Πολλά κείμενα γράφονται αυτές τις μέρες για τον Κώστα Σημίτη. Στο ελάχιστο που μου αναλογεί με βάση την προσωπική μας σχέση, θα αναφερθώ σε δυο περιστατικά από το μάλλον μακρινό πια παρελθόν, όταν ο Κώστας Σημίτης (Κ.Σ.) ήταν ακόμη ελάχιστα γνωστός στο ευρύ κοινό. Ησσονος σημασίας προφανώς τα δυο περιστατικά, ενδεικτικά ωστόσο τόσο της εποχής όσο και της προσωπικότητας, του χαρακτήρα και των αρετών του Κώστα Σημίτη.
Γνώρισα τον Κώστα Σημίτη το καλοκαίρι του 1975 έστω και χωρίς… να τον γνωρίζω ακόμη. Μέλος του Γραφείου Διεθνών Σχέσεων του ΠΑΣΟΚ εγώ τότε, ήμουν επιφορτισμένος να παρακολουθώ τις εξελίξεις ως προς την πρόταση του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSF) για συνεργασία και συντονισμό δράσης των σοσιαλιστικών κομμάτων της Νότιας Ευρώπης. Πριν καλέσει τους άλλους σοσιαλιστές ηγέτες να συναντηθούν, ο Μιτεράν είχε οργανώσει μια άτυπη προπαρασκευαστική σύσκεψη το εξοχικό του, στη Νοτιοδυτική Γαλλία. Ως εκπρόσωπος του Ανδρέα Παπανδρέου, στη σύσκεψη είχε πάρει μέρος ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος εκείνη την εποχή βρισκόταν νομίζω στη Γερμανία, εν μέρει μάλιστα αποστασιοποιημένος από τα εσωτερικά του ΠΑΣΟΚ λόγω των πρόσφατων τότε διαγραφών όχι μόνο κορυφαίων στελεχών της Δημοκρατικής Αμυνας, όπως γράφεται συνήθως, αλλά και στενών συνεργατών του Παπανδρέου στο ΠΑΚ (Αγγέλα Κοκκόλα, Γιώργος Κίσσονας, Χρήστος Παπαθανασίου, Γιώργος Ζυγογιάννης, Γιώργος Τσουγιόπουλος, Σπύρος Καβουνίδης κ.ά.).
Τότε, λοιπόν, έφτασε στα χέρια μου ένα κείμενο που είχε συντάξει ο Κώστας Σημίτης, με θέμα όχι μόνο όσα συζητήθηκαν στο εξοχικό του Μιτεράν αλλά και τις προοπτικές του όλου εγχειρήματος. Ηταν ένα πυκνογραμμένο χειρόγραφο, το θυμάμαι σαν να το βλέπω μπροστά μου. Εντυπωσιάστηκα. Ηταν η πρώτη φορά που ως μέλος/στέλεχος του ΠΑΣΟΚ διάβαζα ένα κείμενο άρτιο, με σαφείς τοποθετήσεις και οξυδερκείς επισημάνσεις. Θα έπρεπε ίσως κάποιος να έχει ζήσει «από μέσα» εκείνους τους ηρωικούς όσο και χαοτικούς πρώτους μήνες του ΠΑΣΟΚ για να αντιληφθεί πόσο ασυνήθιστο μου φάνηκε ότι ένα στέλεχος διατύπωνε τις πολιτικές του εκτιμήσεις και προτάσεις σε ένα τόσο καλογραμμένο και τεκμηριωμένο κείμενο.
Σύντομα η γνωριμία μου με τον Κώστα Σημίτη έπαψε να είναι μόνο «μέσω κειμένου». Χωρίς να έχουμε άμεση ή μόνιμη επαφή μεταξύ μας, υπήρχε αμοιβαία εκτίμηση, βασισμένη εν πολλοίς στη νηφάλια στάση (όχι και τόσο κοινή στο ΠΑΣΟΚ της εποχής εκείνης) στα λεγόμενα εθνικά θέματα και στην κοινή ανησυχία μας για (ήδη τότε ορατά) φαινόμενα ακραίου λαϊκισμού – έστω και αν ο όρος λαϊκισμός δεν ήταν ακόμη «ευρείας χρήσεως».
Πρέπει, λοιπόν, να ήταν αρχές 1977, όταν ο Κώστας Σημίτης, μέλος πλέον του Εκτελεστικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ και επανενεργοποιημένος στα κομματικά δρώμενα, με κάλεσε στο γραφείο του, στην οδό Ακαδημίας, και μου πρότεινε να μετάσχω σε μια άτυπη και αφανή ομάδα στελεχών, επιφορτισμένη με τον πολιτικό σχεδιασμό, και ειδικότερα με την προετοιμασία του κόμματος για τις επόμενες εκλογές. Οταν του είπα ότι είχα ήδη πάρει απόφαση να αποχωρήσω από το ΠΑΣΟΚ, μου απάντησε πολύ φιλικά πως, αν και σε πολλά απ’ όσα επισήμαινα είχα δίκιο, όσοι είχαμε ανάλογες απόψεις και επιφυλάξεις οφείλαμε «να δώσουμε τη μάχη από μέσα». Με τη σειρά μου, απάντησα πως, κατά τη γνώμη μου, δεν υπήρχε τέτοια δυνατότητα, αφού το πλαίσιο ήταν δεδομένο και τα περιθώρια προδιαγεγραμμένα. Εκ των υστέρων, θα τολμούσα να πω ότι δεν ξέρω ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο. Αλλωστε, η πραγματικότητα έχει πάντοτε δύο όψεις, ενίοτε και περισσότερες από δύο. Χωρίς να θέλω να παραδοξολογήσω ή να παρακάμψω το ερώτημα με διπλωματικές διατυπώσεις, τείνω να πιστέψω ότι ίσως είχαμε δίκιο και οι δυο, ο καθένας από τη σκοπιά του. Στο κάτω κάτω, η «ανθεκτικότητα» του Σημίτη απέναντι στον παπανδρεϊσμό εν πολλοίς δικαιώθηκε τελικά.
Ο Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής
Source link