ΕΛΛΑΔΑ

Εκανε το μειονέκτημα πλεονέκτημα – ΤΑ ΝΕΑ

yyy

Θυμάμαι πότε είδα για πρώτη φορά τον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη. Ηταν κάπου στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980, όταν μια μέρα εισέβαλε στα γραφεία του «Ταχυδρόμου» στη Χρήστου Λαδά. Και χρησιμοποιώ συνειδητά το ρήμα «εισέβαλε» διότι ο Ιάσονας δεν έμπαινε απλώς σε έναν χώρο, από την πρώτη στιγμή τον καταλάμβανε με την πληθωρική παρουσία του. Κι αυτό πριν γίνει γνωστός από τις τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές του. Ετσι ήταν η φτιαξιά του από μικρό παιδί. Οπως μου άρεσε να τον φαντάζομαι, γι’ αυτό και του ζητούσα συχνά να μου διηγείται ιστορίες και στιγμιότυπα από τα παιδικά του χρόνια που έμοιαζαν με κινηματογραφικές σκηνές. Διότι αυτό ήταν και ο ίδιος. Μια προσωπικότητα που έμοιαζε σκηνοθετημένη. Σαν ένας ρόλος, που ήταν όμως η απόλυτη αλήθεια του.

Εκείνη την πρώτη μέρα μάλιστα υπήρχε ένας ακόμη λόγος να τον προσέξουμε. Είχε έρθει κατευθείαν από τη βάση όπου έκανε τη θητεία του, ντυμένος με τα ναυτικά του, και μάλιστα έχω την εντύπωση ότι, επειδή ήταν καλοκαίρι, φορούσε κοντό παντελόνι. Και έμοιαζε σαν μια διαχρονική φιγούρα, βγαλμένη λες από μυθιστόρημα της γενιάς του ’30. Τότε λοιπόν τον πρωτοείδα και τότε τον γνώρισα καθώς αυτά τα δύο δεν συμπίπτουν πάντα. Οι άνθρωποι, ειδικά στη δεκαετία των είκοσί τους χρόνων, συνήθως συστήνονται ως αυτό που θέλουν να δείξουν ή νομίζουν ότι είναι και όχι αυτό που είναι στην πραγματικότητα. Οχι από υποκρισία, αλλά γιατί απλώς δεν έχουν βρει ακόμη τα πατήματά τους. Με τον Ιάσονα δεν συνέβαινε αυτό. Δεν στρογγύλευε τις απόψεις του, δεν ήθελε να συντονιστεί με την κοινή και περιρρέουσα γνώμη ούτε να γίνει αρεστός σε κάποιους ακόμη και εκείνη την εποχή που προσπαθούσε ακόμη να ενταχθεί επαγγελματικά στον χώρο.

Από τότε άρχισε μια φιλία, μια ουσιαστική σχέση στην οποία το χιούμορ του, η απαράμιλλη ατάκα του, οι ατελείωτες πληροφορίες που με χαρά μοιραζόταν (στις εποχές που δεν υπήρχε Google, το «Να πάρουμε τον Ιάσονα» ήταν η άμεση αντίδραση όταν είχαμε ακόμη και την πιο ειδική απορία σε σχέση με τον ελληνικό κινηματογράφο αλλά και για πολλά άλλα) ήταν μόνο η πρόφαση. Επί της ουσίας θαύμαζα αυτό το παιδί που ήρθε από το πουθενά και εγκαταστάθηκε στα media επιβάλλοντας τους δικούς του όρους.

Στην πρώτη εποχή της ιδιωτικής τηλεόρασης, όταν το ζητούμενο ήταν η λουστραρισμένη ομορφιά, επέβαλε στους δέκτες την καρτουνίστικη φατσούλα του. Και έκανε ραδιόφωνο σε πείσμα αυτών που τον αποθάρρυναν λόγω της χαρακτηριστικής «δυσανάγνωστης» φωνής του που μασούσε τα σύμφωνα, γρασάριζε στο «ρο», ξέφευγε κάποιες φορές σε ταχύτητα. Και πάντα αναρωτιόμουν: ήταν το πείσμα του να ξεπεράσει όλα αυτά που καλλιέργησε το ταλέντο επικοινωνίας και συσσώρευσης γνώσης ή το ταλέντο του τροφοδότησε το πείσμα του; Το σίγουρο ήταν πως ο Ιάσονας, χωρίς τυμπανοκρουσίες και τσιτάτα και χωρίς να μιλάει για το bullying που είχε υποστεί στα μικράτα του, κατόρθωσε να μετατρέψει τα μειονεκτήματά του σε πλεονεκτήματα. Επειδή όχι μόνο δεν διανοήθηκε να τα καμουφλάρει, αλλά, το αντίθετο, τα τόνιζε και τα πρόβαλλε.

Με τη δύναμη της γνώμης του

Αναρωτιόμουν τι ήταν αυτό που έδινε αυτήν τη δύναμη στον Ιάσονα. Κατέληξα στο ότι ήταν η τεράστια αγάπη του για το αντικείμενό του. Τον ελληνικό κινηματογράφο, τους ασπρόμαυρους και τεχνικολόρ μύθους, τη μουσική μας παράδοση. Από εκεί αντλούσε και τη σιγουριά να λέει και να υπερασπίζεται τη γνώμη του ακόμη και κόντρα στο περιβάλλον ή ακόμη και στο συμφέρον του. Είχε μια μοναδική ικανότητα να μιλάει ανάλαφρα για πράγματα σοβαρά και να επενδύει σοβαρότητα σε αυτά που οι πολλοί θεωρούν ανάλαφρα. Οταν συναντιόμασταν τυχαία στον δρόμο, μπορούσε, αντί να χαιρετηθούμε, να στήσει ένα χιουμοριστικό σκετς. Αλλά στη στροφή, εκεί που δεν τον έβλεπε κανείς, μπορούσε να δακρύσει. Γιατί ο «έξω φωνή» Ιάσονας ένα μόνο πράγμα κατάφερε να κρύβει μέχρι τέλους. Την ευαισθησία του.

Τελευταία Νέα

Source link

Related Articles

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to top button