Παύλος Ντε Γκρες – Από την καλή και από την ανάποδη
Από την καλή
Τι έκανε τη βασίλισσα Ελισάβετ μια εμβληματική φιγούρα για το βρετανικό έθνος; Ο τρόπος που ενσάρκωσε τον συνταγματικό της ρόλο, έγραψαν στις νεκρολογίες τους μέχρι κι εφημερίδες όπως η Guardian, που δεν συγκαταλέγεται στα φύλλα του φιλομοναρχικού Τύπου.
Στα 70 χρόνια που πέρασε στον θρόνο, όχι μόνο δεν αποπειράθηκε να παρέμβει στα πολιτικά πράγματα – ακολουθώντας πιστά ό,τι ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης του Ηνωμένου Βασιλείου για τον εκάστοτε μονάρχη – αλλά πήγε την επιβεβλημένη αμεροληψία στην άκρη της: δεν εξέφρασε σε καμία περίσταση πολιτική άποψη δημόσια.
Ο τελευταίος βασιλιάς των Ελλήνων δεν συμπεριφέρθηκε ποτέ τόσο έξυπνα. Ούτε στο μικρό διάστημα που υπήρξε αρχηγός κράτους, ούτε μετά, όταν ήταν ο «τέως». Ο μεγαλωμένος στο Λονδίνο γιος του, Παύλος, – παρότι γαλουχήθηκε με την προσμονή του διαδόχου – από τη στιγμή που έγινε πατριάρχης της οικογένειας έδειξε να αντιλαμβάνεται τις διαθέσεις του ελληνικού κράτους και της κοινής γνώμης απέναντί της. Ετσι, έβαλε εαυτόν και 9 μέλη της να υπογράψουν πως σέβονται την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και το Σύνταγμα και να αποκτήσουν επώνυμο.
Οσο καιρό απασχολεί τα εγχώρια πρωινάδικα ή μεσημεριανάδικα δεν έδωσε την εντύπωση ότι ενοχλείται με την προσφώνηση «αυτού βασιλική υψηλότης». Ωστόσο, όποιοι τον παρακολουθούσαν χωρίς να εντυπωσιάζονται από τις προσκλήσεις σε ευρωπαϊκά κοσμικά σαλόνια που λαμβάνει, διέκριναν πως έχει επιχειρηματικό δαιμόνιο, το οποίο τον διαφοροποιεί από τους γεννήτορές του.
Η διαχείριση, ας πούμε, των κεφαλαίων του Ιδρύματος Αννα Μαρία (που συστάθηκε με την αποζημίωση που κατέβαλε στον Γλύξμπουργκ το ελληνικό Δημόσιο για τη λεγόμενη βασιλική περιουσία) ήταν ένας απ’ τους λόγους που αποφάσισε πως δεν μπορεί πια να είναι «ανιθαγενής». Για να επαναλειτουργήσει το ίδρυμα έπρεπε να ξεπεράσει τα γραφειοκρατικά εμπόδια τα οποία εύλογα συναντά κάποιος που του λείπει ένα σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας όλων, το επίθετο.
Ωστόσο, ένα γρήγορο σκρολάρισμα στο σάιτ Greekroyalfamily.gr – τον «επίσημο ιστότοπο της Ελληνικής Βασιλικής Οικογένειας» –, αρκεί για να παρατηρήσει κανείς πως ενώ αρθρογραφεί στο τμήμα «Αγορά» για θέματα όπως η συμβολή «των ιδιωτικών αγορών στην οικοδόμηση μιας ισχυρής, βιώσιμης επενδυτικής στρατηγικής», αυτοσυστήνεται στους αναγνώστες του σαν πρίγκιπας, όχι ως συνιδρυτής εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ή ιδιωτικών επενδύσεων.
Συνομιλητές του ίδιου και συγγενών του, πάντως, έχουν ακούσει αρκετές φορές δηλώσεις φιλοπατρίας. Για την ακρίβεια, αυτές επαναλαμβάνονται τόσο τακτικά ώστε ορισμένοι να εκτιμούν ότι το ελληνικό του όνειρο θα ήταν να γίνει κάτι σαν πρέσβης. Στα πρότυπα του brand ambassador, όμως, αφού μια καριέρα διπλωμάτη συνεπάγεται και πολιτική λάντζα.
