Το έργο παίζεται ξανά από την αρχή. Κομματικοί στρατοί επανενεργοποιούνται, τα social media γεμίζουν και πάλι κατάρες, η συνωμοσιολογία αρχίζει να χτυπά κόκκινο, τραγικές ιστορίες εργαλειοποιούνται ώστε η πλατεία να γεμίσει ξανά. Ο δημόσιος λόγος αρχίζει και πάλι να διατυπώνεται με κραυγές έμπλεες μίσους, δημοσιογράφοι και δημοσιολόγοι μετατρέπονται σε εισαγγελείς διαγκωνιζόμενοι ποιος θα φωνάξει πιο δυνατά σε ένα ατέρμονο παιχνίδι εντυπωσιασμού, με λόγο καταγγελτικό διανθισμένο με εκείνον τον λαϊκισμό που πριν από περίπου μία δεκαετία είχε οδηγήσει μέσω της ίδιας διαδρομής στον συλλογικό μας παροξυσμό.
Πολιτικοί παίζουν ξανά το μόνο παιχνίδι που ξέρουν: Της όξυνσης, της τοξικότητας, του διχασμού. Κομματικά στελέχη αποκαλούν με οίηση σε τηλεοπτικά πάνελ «δολοφόνους» συναδέλφους τους πολιτικούς άλλων κομμάτων, σε τηλεδίκες με αβασάνιστα συμπεράσματα, απερίσκεπτη διασπορά fake news, σκόπιμη παραπλάνηση. Ακόμα και για τα πιο ευαίσθητα θέματα. Εμποροι του πόνου έφτασαν στο σημείο να σχολιάζουν στα social media ακόμα και τον γιο της εισαγγελέως Λάρισας διατυπώνοντας ως ερωτήματα αισχρές θεωρίες συνωμοσίας, χωρίς να σέβονται στοιχειωδώς ούτε τον πόνο των δικών του ανθρώπων. Ολα στον βωμό του πολιτικού παιχνιδιού ως και η ίδια η Δημοκρατία.
Ακύρωση της διάκρισης των εξουσιών, απαξίωση της Δικαιοσύνης. Ανάλογα βέβαια με την υπόθεση. Ηταν μόλις 4 μήνες πριν, τον Οκτώβριο, όταν η Δικαιοσύνη αποφάσισε να επιβάλει ποινές χάδι για την τραγωδία με τους 25 νεκρούς στη Μάνδρα. Ως εκ θαύματος όμως ούτε οργισμένα hashtags εμφανίστηκαν, ούτε τραγούδια γράφτηκαν από αυξημένης ενσυναίσθησης καλλιτέχνες, ούτε ευαίσθητοι δημοσιολογούντες εξερράγησαν από δίκαιη οργή. Κανείς δεν έκλαψε για τη μητέρα κ. Χαρά Μακαρούνα, που πριν από 4 μήνες έλεγε στο MEGA: «Εχασα το παιδάκι μου 36 ετών. Μπορούσαν απλά να έκλειναν τον δρόμο. Από χθες που βγήκε η απόφαση είμαι με φάρμακα. Και δεν ντρέπονται. Δεν μας κοιτούν στα μάτια να δουν τον πόνο και τι έχουμε βιώσει 7 χρόνια και έρχονται και μου λένε ότι φταίει το παιδί μου που πήγε στη δουλειά για 25 ευρώ». Δεν θυμόμασταν το όνομά της. Δεν το μάθαμε ποτέ. «Βιώσαμε εμπαιγμό, το βλέπαμε ότι θα έβγαιναν λάδι όλοι οι κατηγορούμενοι. Πνίγηκε το παιδί την ώρα που μιλούσε στο τηλέφωνο γιατί κανένας δεν ειδοποίησε να μην ξεκινήσουν το πρωί από τα σπίτια τους». Για έναν παράξενο λόγο δεν βρέθηκε ούτε ένας από τους γνωστούς ευαίσθητους καλλιτέχνες να γράψει ένα οργισμένο τραγούδι που όλοι οι πολιτικοί υπεύθυνοι κρίθηκαν αθώοι. Η δίκη που έγινε σε δεύτερο βαθμό καταδίκασε μόνον τρεις από τους συνολικά οκτώ κατηγορούμενους, οι οποίοι πρωτόδικα είχαν καταδικαστεί με πολυετείς φυλακίσεις. Τελικά, οι ποινές που ορίστηκαν ήταν 14 ως 18 μήνες φυλάκιση με τριετή αναστολή, συνεπώς ουδείς πέρασε το κατώφλι των φυλακών.
Και πριν από 10 μήνες, όμως, τον περασμένο Απρίλιο έγινε κάτι που για έναν ανεξήγητο λόγο δεν χτύπησε ευαίσθητα αντανακλαστικά. Ο μαρτυρικός θάνατος 104 πολιτών στο Μάτι και ο σοβαρότατος τραυματισμός εκατοντάδων άλλων από τραγικά λάθη, πολιτική ανεπάρκεια και επιχειρησιακές παλινωδίες που αποδόθηκαν σε 21 κρατικούς λειτουργούς δεν οδήγησαν κανέναν στη φυλακή. Μόνο 6 κρίθηκαν ένοχοι, για πλημμεληματικού χαρακτήρα όμως αδικήματα και αφέθησαν όλοι ελεύθεροι. Τι κι αν οι εισαγγελείς στην αξιολόγηση του υλικού της δικογραφίας είχαν κάνει λόγο για «απόλυτη ασυνεννοησία, χάος και κατάρρευση του συστήματος, γενικευμένες ευθύνες των συναρμόδιων υπηρεσιών, εγκληματικά λάθη και σωρεία παραλείψεων στο στάδιο της πρόληψης». Και πάλι ουδείς σκέφτηκε να οργανώσει συναυλία κατά της συγκάλυψης ή να κρεμάσει μαύρο πανό σε κομματικό γραφείο.
Στο φόντο του πολιτικού παιχνιδιού, οι πολίτες. Που θέλουν τιμωρία των υπαίτιων όλων των τραγωδιών. Για όλες τις τόσο άδικα χαμένες ψυχές. Των 25 της Μάνδρας, των 104 στο Μάτι, των 57 των Τεμπών.
Γιατί οι πολίτες που βγαίνουν στον δρόμο θέλουν πραγματικά «Δικαιοσύνη παντού». Παντού.
Source link