ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Uncategorized

Δεν είμαι σύμβολο, είμαι λαϊκό στοιχείο: Η Μελίνα Μερκούρη με δικά της λόγια

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ


Γενναία ακτιβίστρια στην περίοδο της δικτατορίας, διορατική πολιτικός που ανέδειξε το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα σε οικουμενικό αίτημα, η Μελίνα Μερκούρη είναι πάντα εδώ.

Ως πολιτικός ίδρυσε τις Πολιτιστικές Πρωτεύουσες και οραματίστηκε το Μουσείο της Ακρόπολης, ως σταρ ερωτεύτηκε την τέχνη και το κοινό της, ως γυναίκα υπερασπίστηκε τη δύναμη του φύλου της.

Η Μαρία-Αμαλία Μερκούρη (Μελίνα, από μωρό) γεννήθηκε στις 18 Οκτωβρίου του 1920 στην Αθήνα, από οικογένεια πολιτικών. Ήταν κόρη του στρατιωτικού και πολιτικού Σταμάτη Μερκούρη, εγγονή του γιατρού και πολιτικού αλλά και μακροβιότερου δήμαρχου Αθηναίων Σπύρου Μερκούρη. Είχε την πολιτική στο αίμα της, από την αρχή μέχρι το τέλος.

Παθιασμένη, αποθέωσε και αποθεώθηκε, έγινε σύμβολο, μούσα, ερωμένη, πιστή σύζυγος, ερωτευμένη παρθένα στα 14 της, και αιώνια πιστή σε ένα, το αέναα πύρινο φως της.

Η Μελίνα Μερκούρη πέρασε στην αθανασία το κυριακάτικο μεσημέρι της 6ης Μαρτίου του ’94.

Δύο 24ωρα μετά, η σορός της έφθασε από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα και ύστερα από δύο μέρες έγινε η κηδεία.

Η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύτηκε με τιμές εν ενεργεία πρωθυπουργού, λες και είχε σχεδιάσει να ρίξει την αυλαία της παράλληλα με την Ημέρα της Γυναίκας. Τη Γυναίκα που με πάθος υπερασπίστηκε, πάλεψε να αναβαθμίσει, να αναδείξει και να σμιλέψει γιατί η Μελίνα γνώριζε ότι η ζωή είναι γένους θηλυκού.

Κάποτε, όταν τη ρώτησαν «Τι αγαπήσατε περισσότερο στη ζωή σας;» η Μελίνα Μερκούρη απάντησε: «Ό,τι μου χάρισαν, ό,τι κέρδισα, ό,τι στερήθηκα. Μόνον αυτά!»

Αυτή είναι η αιώνια Μελίνα με δικά της λόγια:

«Μοιρολατρία σημαίνει υποταγή. Προορισμός του ανθρώπου είναι η αντίσταση, η προσπάθεια και ο αγώνας.»

«Βρίσκω πως αν δεν έχεις ερωτευτεί, αν δεν έχεις αγαπήσει, έχεις χάσει πάρα πολλά πράγματα στον κόσμο και δεν μπορείς ν’αγαπάς και τους συνανθρώπους σου. Χρειάζεται ο έρωτας. Είναι από τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή. Η επανάσταση και ο έρωτας!»

«Δεν προσποιήθηκα! Η προσποίηση για μένα είναι κάτι χυδαίο. Απλά και μόνο, έζησα και μίλησα, όπως ήθελα! Χωρίς να υπολογίσω τίποτα και κανέναν! Με όποιο κόστος!»

«Δεν είμαι περήφανη για το τί έκανα μέσα στην κατοχή. Ήμουνα τολμηρή, ιδιωτικά τολμηρή. Δεν ήμουνα για την Ελλάδα, δεν έκανα αντίσταση και ίσως είναι η μόνη τύψη που έχω στη ζωή μου».

«Ήμουν ένα αγοροκόριτσο, στο σχολείο ήμουν η τελευταία, ήμουν το σκάνδαλο, ήμουν μια αφόρητη. Τι σκασιαρχεία, τι δράματα σκοτεινά! Δεν έκανα φάρσες απλώς, έκανα πετροπόλεμο, κάπνιζα μέσα στην τάξη, οι καθηγητές παρακαλούσαν να με διώξουν, και με είχαν διώξει απ’όλα τα ιδιωτικά σχολεία, κατέληξα στο Β΄Γυμνάσιο. Αλλά από την τάξη τη δική μου βγήκαν τα ωραιότερα και τα πιο τρελά κορίτσια της Αθήνας.»

