Με αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα που συνδέονται, όπως επισημαίνουν νομικοί και πολιτικοί, ακόμα και με την ασφάλεια του τραπεζικού δικτύου τέθηκε για δεύτερη φορά στο αρχείο από την Εισαγγελία του Αρείου η υπόθεση των υποκλοπών.
Το σημαντικό ερώτημα πώς είναι δυνατόν ο άγνωστος που, όπως δέχεται και το πόρισμα, είχε στην κατοχή του την απολεσθείσα προπληρωμένη κάρτα του μηνυόμενου κρεοπώλη να… μάντεψε τον αριθμό PIN, που κατά τεκμήριο μόνο ο κάτοχος μιας κάρτας μπορεί να γνωρίζει, θα μείνει χωρίς απάντηση μετά την απόφαση για αρχειοθέτηση των μηνύσεων που είχαν υποβάλει πριν από λίγους μήνες ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης και ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης.
Και οι δύο ζητούσαν, έστω και μετά την αρχειοθέτηση της κύριας υπόθεσης που αποσυνέδεε την υπόθεση των υποκλοπών από την ΕΥΠ και οποιονδήποτε άλλον αξιωματούχο, να ελεγχθεί ποινικά το πρόσωπο εκείνο που με τη δική του κάρτα φαίνεται να πληρώθηκαν τα «μολυσμένα» μηνύματα.
Ωστόσο, και στον δεύτερο κύκλο της έρευνας δεν κατέστη εφικτό να εντοπιστεί ο άγνωστος που έκανε χρήση της επίμαχης κάρτας καταφέρνοντας να «πετύχει» και τον κρυφό αριθμό PIN αυτής.
Στο πόρισμά του ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι ο μηνυόμενος, ο οποίος είναι βιοπαλαιστής, υπάλληλος σουπερμάρκετ, κρεοπώλης το επάγγελμα, δεν εμπλέκεται σε όσα του καταλογίζονται με τις δύο μηνύσεις. Το πρόσωπο αυτό ουδεμία σχέση έχει με τα καταγγελλόμενα, αφού τρίτος έκανε χρήση της κάρτας και τη φόρτισε και έκανε τις δύο μεταφορές ποσών, όπως δέχεται ο εισαγγελέας, καταλήγοντας ότι επίσης δεν προέκυψε ούτε οποιαδήποτε σχέση του μηνυομένου με τις εταιρείες που ελέγχθηκαν για το λογισμικό Predator.
Ο ίδιος ο κρεοπώλης εξεταζόμενος, αφού αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στην υπόθεση των υποκλοπών, υποστήριξε ότι προφανώς η κάρτα του χρησιμοποιήθηκε από τρίτο πρόσωπο, που την ενεργοποίησε με δικό του PIN το οποίο δέχτηκε η κάρτα, ενώ στη συνέχεια έβαλε και το επώνυμό του για να τον εμπλέξει.
Υπό αυτά τα δεδομένα έθεσε στο αρχείο και τις δύο μηνύσεις, καθώς, κατά την κρίση του, δεν συντρέχει εφαρμογή των διατάξεων του ποινικού κώδικα που επικαλούνται οι μηνυτές για τα αδικήματα της κατασκοπείας αλλά και της παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών σε βαθμό κακουργήματος. Σημειώνει δε χαρακτηριστικά ότι αναγκαία προϋπόθεση είναι να προκληθεί πράγματι κίνδυνος για την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή για την εθνική ασφάλεια, «κάτι που αναντίρρητα – όπως χαρακτηριστικά αναφέρει – δεν προέκυψε από το πλούσιο αποδεικτικό υλικό της προκαταρκτικής εξέτασης παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τους μηνυτές».
«Η Δικαιοσύνη πάσχει και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου είναι έκθετη. Δυστυχώς ενημερωνόμαστε ότι μπορείς να χρησιμοποιήσεις ξένη τραπεζική κάρτα χωρίς να ξέρεις το PIN, ότι δεν συνιστά κατασκοπεία το να παρακολουθείς τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, ότι δεν κινδυνεύει η εθνική ασφάλεια αν παγιδεύεις το μισό Υπουργικό Συμβούλιο και ότι η παραβίαση προσωπικών δεδομένων κρίσιμων στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης είναι ζήτημα που αφορά μόνο τους ίδιους. Εν τέλει το μεγαλύτερο σκάνδαλο δεν είναι οι υποκλοπές αλλά η οργανωμένη συγκάλυψη και μη διερεύνησή τους» επισημαίνει με δήλωσή του ο δικηγόρος του Θανάση Κουκάκη, Ζαχαρίας Κεσσές, ο οποίος έχει χειριστεί σε όλα τα στάδια την υπόθεση.
Source link