
Η Γερμανία είναι μια πολιτικά διχασμένη χώρα. Αυτό είναι ένα από τα βασικά μηνύματα των γερμανικών εκλογών της περασμένης εβδομάδας. Παρότι η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU) αναδείχθηκε νικήτρια, ο Φρίντριχ Μερτς δεν πέτυχε έναν σαρωτικό θρίαμβο. Σε εθνικό επίπεδο, η διαφορά από την Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα, είναι μόλις 7,7 ποσοστιαίες μονάδες.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η γεωγραφική διχοτόμηση που αποτυπώνεται στα εκλογικά αποτελέσματα. Σε πολλές εκλογικές περιφέρειες της Ανατολικής Γερμανίας, το ακροδεξιό κόμμα συγκεντρώνει ποσοστά άνω του 40%, ενώ στη δυτική πλευρά της χώρας το ποσοστό του ανέρχεται στο 18%. Η επιτυχία της AfD οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά της να κινητοποιήσει ψηφοφόρους που μέχρι πρότινος απείχαν από τις εκλογές. Σύμφωνα με τα δημοσκοπικά δεδομένα, 2,35 εκατομμύρια πολίτες που δεν είχαν προσέλθει στις κάλπες σε προηγούμενες εκλογές, αυτή τη φορά ψήφισαν την AfD. Ολα δείχνουν ότι αυτό το κόμμα έχει πλέον εδραιωθεί πέρα από τον ακροδεξιό χώρο· όλο και περισσότεροι πολίτες ψηφίζουν την AfD όχι μόνο ως ένδειξη διαμαρτυρίας, αλλά από πεποίθηση.
Η εκλογική της άνοδος οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Τα οικονομικά προβλήματα και η αγωνία για την επιβίωση ωθούν πολλούς προς την AfD. Οι ριζοσπαστικές θέσεις του κόμματος στο Μεταναστευτικό βρίσκουν απήχηση σε ένα κοινωνικό περιβάλλον όπου η πλειοψηφία θεωρεί ότι «η βάρκα έχει γεμίσει». Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται χαμένοι σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο περίπλοκος, ενώ η κυβέρνηση, στα μάτια τους, δεν προσφέρει συγκεκριμένες απαντήσεις, πόσο μάλλον λύσεις.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι πολλοί Γερμανοί, ιδιαίτερα στην Ανατολή, επιθυμούν μια ισχυρή ηγεσία. Αυτή η νοσταλγία για έναν ισχυρό ηγέτη – άνδρα ή γυναίκα – είναι εντονότερη στα ανατολικά κρατίδια σε σύγκριση με τη δυτική Γερμανία. Με τις λαϊκιστικές αφηγήσεις της, η AfD καταφέρνει – με επιτυχία – να εκμεταλλεύεται τις ανησυχίες των πολιτών. Πολλοί Ανατολικογερμανοί βλέπουν στην AfD το κόμμα που εκφράζει την περιοχή τους· πράγματι, σε πολλές περιοχές της Ανατολής, η AfD είναι οργανωτικά ισχυρότερη από τους δημοκρατικούς της αντιπάλους.
Η μέχρι τώρα στρατηγική των δημοκρατικών κομμάτων, η οποία βασίζεται στην προειδοποίηση για τη ριζοσπαστικοποίηση και την αντισυνταγματική στάση της Ακροδεξιάς, δεν φαίνεται να έχει αποφέρει αποτελέσματα. Ακόμη και η πρόταση – η οποία συζητείται σοβαρά – να τεθεί εκτός νόμου το ακροδεξιό κόμμα με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, κινείται προς λανθασμένη κατεύθυνση. Η άνοδος της AfD αποτελεί πρωτίστως πολιτικό πρόβλημα για τις φιλελεύθερες δημοκρατικές δυνάμεις και απαιτεί επομένως μια πολιτική, όχι νομική, απάντηση. Το αποτελεσματικότερο «αντίδοτο» στην AfD είναι μια πολιτική που προσφέρει λύσεις στα προβλήματα των πολιτών. Οι μεγάλες προκλήσεις που απασχολούν σήμερα τη γερμανική κοινωνία είναι η παράτυπη μετανάστευση, η επιβράδυνση της οικονομίας και τα προβλήματα των κοινωνικών ασφαλιστικών συστημάτων.
Ο Φρίντριχ Μερτς έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι η κυβέρνησή του πρέπει να καταφέρει να επιτύχει γρήγορα απτά αποτελέσματα σε αυτούς τους κρίσιμους τομείς πολιτικής. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον ίδιο – και κατ’ επέκταση για τη φιλελεύθερη δημοκρατία στη Γερμανία – είναι η νέα κυβέρνηση να βυθιστεί σε εσωτερικές διαμάχες και να παραλύσει. Η αποτυχία μιας δημοκρατικής κυβέρνησης είναι η μεγαλύτερη επιθυμία των δεξιών λαϊκιστών.
Για την AfD και τους υποστηρικτές της, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, η τωρινή επιτυχία δεν είναι παρά ένα ενδιάμεσο βήμα στον δρόμο προς την εξουσία. Το αργότερο έως το 2029, η Γερμανία θα κληθεί να εκλέξει νέο Κοινοβούλιο. Μέχρι τότε, ο Φρίντριχ Μερτς πρέπει να καταφέρει, μέσα από ουσιαστικές πολιτικές, να στερήσει από τους ακροδεξιούς το οξυγόνο που τροφοδοτεί την άνοδό τους.
Ο δρ. Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