
Αυτή τη φορά, η κυβερνητική συμφωνία στη Γερμανία ήρθε απροσδόκητα γρήγορα για τα δεδομένα της χώρας.
Μόλις 45 ημέρες μετά τις εκλογές, ανακοινώθηκε το κυβερνητικό πρόγραμμα των δύο εταίρων στη μελλοντική κυβέρνηση του χριστιανοδημοκράτη, Φρίντριχ Μερτς.
Ο Πούτιν με τον πόλεμο στην Ουκρανία από τη μία και ο Τραμπ με τον εμπορικό πόλεμο των δασμών από την άλλη δεν επέτρεπαν την πολυτέλεια χρονοτριβών, όπως στην περίπτωση της Ανγκελα Μέρκελ το 2017 που χρειάστηκε έξι μήνες για να σχηματίσει κυβέρνηση.
Από τις αρχές Μαΐου, και πριν απ’ την 80ή επέτειο του τερματισμού του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Φρίντριχ Μερτς θα είναι ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας, επικεφαλής μίας κεντροδεξιάς κυβέρνησης συνασπισμού της Χριστιανικής Ενωσης CDU/CSU με τους Σοσιαλδημοκράτες.
ήταν το μήνυμα που έστειλε ο Μερτς, ύστερα από ένα εξάμηνο κυβερνητικής παραλυσίας της μεγαλύτερης χώρας της ΕΕ.
Χριστιανική Ενωση και Σοσιαλδημοκράτες έχουν εμπειρία κυβερνητικών συνεργασιών. Είναι τα δύο – άλλοτε μεγάλα – κόμματα, για αυτό και η κυβερνητική συγκατοίκησή τους ονομάζεται «Μεγάλος Συνασπισμός» (ΓκρόΚο).
Η τρεις από τις τέσσερις κυβερνήσεις της Ανγκελα Μέρκελ μέχρι το 2021 ήταν «ΓκρόΚο» CDU/CSU και SPD. Ωστόσο, και τα δύο κόμματα έχουν συνεχώς φθίνουσα πορεία.
Ειδικά οι Σοσιαλδημοκράτες πήραν μόλις 16,4%, στις τελευταίες εκλογές του Φεβρουαρίου, ενώ και η Χριστιανική Ενωση με 28,5% πέρασε ξανά κάτω από τον πήχη του 30%. «Είναι ο μικρότερος «Μεγάλος Συνασπισμός», που είχε ποτέ η Γερμανία», έγραψε η «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ».
(Μπραντμάουερ) με την ακροδεξιά AfD κράτησε μετά τις εκλογές, παρά τις αμφιβολίες που είχε δημιουργήσει ο Φρίντριχ Μερτς συμπλέοντας με το AfD στην Μπούντεσταγκ λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές στο Μεταναστευτικό.
Μολονότι υπάρχει στη νέα Μπούντεσταγκ αριθμητικά άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία του CDU/CSU με το AfD, το ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας της συντηρητικής Χριστιανικής Ενωσης με την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία ήταν μόνον θεωρητικό. Το «Μπράντμαουερ» των δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου με την εξτρεμιστική Ακροδεξιά άντεξε αυτή τη φορά. Αλλά μέχρι πότε;
Αλλά δεν είναι η στροφή που υπόσχονταν προεκλογικά ο Φρίντριχ Μερτς και ο Μάρκους Ζέντερ. Ειδικά ο βαυαρός πρωθυπουργός, με τον «ανένδοτο» που είχε κηρύξει κατά των Πρασίνων, άφησε στον Μερτς μόνον μία επιλογή συνεργασίας: Τους Σοσιαλδημοκράτες. Αποτέλεσμα; Το SPD πέρασε πολύ περισσότερες προγραμματικές του θέσεις απ’ ό,τι επέτρεπε το χαμηλότερο εκλογικό αποτέλεσμα στη μεταπολεμική του ιστορία.
«Πιστοποιητικό υποταγής» στους Σοσιαλδημοκράτες χαρακτήρισε την κυβερνητική συμφωνία, η οποία «φέρει την υπογραφή του ηττημένου των εκλογών, του SPD, με υποκλίσεις στους Πράσινους».
