
Η δημοσκοπική εκτόξευση της Πλεύσης Ελευθερίας από τις αρχές του 2025 έχει γεννήσει μια απρόσμενη συνθήκη στο υπάρχον πολιτικό σκηνικό. Το ΠαΣοΚ έχει υποχωρήσει τρίτο και η Νέα Δημοκρατία συναντά μπροστά έναν νέο, εντελώς απρόσμενο, αντίπαλο. Έναν αντίπαλο της δημοσκοπικής τάξης του 15%.
Ευνοϊκό ή μη για το κυβερνών κόμμα, που διατηρεί μια απόσταση από την πολυκερματισμένη αντιπολίτευση, θα επιβεβαιωθεί στην πορεία. Ενόσω πάντως η αμφισβήτηση του παραδοσιακού συστήματος εξουσίας, εξαιτίας μόνιμων παθογενειών, αδιόρθωτων λαθών και αλλεπάλληλων ολιγωριών, διογκώνεται τόσο κερδίζει πόντους ο αιχμηρός, ενίοτε ακραίος, λόγος. Είτε από τη μία είτε από την άλλη πλευρά.
Η χαμηλότερη τιμή της τελευταίας 6ετίας
Έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν, δεν είναι πρωτόγνωρο. Τότε που τον Φλεβάρη του 2012 η εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων για το Κοινοβούλιο είχε βρεθεί στο ναδίρ (2.3/10), προτού σταδιακά επανέλθει σε υψηλότερα επίπεδα.
Σήμερα, 13 χρόνια αργότερα, ο βαθμός δυσαρέσκειας στην ίδια κλίμακα αγγίζει τα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 6ετίας. Τότε βρισκόταν στο 4.6 και σήμερα η μέση τιμή ανιχνεύεται στο 3.4, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη από τις έρευνες της Metron Analysis, αυτή για τον Απρίλιο.
Εκ των επιμέρους δεικτών προκύπτει πως το 53% των ψηφοφόρων δεν πείθεται από το ισχύον καθεστώς. Με «μηδέν» μάλιστα το βαθμολογεί το 24%! Δηλαδή το 1/4 του εκλογικού σώματος είναι ισοπεδωτικό και ακυρώνει τα πάντα.
Από την άλλη το 33% διατηρεί μια μετρίου επιπέδου στάση, με το 15% αυτών να αξιολογεί με τη βάση του «5» το Κοινοβούλιο ως έχει, ενώ μόλις το 14% δίνει βαθμολογία που κυμαίνεται από λίαν καλώς (7) ως άριστα (10).
Οι Millennials στην κορυφή της αμφισβήτησης
Ψηφοφόροι της ΝΔ σε ποσοστό 38%, Κεντροδεξιοί σε ποσοστό 31%, 80+ σε ποσοστό 37% και ανώτερη τάξη σε ποσοστό 24% είναι αυτοί που περιορίζουν τη «πτώχευση» του κοινοβουλίου και αποτρέπουν την ολική «κατάρρευσή» του. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η αποστροφή στο εκλογικό σώμα είναι σχεδόν καθολική. Αναπόφευκτα προχωρά σε αναζήτηση εναλλακτικών επιλογών με τα οποία πιστεύει ότι ταυτίζεται περισσότερο.
Μονάχα η εκλογική δύναμη του ΠαΣοΚ κρατά ίσες αποστάσεις (53%). Κατά τα λοιπά, η αποδόμηση κυριαρχεί σε ποσοστά ίσα ή μεγαλύτερα του 59%. Το μεγαλύτερο ποσοστό (68%) ανήκει σε όσους επέλεξαν ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωκλογές του 2024.
Ούτε καν οι μετριοπαθείς κεντρώοι ή οι παραδοσιακοί δεξιοί εμφανίζονται να ταυτίζονται με την ισχύουσα κατάσταση. Σε κέντρο και δεξιά τα ποσοστά αρνητικής άποψης έχουν εδραιωθεί πάνω από το 50%. Από την άλλη οι 7/10 εξ όσων δεν αυτοχαρακτηρίζονται ιδεολογικά αλλά είτε απέχουν είτε καθορίζουν με την ψήφο τους το αποτέλεσμα δεν συναινούν.
Άνδρες και γυναίκες έχουν σχεδόν την ίδια άποψη, σε αντίθεση με τον ηλικιακό διαχωρισμό όπου οι νεότερες γενιές είναι πολύ πιο δύσπιστες από τους μεγαλύτερους πολίτες.
Παντελώς απογοητευμένοι εμφανίζονται πως είναι οι Millennials, όσοι δηλαδή απαρτίζουν τη γενιά 1981-1996. Ακολουθεί η προηγούμενη ηλικιακή ομάδα (Gen X), οι γονείς αυτών. Μια γενιά που έμαθε να ζει αλλιώς και το εκφράζει. Την ίδια ώρα η Gen Z, η νεότερη όλων, μοιάζει να διατηρεί λίγο πιο ήπια άποψη, χωρίς όμως τρανταχτές διαφοροποιήσεις επί τοις εκατό.
Στα «κάγκελα» οι μικρομεσαίοι
Στην επαγγελματική διαστρωμάτωση η πλειονότητα των επιμέρους κατηγοριών ανιχνεύονται πάνω από τον μέσο όρο στην αρνητική αξιολόγηση της Βουλής όπως τουλάχιστον λειτουργεί σήμερα. Εξαίρεση οι συνταξιούχοι που ρίχνουν το συνολικό ποσοστό χαμηλής βαθμολόγησης στο 53%.
Άνεργοι, φοιτητές, μισθωτοί ιδιωτικού τομέα και αγρότες απορρίπτουν κατά τα 2/3 τον ισχύον status quo, λίγο πάνω από όσες-ους ασχολούνται με το σπίτι και ελεύθερους επαγγελματίες. Λογικό ως εκ τούτου να συμβαδίζουν τα ποσοστά με την κοινωνική τάξη, στην οποία αυτοτοποθετούνται.
Οι μικρομεσαίοι, στους οποίους ανήκουν πολλοί εκ των παραπάνω, είναι μακράν των άλλων οι πλέον απογοητευμένοι του κοινωνικού ιστού σε ποσοστό 66%. Η απόσταση από την εργατική τάξη του 55% και την αγροτική του 54% είναι διψήφια.
Τα ποιοτικά αυτά στοιχεία της Metron συγκρίνονται κι εκ του αποτελέσματος συγκρούονται με την κοινωνική εμπιστοσύνη: με το πόσο δηλαδή ο Έλληνας πολίτης εμπιστεύεται τον διπλανό του. Σ’ αυτή την περίπτωση ο μέσος όρος εντοπίζεται στο 5.4, με το 24% να βαθμολογεί με 5, το 20% με 7 και το 14% με 14%.
Φαινομενικά η διαφορά των τιμών μεταξύ κοινωνικής και πολιτικής εμπιστοσύνης δεν μοιάζει μεγάλη, καταδεικνύει ωστόσο με σαφήνεια την ιδέα που έχει εμπεδωθεί στις συνειδήσεις των ψηφοφόρων.