ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Uncategorized

«Ο παραλογισμός είναι η ομορφιά της ύπαρξης»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ


Στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών, στο πλαίσιο των προφεστιβαλικών εκδηλώσεων του ComicdomCon Athens 2025, συναντήσαμε τον μεγάλο ιταλό πολιτικό σκιτσογράφο και κομίστα Φραντσέσκο Τούλιο Αλτάν. Γεννημένος το 1942, με βινιέτες και κόμικς που συνδυάζουν γκροτέσκο χιούμορ, κοινωνικοπολιτική σάτιρα, σουρεαλισμό και μια συνειδητότητα του πεπερασμένου, καθιερώθηκε ως ο σημαντικότερος πολιτικός γελοιογράφος της Ιταλίας. Στην Ελλάδα τον μάθαμε μέσα από τις σελίδες των περιοδικών «Βαβέλ» και «Παρά Πέντε». Από τα χαρακτηριστικά του κόμικς με τον Κολόμπο και την αντα μέχρι τη λατρεμένη στην Ιταλία παιδική του ηρωίδα, τη σκυλίτσα Πίμπα, η δουλειά του Αλτάν ανατρέπει τις συμβάσεις και αποκαλύπτει την ανθρώπινη φύση. Η συζήτησή μας προσπάθησε να ανατρέξει τη συνολική του πορεία, το υπόβαθρο, τις επιρροές και τις επιδιώξεις του, ενώ κατέληξε στο σήμερα σε ό,τι αφορά την επικαιρότητα και τη γελοιογραφία, με τις απαντήσεις του Αλτάν να μας αποκαλύπτουν ότι για τον ίδιο το χιούμορ πρέπει να έχει και συναισθηματική νοημοσύνη.

Στις πρώτες μου δουλειές υπάρχουν στοιχεία σουρεαλισμού, πριν όμως όλο αυτό να εξελιχθεί σε κανονική δουλειά. Εσείς ωστόσο μιλάτε για το παράλογο. Υπάρχει όντως το παράλογο. Βγαίνει αυθόρμητα. Αλλωστε ο παραλογισμός είναι η ομορφιά της ύπαρξης.

Προτιμώ το σκιτσογράφος (στα ιταλικά, βινιετίστας), γιατί δουλειές όπως τα παλιά μου βιβλία κόμικς έχω πολλά χρόνια να κάνω. Είναι εξαιρετικά κουραστική η δουλειά του κομίστα, για μένα πια.

Ελπίζω ότι βγάζουν νόημα. Βέβαια μερικές φορές έχω αμφιβολίες, ειδικά τον τελευταίο καιρό.

Δεν το αντιμετωπίζω ως πρόκληση. Εκανα πράγματα τα οποία άλλοι έκαναν καλύτερα από μένα. Βασικά, όπως όλοι, μιμούμουν ανθρώπους που θαύμαζα. Στην πορεία ο καθένας βρίσκει τον δρόμο του. Συνεπώς δεν είναι πρόκληση. Επειτα, όσο περνάει ο χρόνος, δεν αντιμετωπίζω τίποτα ως πρόκληση.

Είναι πολλοί αυτοί που θαυμάζω, αλλά σε ό,τι με αφορά ψάχνω πάντα το χιούμορ με μια διάσταση σχεδόν γκροτέσκα. Ισως είμαι πιο κοντά στους αντεργκράουντ αμερικανούς δημιουργούς όπως ο Ρόμπερτ Κραμπ ή στους γάλλους δημιουργούς που τότε δημοσίευαν στο περιοδικό «Hara-Kiri» [σ.σ.: «Hara-Kiri» ήταν ένα γαλλικό σατιρικό περιοδικό και εφημερίδα, πρόδρομος του «Charlie Hebdo». Κυκλοφόρησε από το 1960 έως το 1989, με την εβδομαδιαία έκδοσή του («Hara-Kiri Hebdo») να απαγορεύεται από τη γαλλική κυβέρνηση το 1970, λόγω μιας αμφιλεγόμενης σάτιρας για τον θάνατο του προέδρου Σαρλ ντε Γκωλ. Ως αντίδραση, οι βασικοί συντελεστές του δημιούργησαν το «Charlie Hebdo». Στο «Hara-Kiri» δημοσίευσαν, μεταξύ άλλων, οι Ζορζ Βολίνσκι και Ρεζέρ, καθώς και άλλες εμβληματικές μορφές της γαλλικής γελοιογραφίας και σάτιρας], ακόμα και το σχέδιο των οποίων ήταν επιτηδευμένα άσχημο.