…και από την ανάποδη
Ανθρωπος που τον έχει συναναστραφεί – κι έχει προσέξει ότι όποτε βρίσκεται εδώ προτιμά να επισκέπτεται την Αθηναϊκή Λέσχη παρά οποιοδήποτε άλλο μέρος – χρειάζεται ελάχιστες λέξεις για να τον περιγράψει. «Είναι παλιομοδίτης», λέει. «Θα κυκλοφορούσε πιο άνετα στην Αθήνα της δεκαετίας του 1950. Ή ακόμη καλύτερα του 1930». Για να στηρίξει του λόγου του το αληθές επισημαίνει μια λεπτομέρεια: δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσει γυναίκα και να μην της κάνει χειροφίλημα.
Παρότι από τότε που άρχισε να επισκέπτεται συχνότερα την ελληνική πρωτεύουσα έχει φανεί περισσότερο προσαρμοστικός και μοντέρνος απ’ τον πατέρα του, «νιώθει τιτλούχος», συμπληρώνει. Αυτή η διαπίστωση κουμπώνει με την επιλογή του Ντε Γκρες. Εκείνος που μεγάλωσε ακούγοντας πως δεν γίνεται να τους αποκαλούν Γλύξμπουργκ (αν κι ανήκουν στον Οίκο του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ) επειδή είναι τοπωνύμιο, διάλεξε την ονομασία της χώρας στα γαλλικά προκειμένου να υποδηλώσει κάπως κουτοπόνηρα την εικόνα που βλέπει όποτε κοιτάζεται στον καθρέφτη για να τριμάρει το αριστοκρατικό του γενάκι.
Το οικογενειακό όνομα που ενόχλησε την αντιπολίτευση, γιατί «δημιουργεί συνειρμούς», αφού «η ελληνική έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει τίτλους ευγενείας, κάτι που επιχειρείται να υπονοηθεί υπόγεια», διαβάστηκε κι ανάποδα, παρ’ όλ’ αυτά. Εκλήφθηκε σαν μια κίνηση με την οποία ο μεγαλύτερος αρσενικός απόγονος του Κωνσταντίνου «σφραγίζει την ταφόπλακα που είχε βάλει στη μοναρχία το δημοψήφισμα του 1974». Το σκεπτικό είναι πως υιοθετώντας το στέρησε απ’ τον ίδιο, τα παιδιά και τα αδέλφια του ακόμη κι οποιαδήποτε ενδόμυχη σκέψη επιστροφής σε περασμένα μεγαλεία που είτε δεν θυμούνται, είτε δεν γνώρισαν.
Βέβαια, σύμφωνα με έμπειρο κοινοβουλευτικό της ΝΔ, ο οποίος έχει κοινωνικές σχέσεις με βασιλόφρονες, το φιλοβασιλικό κοινό πλέον δεν πιστεύει στην παλινόρθωση. Εξού κι οι εν λόγω πολίτες «δεν είναι υποστηρικτές αλλά συμπαθούντες», σημειώνει. Δεν είναι οπαδοί. Ούτε προσδοκούν να υποκλιθούν σ’ αυτούς που κρατάνε τον θυρεό ενώ έχει χαθεί το βασίλειο μισόν αιώνα τώρα.
Στην αντίπερα όχθη, όσων δεν αμφέβαλλαν ούτε στιγμή για τα γερά θεμέλια της Μεταπολίτευσης, η φτωχή φαντασία που αποκάλυψε ο Παύλος Ντε Γκρες με την ονοματοδοσία του είναι η καλύτερη απόδειξη πως δεν αποτελεί απειλή για το πολίτευμα. Εφόσον δεν ψυχανεμίστηκε καν ότι θα του έκαναν πλάκα, προτείνοντάς του εναλλακτικές οι οποίες θα φώναζαν εξίσου δυνατά την καθήλωσή του στο βασιλικό στάδιο της ανάπτυξης της προσωπικότητάς του, δεν διαθέτει τα οργανωτικά προσόντα που υπονόησαν μερικές κομματικές έδρες. «Αν τον στύψεις, ζήτημα να βγάλεις δυο σταγόνες ουσίας», ισχυρίζεται μια από τις παραπάνω πηγές. Χάρη στον ληξίαρχο βεβαιώθηκαν κι οι υπόλοιποι γι’ αυτό.
Source link