
Καθημερινό φαινόμενο είναι πλέον οι… έφοδοι που κάνουν αγριόχοιροι σε περιαστικά κέντρα και πεδινές περιοχές, δημιουργώντας αναστάτωση σε κατοίκους και επαγγελματίες.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, συναγερμός σήμανε στο αεροδρόμιο Ιωαννίνων με την παρουσία ομάδας αγριόχοιρων στην περίφραξή του.
Μάλιστα, με απόφαση του υπουργείου Περιβάλλοντος επετράπη η ενεργοποίηση ομάδας θηροφυλάκων και κυνηγών, προκειμένου να απομακρυνθούν τα ζώα και να μην υπάρχει κίνδυνος για τις πτήσεις.
Είναι, άλλωστε, γεγονός ότι αρκετά αεροδρόμια είναι κοντά σε υγρότοπους, που προσελκύουν όχι μόνο τα πτηνά αλλά και είδη όπως οι αγριόχοιροι, που είναι απαιτητικά σε νερό.
Εντονο είναι το πρόβλημα και στη Λευκάδα, όπου στις αρχές του έτους αγριογούρουνα είχαν εισέλθει στο κοιμητήριο Χορτάτων της Ενότητας Απολλωνίων, προκαλώντας ζημιές σε ορισμένους τάφους ενώ βόλτες έχουν… συλληφθεί να κάνουν τα άγρια αυτά ζώα ακόμη και στα βόρεια προάστια της Αθήνας ή στο δάσος του Σέιχ Σου.
Εκρηκτική χαρακτηρίζεται, πλέον, η αύξηση του πληθυσμού των αγριόχοιρων από τις τοπικές Αρχές και τους επιστήμονες.
Αν και επίσημη καταγραφή δεν υπάρχει, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο ακόμη και για 500.000 αγριογούρουνα σε όλη τη χώρα, αριθμός που κάνει επιτακτική μια ολοκληρωμένη διαχείριση της άγριας πανίδας.
Στην πραγματικότητα, ένα μεγάλο ποσοστό είναι υβρίδια.
Μετά το 2010, με την οικονομική κρίση, αρκετές φάρμες εκτροφής αγριόχοιρων δεν άντεξαν, οπότε άφησαν ελεύθερα τα ζώα, τα οποία διασταυρώθηκαν με τα αγριογούρουνα.
Και πλέον ο πληθυσμός τους έχει καταγράψει μεγάλη αύξηση, με την εγκατάστασή τους να γίνεται σε όλο και πιο πεδινές περιοχές», σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο ερευνητής ζωολόγος Θεόδωρος Κομηνός, ο οποίος υπογραμμίζει πως το συγκεκριμένο ζώο είναι ένα βασικό στοιχείο του δασικού οικοσυστήματος.
Προσθέτει δε πως υπάρχουν περιοχές, όπως είναι η Πελοπόννησος, ακόμη και στο δάσος του Σέιχ Σου, όπου η παρουσία αγριόχοιρων είναι πολύ έντονη.
«Την ίδια στιγμή, σε περιοχές όπως είναι το Κιλκίς, οι Σέρρες καθώς και η Δράμα φαίνεται πως ο πληθυσμός τους έχει ελαττωθεί κι αυτό εξαιτίας της πανώλης.
Από την πλευρά του ο καθηγητής Δημήτρης Μπακαλούδης, διευθυντής του Εργαστηρίου Αγριας Πανίδας και Ιχθυοπονίας Γλυκέων Υδάτων του ΑΠΘ, επισημαίνει πως οι αγριόχοιροι είναι ένα είδος παμφάγο, «τρέφεται με καρπούς αλλά και ζωικούς οργανισμούς.
Μάλιστα, τα ημίαιμα που προκύπτουν από τη διασταύρωση οικόσιτων με αγριόχοιρους έχουν υψηλότερο αναπαραγωγικό δυναμικό.
Αναπαράγονται μία επιπλέον φορά ανά δύο χρόνια και γεννούν μέχρι 10 – 12 μικρά ανά τοκετό. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι αγριόχοιροι αυξάνονται πληθυσμιακά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και μαζί με αυτούς αυξάνονται και οι θηρευτές τους, κυρίως δε οι λύκοι».
Η πληθυσμιακή αυτή έκρηξη είναι η αιτία που οι αγριόχοιροι αρχίζουν, σύμφωνα με τους επιστήμονες, να καταλαμβάνουν και περιοχές που είναι υποβαθμισμένες για τα ζώα, «όπως είναι τα ανθρώπινα περιβάλλοντα, οι αγροτικές και περιαστικές περιοχές», συμπληρώνει ο Δ. Μπακαλούδης, ο οποίος εξηγεί πως το συγκεκριμένο ζώο έχει πολύ δυνατή όσφρηση, «γι’ αυτό και η άμεση και τακτική αποκομιδή των σκουπιδιών είναι το νούμερο ένα μέτρο, προκειμένου να μην έχουμε άγρια ζώα, κοντά στον αστικό ιστό».
Την ίδια στιγμή, φαίνεται πως έχει μειωθεί το ενδιαφέρον για τη θήρευση των αγριόχοιρων, εξαιτίας εμφάνισης ασθενειών, γεγονός που ευνοεί την πληθυσμιακή αύξησή του.
«Εδώ και περίπου έξι χρόνια με υπουργική απόφαση συγκροτούνται ειδικά συνεργεία δίωξης των αγριόχοιρων, τα οποία παρουσία της δασικής υπηρεσίας, μπορεί να κυνηγούν αγριογούρουνα όλο τον χρόνο, και εκτός, δηλαδή, περιόδου θήρας. Το σίγουρο είναι πως η αύξηση του πληθυσμού των άγριων αυτών ζώων θα μας απασχολήσει αρκετά από εδώ και πέρα».