Εργαλείο «εσωτερικής πολιτικής» των ΗΠΑ, μέσο άσκησης πίεσης σε άλλες χώρες, τρόπος χρηματοδότησης της μείωσης φόρων που σχεδιάζει ή κίνητρο για την ενίσχυση της βιομηχανίας;
Ήδη από την προεκλογική του εκστρατεία ο Ντόναλντ Τραμπ βρίσκει συνεχώς νέα πλεονεκτήματα για τους δασμούς που επιθυμεί να επιβάλει.
«Για εμένα “οι δασμοί” είναι ωραία λέξη. Είμαι μια λέξη που θα κάνει τη χώρα μας ξανά πλούσια», διαβεβαίωνε ο Τραμπ στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, υπογραμμίζοντας τη σημασία που δίνει σε αυτό το εργαλείο οικονομικής πολιτικής το οποίο, κατά τη γνώμη του, είχε παραμεληθεί σε μεγάλο βαθμό.
Στόχος του είναι να επιβάλει δασμούς στο σύνολο των προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ προκειμένου να χρηματοδοτήσει εν μέρει τις μειώσεις φόρων που επιδιώκει να εφαρμόσει.
Οι δασμοί ως μέσο πίεσης
Μετά την εκλογή του, στις 5 Νοεμβρίου, οι δασμοί απέκτησαν και νέο ρόλο, ο οποίος επιβεβαιώθηκε αμέσως μετά την ορκωμοσία του στην προεδρία, στις 20 Ιανουαρίου: αποτελούν μέσο άσκησης πίεσης στους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.
Αρχικά ο Τραμπ έβαλε στο στόχαστρό του τον Καναδά και το Μεξικό, χώρες με τις οποίες οι ΗΠΑ συνδέονται με συμφωνία ελεύθερου εμπορίου η οποία είχε υπογραφεί στη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ρεπουμπλικάνου στον Λευκό Οίκο. Με την κίνηση αυτή ο Αμερικανός πρόεδρος επεδίωκε να πείσει τις δύο χώρες να ελέγξουν πιο αποτελεσματικά το λαθρεμπόριο φαιντανύλης και τη διακίνηση μεταναστών.
Ένα καθαρό εργαλείο «εσωτερικής πολιτικής», είχε δηλώσει στα τέλη Ιανουαρίου ο μελλοντικός υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ.
Οι διάφορες δικαιολογίες για την επιβολή δασμών «αυξάνουν κατακόρυφα το ποσοστό αβεβαιότητας» για τις εταιρείες και ενδέχεται να προκαλέσουν «συρρίκνωση των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων», προειδοποίησε ο Μορίς Όμπσφελτ ειδικός του κέντρου ερευνών PIIE στην Ουάσινγκτον.
Ακόμη περισσότερο λόγω του γεγονότος ότι οι ανακλήσεις των δασμών είναι σχεδόν άμεσες, όπως έγινε στην περίπτωση της Κολομβίας, στην οποία ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 50% προκειμένου να την αναγκάσει να δεχθεί απελαθέντες παράτυπους μετανάστες, τους οποίους ακύρωσε 24 ώρες αργότερα. Κάτι αντίστοιχο συνέβη με τον Καναδά και το Μεξικό.
«Είναι προφανές ότι το θεωρεί ένα σημαντικό εργαλείο που έχει στη διάθεσή του», επεσήμανε η Κριστίν ΜακΝτάνιελ, ερευνήτρια στο Mercatus Center και πρώην μέλος της κυβέρνησης του Τζορτζ Μπους. «Τους θεωρεί εργαλείο διαπραγμάτευσης και μέσο αλλαγής της εμπορικής ισορροπίας», πρόσθεσε.
Πιέσεις στις τιμές των προϊόντων στις ΗΠΑ
Όμως οι δασμοί έχουν απτές επιπτώσεις: η αύξηση κατά 10% των δασμών στα κινεζικά προϊόντα και η επιβολή δασμών 25% στον χάλυβα και το αλουμίνιο ανεβάζουν στα 3 τρισεκ. δολάρια το ποσό των εισαγόμενων προϊόντων στα οποία έχουν επιβληθεί δασμοί, μεγάλη αύξηση σε σχέση με τα 380 δισεκ. δολάρια της πρώτης του θητείας.
Αυτό όμως ασκεί πιέσεις στις τιμές των προϊόντων στις ΗΠΑ, την ώρα που ο πληθωρισμός αυξήθηκε αισθητά τους τελευταίους μήνες παρά το γεγονός ότι ο Τραμπ δεσμευόταν στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ότι θα τον μειώσει.
Εξάλλου οι «ανταποδοτικοί δασμοί» που έχει απειλήσει ότι θα επιβάλει την επόμενη εβδομάδα ο Αμερικανός πρόεδρος κινδυνεύουν να αυξήσουν περαιτέρω το ποσό των εισαγόμενων στις ΗΠΑ προϊόντων στα οποία θα επιβληθούν δασμοί.
Η ιδέα είναι οι ΗΠΑ να επιβάλουν δασμούς σε όλα τα προϊόντα που εισάγονται στη χώρα αντίστοιχους με αυτούς που επιβάλλουν οι χώρες στα αμερικανικά εξαγόμενα προϊόντα.
«Αυτό που σκέφτεται ο Τραμπ είναι ότι μπορούμε όλοι τουλάχιστον να συμφωνήσουμε ότι αν μας φορολογείτε 20%, πρέπει να κάνουμε κι εμείς το ίδιο. Κατά συνέπεια, αν μειώσουν τους δασμούς τους, θα τους μειώσουμε κι εμείς, αυτή είναι η ιδέα της ανταποδοτικότητας», εξήγησε ο οικονομικός σύμβουλος του Ρεπουμπλικάνου, ο Κέβιν Χάσετ στο CNBC τη Δευτέρα.
Όμως αυτή η χρήση των δασμών τελικά μπορεί να ενοχλήσει τα άλλα κράτη όπως και τις ξένες επιχειρήσεις, προειδοποιούν οικονομολόγοι, γεγονός που εγείρει κινδύνους για την αμερικανική οικονομία.
Από τη μία πλευρά υπάρχει ο κίνδυνος αντιποίνων ή ακόμη και μποϊκοτάζ, όπως συνέβη με τον Καναδά, που ενδέχεται να αποδυναμώσουν τομείς που ήδη αντιμετωπίζουν δυσκολίες, όπως η γεωργία.
Όμως κυρίως οι δασμοί «επηρεάζουν τη φήμη των ΗΠΑ» και «θα είναι επιβλαβείς μακροπρόθεσμα», προειδοποίησε η Κριστίν ΜακΝτάνιελ».
«Είναι πιθανό τελικά να δούμε χώρες να προσπαθήσουν να αποδεσμευθούν από την αμερικανική αγορά. Είναι μια τεράστια αγορά, που προσφέρει μεγάλο κέρδος, αλλά επίσης με μεγάλο ρίσκο, κάτι που τελικά ίσως να αποδειχθεί λιγότερο ελκυστικό από οικονομική άποψη», εκτίμησε ο Μορίς Όμπσφελντ.
Πηγή: pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Source link