Η ανάληψη της Προεδρίας της ΕΕ στο πρώτο εξάμηνο του 2003 ήταν γνωστή από χρόνια πριν.
Ενώ από τη σκοπιά της διαδικασίας, η Προεδρία αυτή έχει τυποποιημένα χαρακτηριστικά, υπάρχουν περίοδοι, που η Προεδρία της ΕΕ μπορεί να αποκτήσει πρωτόγνωρα ουσιαστικό περιεχόμενο, οπότε η ικανότητα της χώρας να χειριστεί στα διάφορα θεσμικά όργανα τα ζητήματα που ανακύπτουν, μετατρέπεται σε αγώνα ασύλληπτης έντασης.
Ασύλληπτης, γιατί πρέπει να χειριστεί μεγάλες χώρες με μεγάλο πολιτικό βάρος και με αντιτιθέμενα συμφέροντα ή επιδιώξεις και, γιατί, μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα πρέπει να διαθέτει σπάνιο κύρος για να γίνουν αποδεκτές οι προτάσεις και οι χειρισμοί της.
Τα σύννεφα του πολέμου στο Ιράκ ήταν ορατά ήδη πριν ξεκινήσει το εξάμηνο της προεδρίας.
Ομως, δεν ήταν διόλου σαφές τι ακριβώς θα γίνει, πότε θα γίνει, μήπως επικρατήσουν εναλλακτικές σκέψεις, και όλα τα συναφή.
Η ελληνική Προεδρία έπρεπε να αναμορφώνει συνεχώς τον σχεδιασμό της, ώστε να είναι έτοιμη την κατάλληλη στιγμή. Τον Φεβρουάριο 2003 φαινόταν ότι η επέμβαση στο Ιράκ ήταν θέμα εβδομάδων.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση ήταν διχασμένη. Ηνωμένο Βασίλειο, βαλτικές χώρες, Πολωνία κ.ά. είχαν πάρει θετική θέση απέναντι στην εισβολή, ενώ Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Ελλάδα κ.ά. ήταν αρνητικές στο ενδεχόμενο αυτό.
Αποφάσισε τη σύγκληση έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις 17 Φεβρουαρίου.
Πολιτικά ήταν αδιανόητο να μην υπάρξει διατύπωση θέσεων από την ΕΕ.
Ομως, το ρίσκο ήταν αφενός να μην προσέλθουν κάποιες χώρες στο Συμβούλιο και αφετέρου να προκύψει ένα άγνωστο αποτέλεσμα που θα έδειχνε ότι η Ευρώπη ήταν σιωπηλή, αμήχανη και διαιρεμένη σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο θέμα.
Επιδίωξη ήταν να περάσει το μήνυμα στο Ιράκ, να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του ΟΗΕ, να γίνει σεβαστή η γραμμή του ΟΗΕ στο θέμα, και να αποτραπεί ο κίνδυνος να διαμορφωθούν διαχωριστικές γραμμές στο εσωτερικό της ΕΕ.
Είχε κατ’ εξοχήν πολιτικό αποτέλεσμα και μάλιστα διεθνούς εμβέλειας. Κατέγραψε μια θέση, η οποία επιβεβαίωσε την άρνηση της ΕΕ να αποδεχτεί το στοιχείο της «μονομέρειας» (unilateralism) ως αρχή λειτουργίας της και την προσκόλλησή της σε μια πολύ πιο προσεκτική στάση σε ένα θέμα με κορυφαίες πολιτικές και θεσμικές προεκτάσεις, που βρισκόταν σε αντίθεση με το κλίμα της εποχής.
Η κίνηση εκείνη του Κ. Σημίτη πέτυχε και εκθειάστηκε με εξαιρετικό τρόπο από όλες τις πολιτικές προσωπικότητες της ΕΕ και πολλά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ενδεικτικά, εντελώς, αναφέρονται:
Ζακ Σιράκ: «Θέλω να σε συγχαρώ, γιατί χάρη σ’ εσένα έγινε η Σύνοδος Κορυφής. Επίσης, για την ιδιαίτερα καλή προετοιμασία και ιδίως για την άψογη καθοδήγηση των εργασιών, που έφερε ένα αποτέλεσμα, το οποίο εγώ δεν πίστευα ότι θα ήταν εφικτό» (19/2/2003, «Ελευθεροτυπία»).
«Η μικρή Ελλάδα τετραγώνισε τον κύκλο. Ηταν πράγματι, όνομα και πράγμα, έκτακτη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ» («Corriere della Serra», 18/2/2003).
Σ. Μπερλουσκόνι: «Αγαπητέ Κώστα, θέλω να σε συγχαρώ και να σου πω, ότι σε θαυμάζω για τη σοφία σου, τη μετριοπάθειά σου και τη σύνεση με την οποία χειρίστηκες τα πιο μεγάλα θέματα, αλλά και για τις προσωπικές σχέσεις που ανέπτυξες με τον καθένα από εμάς. Δεν θα φτάσω στο ύψος σου κατά τη δική μου Προεδρία. Το μόνο που μπορώ να ελπίζω, είναι να επωφεληθώ από τις ικανότητές σου το επόμενο εξάμηνο» (22/6/2003).
«Στην έκτακτη συνεδρίαση της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι αρχηγοί όλων των πολιτικών ομάδων συνεχάρησαν την ελληνική Προεδρία για τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής, αλλά και για την “τολμηρή” πρωτοβουλία των Αθηνών να τη συγκαλέσει σε μια δύσκολη περίοδο για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ» («Ελευθεροτυπία» 19/2/2003).
Ο Τάσος Γιαννίτσης είναι ομότ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, π. υπουργός
Source link