Advertisement
ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Μητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης: Αρχή άνδρα δείκνυσι – ΤΑ ΝΕΑ

Advertisement
Advertisement

Λίγες ημέρες πέρασαν από την κηδεία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κυρού Αναστασίου με το κενό που άφησε πίσω του τόσο στην Αλβανία όσο και ευρύτερα να μοιάζει αναπλήρωτο, όπως αναμφίβολα έγινε αντιληπτό από τις εκφράσεις ευγνωμοσύνης, θαυμασμού, αγάπης και αναγνώρισης που εκδηλώθηκαν από όλες τις μεριές.

Ομως, η εκκλησιαστική ζωή συνεχίζεται διασφαλίζοντας κάθε φορά την ενότητα της Εκκλησίας και τη διαποίμανση του πληρώματός της, ειδικά στην πολύπαθη Αλβανία.

Tο αμέσως επόμενο διάστημα, λοιπόν, θα ξεκινήσουν και επισήμως οι διαδικασίες για τη διαδοχή στην Εκκλησία της Αλβανίας.

Αυτή τη στιγμή όλα δείχνουν ότι νέος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας θα είναι ο τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου Μητροπολίτης Κορυτσάς Ιωάννης, κατά κόσμον Φατμίρ Πελούσι (1956-), σύμφωνα και με την επιθυμία του μακαριστού κυρού Αναστασίου, αλλά και όλων των εμπλεκόμενων στη διαδικασία εκλογής μερών.

Βέβαια, όλα αυτά μένει να επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία της εκκλησιαστικής διαδοχής σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Αλβανίας και να επισφραγιστούν από το Αγιο Πνεύμα.

Ο Φατμίρ Πελούσι (Fatmir Pelushi) είναι ξεχωριστή προσωπικότητα, με τη ζωή του να μοιάζει μυθιστορηματική.

Η οικογένειά του ήταν μουσουλμάνοι Μπεκτασήδες, ένα από τα μυστικά τάγματα των σούφι με σημαντική και διαχρονική παρουσία στα Βαλκάνια.

Μάλιστα, ο πατέρας του φυλακίστηκε ως «εχθρός του κράτους», ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης αυτής θρησκευτικότητάς του.

Ο Φατμίρ σε μικρή ηλικία το 1975, τελειώνοντας το σχολείο υιοθέτησε κρυφά από όλους τον χριστιανισμό ενάντια σε κάθε λογική, αφού το σκληροπυρηνικό καθεστώς του Χότζα (1944-1985) εξαπέλυε συστηματικά ανελέητους θρησκευτικούς διωγμούς με τον κίνδυνο σύλληψης, βασανισμού, θανάτου ή εξορίας να ελλοχεύει για τον νεαρό Φατμίρ.

Το 1979 βαπτίστηκε μυστικά από τον ιερέα Κοσμά, ο οποίος θα χειροτονούνταν αργότερα Επίσκοπος Απολλωνίας και του έδωσε το όνομα του Ιωάννη του Βαπτιστή.

Ο Πελούσι υπό αυτές τις συνθήκες υπήρξε ιδιαίτερα ενεργός μεταξύ των κρυπτοχριστιανών της Αλβανίας και διοχέτευε τη χριστιανική αγάπη του προς τον άνθρωπο σε ασθενείς ψυχιατρικής κλινικής.

Μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος σπούδασε θεολογία στην Ελληνορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού των ΗΠΑ, με υποτροφία από την εκεί αλβανική διασπορά, όπου και τελειοποίησε τα ελληνικά του.

Από νωρίς τον επέλεξε ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος ως τον πιο στενό συνεργάτη του και το 1994 τον χειροτόνησε διάκονο.

Λίγο αργότερα επέστρεψε στις ΗΠΑ για την ολοκλήρωση των σπουδών του έως το 1996, οπότε εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αλβανία, χειροτονήθηκε ιερέας και βοηθός πρύτανη στο Θεολογικό Σεμινάριο της Αναστάσεως του Χριστού στο Δυρράχιο.

Κατά την πρώτη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Αλβανίας ο Ιωάννης εξελέγη πρώτος επίσκοπος της Εκκλησίας της Αλβανίας και στις 20 Ιουλίου το 1998 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης με τον τίτλο Κορυτσάς διαθέτοντας έτσι και τα πρεσβεία χειροτονίας, στοιχείο καθοριστικό στη διαδικασία εκλογής.

Ακολουθώντας τα χνάρια του πνευματικού του κυρού Αναστασίου υπήρξε πολυγραφότατος και πολύ δραστήριος στο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό του έργο προκρίνοντας όμως πάντοτε την ποιμαντική πρακτική έναντι της ακαδημαϊκής θεολογίας.

Πολύ θετική εντύπωση προκαλεί η απλότητα του χαρακτήρα και του λιτού, σχεδόν ασκητικού βίου του επιλέγοντας μια απέριττη καθημερινότητα, ενώ εξίσου θετική απήχηση έχει η παρρησία του λόγου του, όταν κρίνει ότι πρέπει να ορθώσει το ανάστημά του προς όφελος των ανθρώπων.

Χαρακτηριστική είναι η ομιλία του ως εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Αλβανίας στη διεθνή συνάντηση Immaginare la pace που διοργάνωσε η Κοινότητα του Sant’ Egidio τον Σεπτέμβρη του 2024 και συμμετείχε ο γάλλος πρόεδρος Μακρόν.

Εκεί, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «η ειρήνη είναι ένας συνδυασμός δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη αν δεν υπάρχει δικαιοσύνη και δεν μπορεί να υπάρξει δικαιοσύνη αν δεν υπάρχει αλληλεγγύη» αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι έχει γαλουχηθεί με τις θέσεις του πνευματικού του πατέρα κυρού Αναστασίου.

Ωστόσο, σε περίπτωση εκλογής του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ορισμένα στοιχεία πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη.

Πρώτον, για τον ίδιο οποιαδήποτε σύγκριση με τον μακαριστό Αναστάσιο θα ήταν κατάφωρα άδικη και δεν πρέπει να γίνει, επειδή πέρα από κάθε αμφιβολία κανείς δεν δύναται να συγκριθεί μαζί του ως μοναδικός και αξεπέραστος σε όλα τα επίπεδα.

Δεύτερον, ο ίδιος θα πρέπει να ακολουθήσει κατά γράμμα τη διαθρησκευτική προσέγγιση του προκατόχου του απέναντι σε όλους τους θρησκευτικά διαφορετικούς της Αλβανίας αναδεικνύοντας τον διαθρησκειακό διάλογο σε επιλογή ζωής.

Τρίτον, θα κληθεί να ισορροπήσει εκκλησιαστικά προς όφελος όλων των Αλβανών και να μη συρθεί σε παιχνίδια πολιτικής σκοπιμότητας.

Είτε πρόκειται για τις ανεδαφικές δηλώσεις του αλβανού πρωθυπουργού περί δημιουργίας κυρίαρχου μουσουλμανικού κράτους του Τάγματος των Μπεκτασήδων στα Τίρανα, αντίστοιχο του Βατικανού, είτε πρόκειται για τη διορθόδοξη εκλησιαστική διελκυστίνδα για την πολύφερνη ουκρανική εκκλησία και τους πραγματικούς κινδύνους που ακόμη εγκυμονεί η σχετική συζήτηση.

Ο Μιχάλης Μαριόρας είναι αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας Θρησκευμάτων, Τμήμα Θεολογίας, ΕΚΠΑ

Τελευταία Νέα

Source link

Related Articles

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Back to top button