Advertisement
ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Μαρία Κάλλας: Απολύτως μόνη και απροστάτευτη όσο ζούσε

Advertisement
Advertisement

Αν ζούσε η Μαρία Κάλλας σήμερα, θα ήταν μια κομψή ηλικιωμένη κυρία 101 ετών.

Καθώς τον τελευταίο καιρό τα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και τη βιογραφική εργασία είναι μάλλον θολά και δυσδιάκριτα, κρίνεται αναγκαίο να αναφερθεί εξαρχής ότι το κείμενο που ακολουθεί είναι προϊόν φαντασίας και σε καμία περίπτωση δεν εκφράζει σκέψεις, επιθυμίες, απόψεις, τοποθετήσεις της Μαρίας Κάλλας – πώς θα μπορούσε άλλωστε;

Θα φορούσε τα μεγάλα κοκκάλινα γυαλιά της, θα είχε πετάξει τις φανταχτερές γούνες της και θα έβγαζε με ένα απλό αδιάβροχο τα σκυλάκια της βόλτα στη Ζορζ Μαντέλ, προσπερνώντας σιωπηρή τους χιλιάδες αδιάκριτους τουρίστες της εποχής του υπερτουρισμού και του Airbnb.

H Μαρία Κάλλας έφυγε πολύ νωρίς, πολύ νέα – μόλις 53 ετών –, εκείνον τον μαύρο Σεπτέμβρη του 1977.

Στη ζωή της όλα συνέβησαν νωρίς, σαν μια εκτυφλωτική αστραπή στον ουρανό.

Μόλις στα 16 της τραγουδάει την πρώτη της Σαντούτσα στον Παρνασσό.

Μόλις στα 19 της την Τόσκα στην Πλατεία Κλαυθμώνος και μόλις στα 26 της χαρακτηρίζεται soprano assoluta μετά την ερμηνεία της – την ίδια εβδομάδα – στον ρόλο της Βρουνχίλδης στη Βαλκυρία του Βάγκνερ και της Ελβίρας στους Πουριτανούς του Μπελίνι.

Και είναι μόλις 42 ετών όταν αποφασίζει να δώσει τέλος στην καριέρα της.

Παρά το γεγονός ότι στα μέσα της δεκαετίας του ’70 συνήθιζε να λέει στον επί σκηνής συνοδοιπόρο της Τζουζέπε ντι Στέφανο «χαίρομαι γιατί κάθε μέρα που περνάει, είναι μια μέρα λιγότερη για μένα», εντούτοις ο τόσο πρόωρος θάνατός της δεν της έδωσε τη δυνατότητα να κάνει εκείνες τις αναγκαίες διευθετήσεις προκειμένου να προστατεύσει τον εαυτό της, το όνομά της, την κληρονομιά και την υστεροφημία της.

Μελετώντας τη δραματική ζωή της Μαρίας Κάλλας – μια ζωή που κινήθηκε πάντα ανάμεσα στην τραγωδία και τον θρίαμβο – ένα πολύ στενάχωρο συμπέρασμα εξάγεται.

Η τόσο σπουδαία ντίβα που άλλαξε μια για πάντα τον κόσμο της όπερας ήταν απολύτως μόνη και απροστάτευτη όσο ζούσε, αλλά δυστυχώς παρέμεινε επίσης απολύτως απροστάτευτη ακόμα και μετά τον θάνατό της.

Αναρωτιέται κανείς αν είναι εκμετάλλευση ο τρόπος που μέλη της οικογένειάς της και ο πρώην σύζυγός της έκαναν τη μοιρασιά των προσωπικών της αντικειμένων, για να πουλήσουν στη συνέχεια – από τα μαλλιά έως και τα εσώρουχά της – στις γνωστές δημοπρασίες που ακολούθησαν, αλλά και σε κάθε είδους συναλλαγή με κάθε είδους συλλέκτες.

