήσουν ένα πρόγραμμα ριζικών μεταρρυθμίσεων. Αν δεν γίνει αυτό, η χώρα θα πάει σε μια στασιμότητα και αδράνεια. Προχωρώντας μαζί σε ένα πρόγραμμα ριζικών μεταρρυθμίσεων, τα κόμματα πρέπει να τολμήσουν αλλαγές, όπως είναι ένα σύγχρονο, δημοκρατικό σχολείο. Έχω εντυπωσιαστεί από την αδιαφορία αυτής της κυβέρνησης για το δημόσιο σχολείο. Η πολιτική φιλοσοφία της κυβέρνησης είναι μια κυριαρχική πολιτική φιλοσοφία φεουδαρχικού τύπου, που θεωρεί ότι δεν μπορεί να εννοηθεί ύπαρξη ή συνέχεια ή μεταβολή των πραγμάτων χωρίς αυτή. Κι αυτή η πολιτική αντίληψη έχει φτάσει στο τέλος της. Το κυβερνητικό σχήμα έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές του διακυβέρνησης στη χώρα».
Σχετικά με το αν η κυβέρνηση προώθησε αναγκαίες και ώριμες μεταρρυθμίσεις στην παιδεία και σε ευρύτερους τομείς, ο Γ. Ράζος τόνισε πως «στα θέματα της παιδείας έχουν γίνει κάποια βήματα. Τα πρότυπα σχολεία επαναλειτούργησαν. Υπάρχει ωστόσο ένα σοβαρό ζήτημα αδυναμίας κατανόησης. Βέβαια, σημαντικό είναι να έχουμε υπόψη το πώς οι νέοι άνθρωποι «παιδεύονται» σήμερα, με τα social media κλπ. Είναι ένα κεντρικό ζητούμενο, όπως επίσης ζητούμενο είναι η αναβάθμιση της υγείας. Ας μην ξεχνάμε ότι η παιδεία και η υγεία ήταν βασικά στοιχεία των προεκλογικών δεσμεύσεων της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν πράγματα που πρέπει να τα δουν όλοι από την αρχή».
Αναφερόμενος, εν συνεχεία, στο για ποιους λόγους η αντιπολίτευση δεν «εισπράττει» τη λαϊκή δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση, ο σύμβουλος πολιτικής επικοινωνίας είπε: «Γιατί η αντιπολίτευση δεν κατανόησε ποτέ, δεν επεξεργάστηκε τις τάσεις της ελληνικής κοινωνίας, τα νέα κριτήρια που έχει ο κόσμος και τι επιζητεί. Αυτοί που μετέχουν στην πολιτική αντιπαράθεση δεν καταλαβαίνουν ότι το ακροατήριό τους ολοένα και περισσότερο συρρικνώνεται. Η αντιπολίτευση θεωρεί ότι θα υπάρχει η λογική του λιγότερου κακού. Δεν έχει γίνει καμιά επεξεργασία και καμιά αντιστοίχιση με το διεθνές περιβάλλον, όπου μοιράζεται εκ νέου η τράπουλα και δημιουργούνται νέες συμμαχίες και η Ελλάδα καλείται να εκπροσωπηθεί στο διεθνές γίγνεσθαι. Η Ελλάδα δεν έχει τη δυναμική των άλλων χωρών, είμαστε μια χώρα που συρρικνώνεται δημογραφικά. Η Ελλάδα πρέπει να ξαναδεί το διεθνές στίγμα της. Η Ελλάδα πρέπει να δει και πάλι ποια είναι τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Η χώρα πρέπει να θεωρείται λιγότερο δεδομένη. Να εκφράζει ορισμένες αρχές και αξίες αλλά με έναν τρόπο που δεν θα την κάνει να θεωρείται από τους συνομιλητές της δεδομένος».
Στο σημείο αυτό, ο Λευτέρης Κουσούλης τόνισε: «Για να γίνει αυτό που λέει ο κ. Ράζος, πρέπει να έχουμε υπόψη τη σημασία της ενότητας του εσωτερικού μετώπου. Το θεμέλιο της άμυνας είναι η συνοχή του εσωτερικού μετώπου, δηλαδή η συνείδηση της κοινής μοίρας. Δυστυχώς, στη σύγχρονη Ελλάδα, έχει κατακερματιστεί η συνείδηση της κοινής μοίρας. Είμαστε μια αποδιοργανωμένη χώρα, μια χώρα σε αποσυναρμολόγηση. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η πολιτική λειτουργία της είναι εξουσιαστική. Και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι εγκλωβισμένα στον εαυτό τους».
Στο ερώτημα για το τι θα έπρεπε να κάνει η σημερινή κυβερνητική ηγεσία έτσι ώστε να βγει από την κρίση, ο Γ. Ράζος απάντησε: «Να προσπαθήσει όσο μπορεί να επανασυνδεθεί, να συνομιλήσει ξανά με την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή τη στιγμή, 80% των πολιτών υποστηρίζει ότι υπάρχει οργανωμένο σχέδιο συγκάλυψης. Τούτο δείχνει ότι υπάρχει διάρρηξη των δεσμών εμπιστοσύνης. Η κυβέρνηση πρέπει να κάνει ορισμένες συμβολικές κινήσεις, πέρα και πάνω από συμβατικές λογικές, επικοινωνιακούς χειρισμούς και κομματικές ισορροπίες. Η κυβέρνηση πρέπει να κάνει αυτοκριτική και να δείξει ότι έχει γνώση των νέων δεδομένων. Η κυβέρνηση πρέπει να σπάσει αυγά».
Αναφορικά, τέλος, με το αν ο Κ. Μητσοτάκης είχε ή όχι αφήγημα για την τρέχουσα τετραετία, ο Λευτέρης Κουσούλης υποστήριξε πως «φάνηκε ότι δεν είχε κάτι που να γεννήσει μια δυναμική, να κινήσει τα πράγματα και να φέρει και αποτελέσματα. Η πολιτική λειτουργία έχει στην πραγματικότητα δύο υποχρεώσεις: να διαχειριστεί τα πράγματα και να ορίσει μια πολιτική κατεύθυνση, δηλαδή έχει την ευθύνη της πολιτικής διεύθυνσης της κοινωνίας. Και όταν ένας κομματικός οργανισμός εισέλθει σε μια φάση κρίσης, ποια είναι η σωτηρία του; Η σωτηρία του είναι να αλλάξει τον εκφραστή, έτσι ώστε να αναθερμανθεί η ελπίδα ότι ο κομματικός οργανισμός μπορεί να βρει και πάλι ένα λόγο ύπαρξης και ο νέος εκφραστής να γίνει ο νέος εγγυητής μιας νέας πορείας. Αυτό δεν είναι εύκολο. Ο κ. Μητσοτάκης θα οδηγήσει τη ΝΔ στις εκλογές. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Όμως, είναι θεμελιώδες το αν θα είναι πειστικός ο λόγος του εκφραστή. Όταν έχει απωλεστεί η πειστικότητα του λόγου, όλα έχουν απολεστεί».
Πηγή: pagenews.gr