«Εγώ γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας»

«Την εξουσία δεν την αισθάνθηκα σαν υπουργός. Την αισθάνθηκα σαν σταρ του Μπρόντγουεϊ».

«Δεν πιστεύω ότι είμαι σύμβολο. Είμαι λαϊκό στοιχείο»

«Παντού μου μιλάνε οι άνθρωποι στον δρόμο. Κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Μου λένε ένα σωρό πράγματα: ή ένα δικό τους πρόβλημα ή αναφέρονται σε μένα. Λόγου χάριν, ‘Μην καπνίζεις, Μελίνα, σου κάνει κακό’. Θείο μού φαίνεται αυτό. Νοιάζονται, βρε παιδί μου. Ή ‘Πες του Ανδρέα ότι δεν αντέχουμε άλλο, να τελειώνουμε μ’ αυτούς. Να κάνουμε κάτι να φύγουνε αυτοί’. Ή μου λένε ‘Είσαι καλά τώρα, ε;’ Μου κλείνουν το μάτι, σαν να μου λένε συνεννοηθήκαμε, ε;΄».

«Ελπίζω να δω τα Μάρμαρα πίσω στην Αθήνα προτού πεθάνω. Αν όμως έρθουν αργότερα, εγώ θα ξαναγεννηθώ».

«Στα δεκατέσσερα μου χρόνια γνώρισα την πρώτη μου αγάπη και θέλησα να πεθάνω. Υπήρξαν κι άλλες αγάπες αργότερα, αλλά ποτέ δεν ξανασκέφτηκα να πεθάνω για έναν άντρα».

«Δεν ζηλεύω τίποτα το ανδρικό. Το θαυμάζω πολλές φορές αλλά δεν θα άλλαζα με τίποτα το δικαίωμα να είμαι γυναίκα» έλεγε.

«Νομίζω ότι ήταν πάντα ένας καθρέφτης τα μάτια μου, διότι ποτέ δεν μου επέτρεπαν να πω ψέματα. Αν άρχιζα να λέω ένα ψέμα, τα μάτια μου διέψευδαν το ψέμα. Αυτό το είχα από μικρό κορίτσι. Κι έτσι με πρόδιδαν και τις έτρωγα πάντοτε από τους δικούς μου. Και όταν έλεγα ένα καλά φτιαγμένο ψέμα, τα μάτια μου έλεγαν το αντίθετο. Νομίζω ότι τα μάτια μου καθρεφτίζανε πάντοτε την αλήθεια. Καθρεφτίζανε την ψυχή μου. Εκεί μπορούσες να δεις την πλήξη μου, τη βαρεμάρα, τη γνώση, τον θαυμασμό, τον σαρκασμό, τον αυτοσαρκασμό. Όλα αυτά ηχούν περίεργα, εγωιστικά, υπεροπτικά».

«Το να μην αγωνίζεσαι. Μια πλήξη. Μια κούραση απερίγραπτη. Πάντα έρχεται κάτι και πρέπει να ζώσεις το ζωνάρι σου και να προχωρήσεις».

«Το θαύμα ήταν όταν πήγα στη συγκέντρωση για τη Μακεδονία στο Πεδίον του Άρεως. Την ώρα που πήγαινα να φύγω, πέσαμε επάνω σε μια μεγάλη ομάδα με παιδιά. Άρπαξαν λοιπόν τ’ αυτοκίνητο και το σήκωσαν επάνω. Τρομάξαμε γιατί εμείς ήμασταν μέσα. Φώναζαν ρυθμικά ‘Μελίνα-Μελίνα, Μελινάκι…’ Τότε πλησίασε ένας μπόμπιρας, 13-14 ετών, και έβαλε το πρόσωπό του στο τζάμι. ‘Τι φωνάζεις βρε’, του λέω, ‘πού με ξέρεις εσύ;’ Και τότε μου ’δωσε την απάντηση: ‘Άντε καλέ που δεν σε ξέρω. Εσύ δεν είσαι η Μαμά Ελλάς;’ Τρελάθηκα τότε. Με πήραν τα δάκρυα. Ένα παιδάκι 13 ετών μπορεί να σε συνταράξει, μπορεί να σε ταρακουνήσει, μπορεί να σε κάνει να νιώσεις ότι κάτι αντιπροσωπεύεις, αξίζει λοιπόν όχι να πεθάνεις, να πεθάνεις οκτακόσιες φορές για χάρη του».

«Ο Τσε [σσ. Γκεβάρα] είναι ένα παράδειγμα για μένα. Θα ήθελα πολύ να είχα τη δύναμη να ακολουθήσω τη δική του πολιτική».

