
Η ειρήνη στο μέτωπο της Ουκρανίας και η παύση της ρωσικής εισβολής δεν πρέπει να λογίζεται ως στοίχημα και επιτακτική ανάγκη που θα μένει μετέωρη και εκκρεμής για πολύ ακόμη καιρό. Η αμυνόμενη Ουκρανία επισωρεύει τραύματα και ζημίες. Ανθρώπινες απώλειες και δομικές βλάβες στο σώμα της χώρας. Και η δε ανοικοδόμησή της θα είναι όλο και δυσμενέστερη, όσο ο πόλεμος διαρκεί. Υπό αυτή την έννοια έχει σημασία πως ο διάλογος για τερματισμό των εχθροπραξιών είναι παραπάνω από αναγκαίος. Και επίσης είναι προφανές πως θα ήταν άδικο, μα και υπονομευτικό του ίδιου του Διεθνούς Δικαίου, να διαπραγματευτεί την εθνική και εδαφική της αρτιμέλεια η Ουκρανία σαν ένα ακόμη «αιματηρό παζάρι». Ομως έστω και τώρα το σχέδιο των ΗΠΑ είναι το μόνο που υπάρχει ζωτικά πάνω στο τραπέζι και που μπορεί αν δρομολογηθεί να οδηγήσει στο τέλος του πολέμου. Αυτό απαιτεί καλή θέληση, ευέλικτη διπλωματία και μια ενεργό ανάμειξη κι άλλων δυνάμεων της Δύσης που θα επιδιαιτητεύσουν ισόρροπα την όποια ειρηνική έκβαση. Ενα μέτωπο που θα συνεχίζεται στην καρδιά της Ευρώπης δεν θα έχει απλώς επιπτώσεις τραγικές για την Ουκρανία, μα και θα αποτελεί ζωντανή βόμβα επισφάλειας και δυνητικά θρυαλλίδα ευρύτερης ανάφλεξης.
Η εποχή και η συγκυρία δεν επιτρέπουν νέο ναυάγιο στο πεδίο της διπλωματίας και των διαπραγματεύσεων. Αντίθετα, μια γόνιμη ευόδωση ενός σχεδίου ειρήνευσης θα θέσει την αμυνόμενη χώρα σε επανεκκίνηση ταχύτατα και δεν θα προσθέσει δυσμενέστερους όρους σε μεταγενέστερο χρόνο.