Ελλάδα και γεωπολιτική αναβάθμιση της Τουρκίας | Ειδησεις
Η ουσιαστική αναβάθμιση της Τουρκίας μετά την κρίσιμη αλλαγή στη Συρία προκαλεί αμηχανία στην ελληνική πλευρά.
Τα παραδοσιακά στερεότυπα που παρουσιάζουν την Τουρκία ως μια χώρα σε συνεχή κρίση και υποχώρηση σε σχέση με την «ευρωπαϊκή» και «δυτική» υποστήριξη που απολαμβάνει η Ελλάδα, δυσχεραίνουν την κατανόηση των εξελίξεων στη Συρία. Αυτές οι εξελίξεις έχουν οδηγήσει σε μια σημαντική ανατροπή των πραγματικών συσχετισμών, δημιουργώντας νέα δεδομένα για την ελληνική πλευρά.
Αυτό έγινε εμφανές από την κάπως αμήχανη αντίδραση της ελληνικής πλευράς στα δημοσιεύματα του τουρκικού Τύπου σχετικά με την πιθανή έναρξη συζητήσεων για μια τουρκοσυριακή συμφωνία οριοθέτησης των ΑΟΖ. Μάλιστα, οι όροι αυτής της συμφωνίας ενδέχεται να περιλαμβάνουν το «Ψευδοκράτος», επηρεάζοντας αρνητικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Το ζήτημα δεν περιορίζεται μόνο στα συγκεκριμένα δημοσιεύματα ή στο πώς θα αποτραπεί ένα νέο «τετελεσμένο», πιθανώς πιο σημαντικό από αυτό που προέκυψε από το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Το πραγματικό πρόβλημα είναι η συνειδητοποίηση του μεγέθους της ανατροπής που έχει συντελεστεί στην περιοχή.
Ανεξαρτήτως της δυνατότητας αποτίμησης των εσωτερικών κοινωνικών χαρακτηριστικών του «καθεστώτος Άσαντ», όπως η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων, η ενίσχυση του αυταρχισμού και της καταστολής, η διαφθορά που έχει γίνει ενδημική και η πλήρης ανικανότητα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της συριακής κοινωνίας για δημοκρατία, συμπερίληψη και κυρίως κοινωνική δικαιοσύνη, η Συρία παρέμεινε σε γεωπολιτικό επίπεδο μια χώρα που διατηρούσε στοιχεία της κληρονομιάς του Αραβικού Εθνικισμού. Αυτό σήμαινε ότι, λόγω και του μεγέθους της, λειτουργούσε ως αντίβαρο στις επιρροές της Τουρκίας, καθώς και σε ορισμένες πτυχές των δυτικών και ισραηλινών στρατηγικών στην περιοχή.
Αυτή τη στιγμή, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Η Συρία διοικείται – και πιθανότατα θα συνεχίσει να διοικείται για αρκετό καιρό – από ένοπλες οργανώσεις με ισλαμιστική κατεύθυνση, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό εξαρτώνται από την Τουρκία για τον εξοπλισμό και τη χρηματοδότησή τους. Είναι προφανές ότι η προετοιμασία για την άμεση επίθεση και κατάληψη της εξουσίας, που περιλάμβανε τον συντονισμό μεταξύ των καθαρά φιλοτουρκικών δυνάμεων και της HTS, απαιτούσε τη συμμετοχή της τουρκικής πλευράς. Η Τουρκία ήδη ελέγχει τμήματα του συριακού εδάφους, έχει άμεσες επαφές με τη νέα πολιτική κατάσταση στη Δαμασκό και διαθέτει έναν μεγάλο αριθμό Σύριων προσφύγων στο έδαφός της – τους οποίους γενικά δεν αντιμετωπίζει ως «υβριδική απειλή» όπως η ΕΕ και επιθυμεί να δει να επιστρέφουν. Παράλληλα, έχει την τεχνολογική υποδομή για να διεκδικήσει σημαντικό μερίδιο στην ανοικοδόμηση της Συρίας, υπό την προϋπόθεση ότι οι χώρες του Κόλπου θα προσφέρουν τη χρηματοδότηση.
Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι οι κυβερνήτες της Συρίας, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν τρομοκράτες, απολαμβάνουν πλέον ουσιαστική αναγνώριση από τη Δύση, η οποία δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα στο ότι παρέχουν συνεχείς διαβεβαιώσεις ότι δεν αποτελούν απειλή για το Ισραήλ και δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κατάσταση στην Παλαιστίνη, δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες για την Τουρκία να εδραιώσει τον ειδικό της ρόλο στη νέα Συρία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, καθώς η Τουρκία έχει ήδη επαφές και συνομιλίες με τους νέους κυβερνήτες, καθιστώντας την τον κύριο εκπρόσωπο της «διεθνούς κοινότητας» στις διαπραγματεύσεις μαζί τους.
Η ανακοίνωση για το επικείμενο τουρκοσυριακό σύμφωνο σχετικά με τις ΑΟΖ έρχεται να επισημάνει ακριβώς αυτό. Δείχνει ότι η Τουρκία ήδη εκμεταλλεύεται τον νέο συσχετισμό δυνάμεων για να προχωρήσει σε ενέργειες που αφορούν τα ελληνοτουρκικά ζητήματα. Αυτό υποδηλώνει ότι η πολιτική των χαμηλών τόνων που ακολουθήθηκε τα τελευταία τέσσερα χρόνια, καθώς και η έναρξη μιας διαδικασίας διαλόγου – η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα πέρα από την «αποκλιμάκωση» – δεν συνεπάγεται αυτόματα το τέλος των διεκδικήσεων. Αντιθέτως, φαίνεται ότι η Τουρκία τώρα αισθάνεται ότι μπορεί να προβάλλει τις διεκδικήσεις της από μια πιο ισχυρή θέση.
Απέναντι σε όλα αυτά, η απλή αναφορά στο διεθνές δίκαιο ή στους ευρωπαϊκούς και άλλους διεθνείς θεσμούς, όπως αποτυπώθηκε στις ανακοινώσεις της ελληνικής πλευράς, δείχνει περισσότερο αμηχανία παρά αποφασιστικότητα. Αυτό συμβαίνει διότι είναι προφανές ότι σε ένα μεταβαλλόμενο τοπίο, όπου η Δύση, αποδεχόμενη τις συστηματικές παραβιάσεις βασικών κανόνων διεθνούς και ανθρωπιστικού δικαίου από το Ισραήλ, έχει υποβαθμίσει την έννοια του διεθνούς δικαίου, και όπου η πολιτική ανατροπή στη Συρία αντιμετωπίζεται θετικά από ένα ευρύ φάσμα δυνάμεων – αν και για διαφορετικούς λόγους – είναι πολύ δύσκολο αυτή τη στιγμή μια απλή αναφορά στη νομιμότητα να έχει πραγματική αποτελεσματικότητα.
Ταυτόχρονα, όλα αυτά αναδεικνύουν ότι ένα συγκεκριμένο αφήγημα, το οποίο υποστήριξε ότι οι στρατηγικές επιλογές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια συνιστούν μια ταυτόχρονη στήριξη στη «σωστή πλευρά της ιστορίας» και μια προσπάθεια απομόνωσης της Τουρκίας ή ενίσχυσης αντισυσπειρώσεων εναντίον της, απλώς δεν αντέχει στην πραγματικότητα.
Πηγή: Pagenews.gr
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Source link