«Οι Έλληνες ούτε τη δική μας επιτυχία δεν μπορούμε να κουμαντάρουμε. Ή καβαλάμε καλάμι και γινόμαστε αφόρητοι ή ζηλεύουμε τόσο πολύ κάποιον άλλον πιο πετυχημένο από μας. Είμαστε οι καλύτερες παρηγορήτρες της κηδείας. Οι καλύτερες μοιρολογίστρες. Αν είσαι δυστυχισμένος, όλοι μαζεύονται γύρω σου. Όλοι. Εγώ έχω αποδείξεις σ’ αυτό. Το έχω ζήσει. Όταν ήμουν άρρωστη με λάτρευε όλη η Ελλάδα…»

«Άμα δεν φλερτάρεις, γιατί να βγεις το βράδυ;Εφόσον δεν φλερτάρω, βαριέμαι. Ε, αυτή είναι η αλήθεια, ότι βαριέμαι. Το φλερτ είναι η αιτία για να βγεις».

«Φοβάμαι όταν στεγνώνουν τα ποτάμια και οι ψυχές των ανθρώπων. Αρχίζω να ελπίζω όταν υγραίνονται τα μάτια μας».

«Είχα μια ιδιαίτερα προνομιακή μεταχείριση από το ΠΑΣΟΚ. Η περίπτωσή μου είχε πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα για την Ελλάδα. Ήμουν γνωστή, από παιδί, αφού προέρχομαι από πολιτική οικογένεια. Έπαιξε μεγάλο ρόλο το ότι ήμουν εξορία και κινδύνευσα. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων ήμουν μπροστά στη μάχη και κράτησα, και γνώρισα στη ζωή μου τους πιο σημαντικούς ανθρώπους της πολιτικής, πολιτιστικής και καλλιτεχνικής ζωής».

«Είμαι πολύ αναρχική για να έχω εξουσία. Έχω αναρχικό μυαλό, δεν κάνω πράγματα που είναι τυποποιημένα».

«Όταν ζεις στην Ελλάδα, πρέπει να σκέφτεσαι με μεγάλα μεγέθη. Πρέπει να οραματίζεσαι μεγάλα πράγματα. Δεν σου επιτρέπεται να είσαι πολίτης αυτής της χώρας και να μην οραματίζεσαι το…ανέφικτο. Μόνο τότε θα γίνουν όλα εφικτά. Τα υπόλοιπα είναι κρατισμός».

«Ο ρατσισμός είναι ένας αργός θάνατος με κλειστά παράθυρα».

«Είχα μια ζωή πολύ δύσκολη, αλλά και πάρα πολύ εύκολη και ενδιαφέρουσα. Πιστεύω πως είμαι μια χημική ουσία, που δεν την έχουν πολλοί στην Ελλάδα. Ήμουν γυναίκα, γνωστή στον τόπο μου, έγινα γνωστή και στο εξωτερικό, όταν έγινε η αντίσταση. Τότε μπορούσα να έχω ένα βήμα και να εκφράζομαι: το θέατρο. Πιστεύω πως στα χρόνια αυτά φάνηκε η απέραντη αγάπη μου για την Ελλάδα και το λαό της. Αυτό δεν θα μου το αμφισβητήσει κανείς».

«Μου αμφισβητήθηκαν πολλά πράγματα, όμως δεν μπορεί να μου αμφισβητηθεί η απόλυτη αφοσίωσή μου σ’ αυτόν τον τόπο».

«Είναι υπέροχο να είσαι καλή ηθοποιός στο θέατρο, αλλά δεν είναι υπέροχο να είσαι καλή ηθοποιός ως πολιτικός. Δεν είναι καθόλου υπέροχο να πρεσβεύεις ορισμένα πράγματα και να το παίζεις με ένα δάκρυ ή ένα χαμόγελο, επειδή έχεις ένα ταλέντο».

«Θυμάμαι τα πρώτα χρόνια την οργή μου για το μαστίγωμα της γυναικείας μου υπόληψης, που χτυπήθηκε αλύπητα. Έπρεπε να έχω ανθρώπους εδώ μέσα οι οποίοι ποτέ δεν με κολάκευσαν. Εγώ βλέπετε δεν έχω αυλή, έχω φίλους… Αν θέλετε, η μεγάλη μου τύχη και η μεγάλη μου δεξιοτεχνία είναι πως δεν άφησα κόλακες να με περιστοιχίζουν. Δεν σιχαίνομαι τίποτα περισσότερο από την κολακεία. Κι έχω αυτό το ένστικτο, ν’ αντιλαμβάνομαι τον άνθρωπο που έρχεται δίπλα μου για να εκμεταλλευθεί τη θέση. Αυτό το έμαθα από μικρό παιδί, όταν ο παππούς μου ήταν δήμαρχος».