Σίγουρα αγαπώ ιδιαίτερα την Pimpa. Με διασκέδαζε πολύ αυτού του είδους η δουλειά. Ομως τρέφω ιδιαίτερη νοσταλγία για τις ιστορίες κόμικς που δημιούργησα γιατί με διασκέδαζαν πολύ και απαιτούσαν πολλή ενέργεια, που δυστυχώς δεν έχω πια. Είναι πολύ βαριά και απαιτητική δουλειά.

Ναι, είναι αλήθεια, το ξεκίνησα παίζοντας με την κόρη μου, η οποία παρεμπιπτόντως έκλεισε φέτος τα 53 της χρόνια και η Pimpa τα 50. Μετά το συνέχισα για το περιοδικό «Corriere dei Piccoli» και πλέον υπάρχει ένα μηνιαίο περιοδικό αφιερωμένο αποκλειστικά σ’ αυτήν, για το οποίο εξακολουθώ να εργάζομαι, πράγμα που κάνω με μεγάλη ευχαρίστηση. Από τότε έχουν περάσει τρεις γενιές μεγαλωμένες με την Pimpa, με τη μια να το περνάει στην επόμενη. Συνεχίζω να το κάνω, αισθανόμενος σχεδόν μια αίσθηση ευθύνης απέναντι σ’ αυτά τα παιδιά.

Οχι, εγκλωβισμένος δεν ένιωσα. Δεν ξέρω κατά πόσο υπήρχε μια διαρκής προσωπική εξέλιξη όλα αυτά τα χρόνια, ξέρω όμως ότι ο κόσμος της Pimpa έχει πια τους δικούς του κανόνες, τους οποίους επέβαλε η ίδια και δεν τους εφηύρα εγώ. Αφ’ ης στιγμής μού έρχεται μια έμπνευση, είναι πολύ εύκολο να την εντάξω στον κόσμο της. Σαν να πηγαίνει από μόνο του. Με συγκινεί πολύ η ανταπόκριση που έχει η ηρωίδα αυτή σε τρεις διαδοχικές γενιές.

Νομίζω ότι αν ήμουν όλα αυτά δεν θα έκανα αυτή τη δουλειά. Ο κόσμος είναι γεμάτος κακούς ανθρώπους, όμως εγώ δεν είμαι μισάνθρωπος. Τους συμπαθώ και τους κακούς, ειδικά όταν τους σχεδιάζω. Μπορεί να ακουστεί κάπως κοινότοπο, αλλά ας πούμε ότι και αυτοί είναι παιδιά μου.

Εδώ και 50 χρόνια συνεργάζομαι με έναν συγκεκριμένο ατζέντη, που αντιμετωπίζει τυχόν προβλήματα. Δεν έχω ασχοληθεί ποτέ με κανένα συμβόλαιο. Ο ατζέντης έλυνε τα ανακύπτοντα ζητήματα και «απορροφούσε» τους κραδασμούς. Δημοσιεύω δύο βινιέτες την εβδομάδα, χωρίς να έχω συζητήσει το θέμα με κανέναν σε κανένα έντυπο. Στέλνω απλώς τη βινιέτα.

Μονάχα μια μήνυση μετρώ στο ενεργητικό μου από τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, κι αυτό γιατί σε μια βινιέτα ανέφερα την εταιρεία του, που λέγεται Mediaset, ενώ έπρεπε να έχω αναφέρει την άλλη του εταιρεία, που λέγεται Fininvest. Είχα μπερδέψει τις εταιρείες του. Φυσικά αθωώθηκα.

Ναι, αλλά όχι για πολιτικά θέματα. Μάλλον για τραγικά γεγονότα, που, ακόμα κι αν μου ερχόταν ένα έξυπνο αστείο, δεν το έκανα γιατί θεωρούσα ότι ήταν πολύ σοβαρά και δεν επιδέχονταν σάτιρα.