Δεν είναι μια δυσάρεστη αλήθεια το γεγονός ότι όποιος επιθυμεί σήμερα μπορεί, χρησιμοποιώντας το όνομα και την εικόνα της, να φτιάξει συλλόγους που δήθεν την εκπροσωπούν, να οργανώσει βραβεύσεις κοσμικού χαρακτήρα, ακόμα και να ανοίξει ένα τουριστικό εστιατόριο;

Δεν τρομάζει κάθε νοήμονα άνθρωπο το γεγονός ότι σχεδόν κάθε χρόνο κυκλοφορούν βιογραφίες που αναφέρονται στη ζωή της, παραχαράσσοντας ή αγνοώντας τα πραγματικά γεγονότα, προκειμένου να εξαχθούν σκανδαλοθηρικά συμπεράσματα;

Δεν είναι εξοργιστικό στην επέτειο των 100 ετών από τη γέννησή της να γίνονται τόσα πολλά χαμηλού επιπέδου αφιερώματα «προς τιμήν» της ανά τον κόσμο;

Και φυσικά δεν αποτελεί μέγιστη προσβολή στη μνήμη της η δημιουργία μιας ταινίας χολιγουντιανών προδιαγραφών, που την παρουσιάζει να εκδίδεται από τη μητέρα της κατά την παιδική της ηλικία;

Αν η ίδια είχε προλάβει να διαφυλάξει το όνομα και τη φήμη της μέσω κάποιων κληρονόμων, αν είχε δημιουργήσει ένα ίδρυμα ή αν είχε προβλέψει τη σύνταξη μιας διαθήκης που θα την προστάτευε, το σενάριο μιας τέτοιας ταινίας δεν θα είχε ποτέ εγκριθεί, τα αφιερώματα που προσβάλλουν τη λυρική τέχνη δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί και οι κάθε είδους σύλλογοι, σχολές, συλλογές, βραβεία, εστιατόρια δεν θα είχαν ποτέ δημιουργηθεί.

Αν η Κάλλας είχε ζήσει μερικά χρόνια ακόμα, θα είχε πιθανώς ηχογραφήσει τον Βέρθερο του Μασνέ, όπως είχε εκμυστηρευτεί ότι ήθελε να κάνει το καλοκαίρι του 1977 στην πιανίστα Ζανίν Ράις.

Το τελευταίο ντοκουμέντο με τη φωνή της σε μια πρόβα με τη Βάσω Δεβετζή από τον Αύγουστο του 1977 – που αποκαλύφθηκε στο ντοκιμαντέρ Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία –, αποδεικνύει ότι η φωνή της ήταν πλέον σε καλή κατάσταση και η ίδια ένιωθε σίγουρα πολύ πιο ασφαλής και ελεύθερη από την τόσο δύσκολη εκείνη παγκόσμια περιοδεία του 1973/74.

Δυστυχώς δεν πρόλαβε…

Αν ζούσε σήμερα, θα ξαφνιαζόταν με τον τρόπο που το politically correct έχει επηρεάσει την παρουσίαση των κλασικών οπερατικών έργων και ταυτόχρονα θα έβλεπε με μεγάλη δυσπιστία το παγκόσμιο star system της όπερας και την ευκολία που καλλιτέχνες χρίζονται «αστέρες» εν μια νυκτί.

Τέλος, αν ζούσε σήμερα, ίσως μερικά από τα μεγάλα τραύματά της να είχαν μαλακώσει.

Θα ήξερε ότι πλέον για τις γυναίκες είναι αυτονόητο δικαίωμα να μην προσδιορίζονται από τους άντρες συντρόφους τους.

Θα γνώριζε ότι σήμερα ο κακοποιητικός λόγος τιμωρείται και ίσως να έδινε λίγο κουράγιο στον εφηβικό της εαυτό που πέρασε τόσο δύσκολα και στενάχωρα χρόνια.

Θα έβλεπε παντού γύρω της τους ωκεανούς αγάπης από χιλιάδες, ίσως και εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, που ακόμα και δεν την είδαν ποτέ στη σκηνή, ακόμα και αν γεννήθηκαν μετά τον θάνατό της, εντούτοις επηρεάστηκαν καθοριστικά από την τέχνη της, μαγεύτηκαν από τη φωνή της, εμπνεύστηκαν από την τόσο δραματική ζωή της.

Αν ζούσε σήμερα η Μαρία Κάλλας, θα συνειδητοποιούσε ότι ο κόσμος της όπερας όχι μόνο δεν την ξεπέρασε ποτέ, αλλά ότι παρά τα σχεδόν 50 χρόνια από τον θάνατό της, η φήμη της αυξάνεται, οι πωλήσεις των δίσκων της τρέχουν με χίλια και η ύψιστη τέχνη της αποτελεί το απόλυτο μέτρο σύγκρισης στην ιστορία της λυρικής τέχνης.

Τελευταία Νέα

Source link

Related Articles

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to top button