Για την ακροδεξιά Βάιντελ, η στροφή στο Μεταναστευτικό πήγε στις καλένδες, η έξοδος από την πυρηνική ενέργεια παραμένει σε ισχύ», ο Μερτς «παραπλάνησε» τους ψηφοφόρους.
Με τον αέρα και της πρώτης δημοσκόπηση που εμφάνισε το AfD πρώτη δύναμη μπροστά από το CDU/CSU δίνει ήδη ραντεβού για τις επόμενες εκλογές, το αργότερο το 2019.
«Εάν περάσουν τα επόμενα τέσσερα χρόνια με αυτή την πολιτική, υπάρχει ο κίνδυνος το AfD να γίνει το ισχυρότερο κόμμα στις επόμενες εκλογές», προειδοποιεί ο οικονομολόγος Αλέξανδρος Κρητικός από το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW).
Η κυβερνητική συμφωνία δεν είναι παρά «μία συρραφή πελατειακών μέτρων και προεκλογικών δώρων», λέει ο Κρητικός στα «ΝΕΑ»: Συνταξιοδότηση στα 63, φθηνό ρεύμα για τη βιομηχανία, κίνητρα για αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων, επιδόματα επιβατών, συντάξεις μητέρων, μειωμένος ΦΠΑ στην εστίαση, επίδομα πετρελαίου στους αγρότες κ.λπ. και μια σειρά από δηλώσεις προθέσεων για μεταρρυθμίσεις, όπως η μείωση της γραφειοκρατίας.
«Τα πελατειακά μέτρα είναι δημοσιονομικές αμαρτίες» λέει ο Κρητικός.
Επισημαίνει τον κίνδυνο, οι καταναλωτικές δαπάνες να περιορίσουν την οικονομική αποτελεσματικότητα του Ειδικού Ταμείου μισού τρισεκατομμυρίου ευρώ για τις επενδύσεις στις υποδομές και πολλά έργα να μην υλοποιηθούν.
Η κυβερνητική συμφωνία, λέει, «δεν έχει ξεκάθαρη στρατηγική, πώς θα βγει η χώρα από την κρίση. Λείπει μία σαφής μεταρρυθμιστική πορεία και μια σαφής βούληση για μια συνολική μεταρρύθμιση του κράτους».
Στην αντιμετώπιση της Τουρκίας, η συμφωνία των μελλοντικών κυβερνητικών εταίρων προδιαγράφει διατήρηση της βασικής γραμμής που ακολουθεί η Γερμανία με κριτήριο τον ρόλο της χώρας στην ευρύτερη περιοχή.
Το κείμενο της συμφωνίας αναφέρει: «Η Τουρκία είναι σημαντικός στρατηγικός εταίρος στο ΝΑΤΟ, γείτονας της ΕΕ και παράγοντας με επιρροή στη Μέση Ανατολή, με τον οποίο θέλουμε να αντιμετωπίσουμε κοινές γεωπολιτικές προκλήσεις από την πολιτική ασφαλείας μέχρι τη μετανάστευση.
Μια θεμελιώδης βελτίωση των συνθηκών δημοκρατίας, κράτους δικαίου, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι για μας κομβικό ζήτημα».
Για την Κίνα, η κυβερνητική συμφωνία προαναγγέλλει αλλαγή της γραμμής που ακολουθούσε το Βερολίνο με την «πράσινη» υπουργό Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ. «Θα αναθεωρήσουμε τη στρατηγική για την Κίνα σύμφωνα με την αρχή της «απομάκρυνσης του κινδύνου».
Θα συσταθεί επιτροπή εμπειρογνωμόνων της Ομοσπονδιακής Βουλής, η οποία σε ετήσια έκθεσή της θα αναλύει τους κινδύνους, τις εξαρτήσεις και τα τρωτά σημεία στις οικονομικές σχέσεις και θα προτείνει μέτρα για την αποτροπή κινδύνου».
Ειδική αναφορά στην Ελλάδα γίνεται μόνο σχετικά με το «Ταμείο του Μέλλοντος» της Γερμανίας με Τσεχία, Ελλάδα και Ιταλία, το οποίο «θέλουμε να ενισχυθεί», όπως αναφέρεται στη συμφωνία.