Οχι, δεν το πιστεύω.

Φυσικά, τέτοια περιστατικά είναι απόλυτα κατά της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου, αλλά πια αυτοί οι 4-5 άνθρωποι είναι ανεξέλεγκτοι και αυτοί δεν σου επιβάλλουν λογοκρισία. Αγοράζουν απλά την εφημερίδα σου και σε θέτουν εκτός.

Πιο κοντά απ’ όλους ήμουν με τον Κίνο. Ισως επειδή άρεσε και στους δυο μας το κόκκινο κρασί. Θυμάμαι μια φορά κάποιος ρώτησε τον Κίνο αν πίνει και μόνος του. Και του απάντησε: «Μ’ ένα ποτήρι κόκκινο κρασί δεν είσαι ποτέ μόνος».

Μα δεν τελείωσα ποτέ την αρχιτεκτονική. Από τα 36 μαθήματα που ήταν τότε, πέρασα τα 26. Μετά πήγα για λίγο στη Βραζιλία κι έμεινα εκεί. Πήγα εξαιτίας ενός φίλου που γυρνούσε μια ταινία. Σαν βοηθητικό προσωπικό, ας πούμε. Δεν είχα ιδέα φυσικά από σινεμά, όμως μου άρεσε πάρα πολύ η εμπειρία του κινηματογράφου. Μαγεύτηκα από τη Βραζιλία κι εκεί γνώρισα και τη γυναίκα μου και γεννήθηκαν η κόρη μας, η Κίκα, και η ηρωίδα μου, η Pimpa.

Παλιά, όταν έκανα κόμικς, δούλευα μόνο το βράδυ, μέχρι τις 04.30, και μετά κοιμόμουν ως το μεσημέρι. Τώρα πια δουλεύω φυσικά λιγότερες ώρες, κυρίως το πρωί, αλλά δουλεύω κάθε μέρα.

Είχα την τύχη να μεγαλώσω σ’ ένα σπίτι που διάβαζαν πολύ, ήταν εξαιρετικά καλλιεργημένοι… Ο πατέρας μου, όντως, ήταν το μεγαλύτερο όνομα της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στην Ιταλία κι έτσι μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι μ’ έναν πλούτο βιβλίων και μπορούσα να διαβάσω ό,τι ήθελα έχοντας συγχρόνως μια καλή σχέση με τον πατέρα μου, ο οποίος με βοήθησε πολύ. Δεν είχα βέβαια κινητό τηλέφωνο.

Γιατί νομίζω ότι χάνονται πολύς χρόνος και συγκέντρωση με τα κινητά.

Νομίζω στην αφύπνισή μου και στον αριστερό προσανατολισμό μου έπαιξε μεγάλο ρόλο η Βραζιλία. Γυρνώντας για τις ανάγκες της ταινίας (που λέγαμε πριν) σε όλη τη Βραζιλία, είδα με τα μάτια μου τις ταξικές διαφορές και εκτέθηκα σ’ αυτές για πρώτη φορά. Ηταν σαν να ξύπνησα ένα πρωί στον «τρίτο κόσμο». Ηταν μεγάλο σχολείο για μένα.

Νομίζω πως σήμερα οι περισσότεροι δυσκολεύονται να βγουν από τον μικρόκοσμό τους. Κι αυτό είναι κάτι που προωθείται από πάνω μαζί με τον φόβο πως ίσως να χάσεις τον μικρόκοσμό σου, οπότε μη βγεις και πολύ από αυτόν. Είναι μια παλιά τεχνική.

Σκέφτομαι το χειρότερο δυνατό. Ξεπερνάει κάθε λογική. Είναι ακατανόητο πώς ένας λαός εκλέγει τέτοια άτομα.

Να αντέξετε και να αντισταθείτε γιατί οι εποχές είναι πολύ δύσκολες. Λυπάμαι πολύ.

Σ.σ.: θερμές ευχαριστίες στη Νίκη Τζούδα, συνεκδότρια του περιοδικού «Βαβέλ», και στην Εύη Τζούδα για την πολύτιμη βοήθειά τους με τη διερμηνεία της συνέντευξης.

Τελευταία Νέα



Source link

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Back to top button