«Οι ελληνικές τράπεζες είναι μεταξύ των περισσότερο επωφελημένων στην Ευρώπη από τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Ενα σημαντικό ποσοστό των δανείων τους έχουν κυμαινόμενα επιτόκια, ενώ δεν έχουν μετακυλίσει μεγάλο μέρος των αυξήσεων των επιτοκίων στους καταθέτες τους» υπογραμμίζει ο καναδικός οίκος DBRS Morningstar σε σχολιασμό του για τις ελληνικές τράπεζες και τη δομή των εσόδων τους.
Οι διαδοχικές μειώσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ φέρνουν, επομένως, τις ελληνικές τράπεζες σε μειονεκτική θέση, αναφέρει η έκθεση, καθώς η δομή των εσόδων τους εμφανίζει πολύ μικρότερη ποικιλομορφία από τις περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Τα παραπάνω κάνουν τις ελληνικές τράπεζες να κατευθυνθούν προς την αύξηση των εσόδων τους από προμήθειες, που αποτελούν μόλις το 16,7% των λειτουργικών τους εσόδων, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην προτελευταία θέση της σχετικής λίστας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.
Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος βρίσκεται στο 22,1%, με τις γερμανικές και τις ιταλικές τράπεζες να καταγράφουν τα μεγαλύτερα έσοδα από προμήθειες αναλογικά με τα λειτουργικά τους έσοδα.
Η χειρότερη απόδοση των ελληνικών τραπεζών σε ό,τι αφορά τη δομή των εσόδων τους έχει τις ρίζες της στην κρίση του δημόσιου χρέους της προηγούμενης δεκαετίας, καθώς η ελληνική οικονομία δεν μπόρεσε να υποστηρίξει μεγαλύτερα έσοδα από προμήθειες, ως αποτέλεσμα των χαμηλών εισοδημάτων και της χαμηλής αποταμίευσης των νοικοκυριών.
Η DBRS προσθέτει ότι, πέραν της μικρής συνεισφοράς των εσόδων από προμήθειες στους ισολογισμούς τους, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ακόμα έναν βραχνά: τα κυβερνητικά μέτρα για μείωση των προμηθειών τους στις καθημερινές συναλλαγές.
Σε συνδυασμό με το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων που διαμορφώνεται στην Ευρώπη, αλλά και την αύξηση των μισθών του προσωπικού τους, ο οίκος εκτιμά ότι οι ελληνικές τράπεζες θα δεχθούν πλήγμα στην κερδοφορία τους.
Για αυτόν τον λόγο, οι συστημικές τράπεζες έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες για να υποστηρίξουν την αύξηση των εσόδων τους από προμήθειες.
Τέτοιες κινήσεις γίνονται τόσο οργανικά, δηλαδή μέσω της πιστωτικής επέκτασης, ειδικά εκμεταλλευόμενες ευρωπαϊκούς πόρους, όσο και ανόργανα, μέσω συνεργειών με άλλες επιχειρήσεις και μικρές εξαγορές.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας στην Κύπρο από τη Eurobank, όπως και η υπό διαπραγμάτευση εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Πειραιώς.
Ο οίκος σημειώνει, εξάλλου, ότι τα έσοδα των ελληνικών τραπεζών από προμήθειες προέρχονται κατά βάση από παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες και υπηρεσίες πληρωμών.
Ομως, αναφέρει ότι οι τράπεζες είναι πλέον καλύτερα εφοδιασμένες για να αυξήσουν τα έσοδά τους από προμήθειες και από άλλες πηγές, όπως είναι η διαχείριση περιουσίας (asset management) και οι ασφαλίσεις (bancassurance).
Σε ό,τι αφορά την πορεία των ελληνικών τραπεζών κατά τους επόμενους μήνες, η DBRS εκτιμά ότι θα καταγράψουν μεγαλύτερη πιστωτική επέκταση από τις περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες, αντανακλώντας την αύξηση των επενδύσεων στην Ελλάδα και τις ισχυρότερες από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.
Σε συνδυασμό με τα προστατευτικά μέτρα που έχουν λάβει οι τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια για να αποφύγουν μια νέα διόγκωση των κόκκινων δανείων, αυτό θα περιορίσει τις αρνητικές επιπτώσεις στα έσοδα των τραπεζών από τόκους.
Σύμφωνα με τον οίκο, όμως, πολλά θα εξαρτηθούν από την ικανότητα των τραπεζών να διευρύνουν τις πηγές των εσόδων τους, καθώς και από τις προσπάθειές τους για μείωση του λειτουργικού τους κόστους.
Source link