«[Η Ελλάδα] έχει το λαό της. Ο λαός που επιζεί, που μετά από τόσα βάσανα μπορεί να κάνει επιλογές. Είμαι ερωτευμένη με το λαό της Ελλάδας από τότε που γεννήθηκα. Εγώ δεν έχω γελάσει περισσότερο, δεν έχω συγκινηθεί περισσότερο απ’ ό,τι με τον ελληνικό λαό».

«Δεν είμαι η Μελίνα, είμαι η Μελίνα μας».

«Πρέπει να ξέρεις να φεύγεις τουλάχιστον πέντε λεπτά πριν σε παραιτήσουν».

«Μου αμφισβήτησαν πολλά πράγματα. Είναι και ελληνικό ελάττωμα και προσόν, γιατί σε κάνει να μην καβαλάς το καλάμι».

«Και ζήλεψα πολύ και ερωτεύτηκα πολύ και με ερωτεύτηκαν πολύ και θύμωσα πολύ και παίδεψα και με παίδεψαν και εκδικήθηκα και με εκδικήθηκαν».

«Το επάγγελμά μου δεν είναι ηθοποιός. Το επάγγελμά μου είναι Ελληνίδα. Δεν γνωρίζω πιο ωραίο και τιμητικό επάγγελμα».

«Η μισή ανθρωπότητα υποδουλώθηκε στην άλλη μισή λόγω φύλου, όχι εξαιτίας κάποιας άλλης ικανότητας. Το να είσαι γυναίκα αυτόματα σήμαινε και σημαίνει ακόμα σε πολλούς τομείς αποστέρηση δικαιωμάτων».

«Οι άνθρωποι οι πολύ δικοί μου με γνωρίζουν. Κι αυτοί είναι πολύ λίγοι. Δηλαδή, αν υπάρχει κάτι κρυμμένο, δεν το έκανα σκόπιμα. Είναι κάτι που ούτε εγώ γνώριζα την ύπαρξή του».

«Οι πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου ήταν όταν έπεσε η χούντα, την πρώτη φορά που έκανα έρωτα και την πρώτη φορά που έφαγα κρέμα καραμελέ».

«Η ελευθερία είναι το ζητούμενο αλλά η ελευθερία δεν χαρίζεται ποτέ. Κερδίζεται. Κι εκείνος που θα πρέπει να την κερδίσει και θα την κερδίσει είναι η γυναίκα».

«Δεν μου άρεσε μόνο μικρή να ζω τη νύχτα, μου άρεσε μέχρι που γνώρισα τον Ντασέν, μέχρι που άρχισε ο διαβολοκινηματογράφος».

«Γιατί μια θεατρίνα ζει τη νύχτα, γιατί εμείς δουλεύαμε 15 ώρες την ημέρα και περιμέναμε να ξεσκάσουμε το βράδυ. Πηγαίναμε και χορεύαμε στην Αρζεντίνα με ζωντανές ορχήστρες και μετά πηγαίναμε τα χαράματα και τρώγαμε πατσά. Τρελαινόμουν για τη νύχτα. Γιατί πίστευα ότι η ζωή είναι να δουλεύεις τη μέρα και να γλεντάς τη νύχτα. Μην ξεχνάς ότι είμαι και παιδί της Κατοχής. Και έτσι είχαμε μια δίψα απίστευτη για γλέντι με όλα αυτά που είχαμε ζήσει».

«Ό,τι έχει γραφεί στο πρόσωπό μου ή στο σώμα μου είναι τα παράσημά μου. Είναι οι πίκρες, τα βάσανα και οι καημοί, αλλά και οι χαρές που μου φτιάξανε αυτές τις ρυτίδες… Ε, λοιπόν, δεν μ’ ενδιαφέρει πόσες χαρακιές θα έχει το πρόσωπό μου, ας με χαράξει όσο θέλει ο χρόνος. Εγώ εδώ θα τον κοιτάζω κατάματα και θα παραδέχομαι πάντα ότι άξιζε τον κόπο να κάνει κανείς αυτό το ταξίδι».

«Η μεγαλύτερη μου έγνοια είναι ότι πεθαίνουμε όταν μας λησμονούν. Είναι κάτι που απεχθάνομαι…να μας λησμονούν».

Η αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη γεννήθηκε στις 18 Οκτωβρίου 1920 και απεβίωσε στις 6 Μαρτίου 1994.

Φωτογραφίες από Facebook/melinamercouriofficial

Τελευταία Νέα



Source link

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Back to top button