Τον Μάιο του 2015 η γερμανική αστυνομία ανακάλυπτε σε αποθήκη της Ρηνανίας – Παλατινάτου δύο χάλκινα αγάλματα που αναπαριστούσαν άλογα σε φυσικό μέγεθος.
Αρχικά ήταν τοποθετημένα στην είσοδο της Καγκελαρίας του Αδόλφου Χίτλερ και για δεκαετίες είχαν εξαφανιστεί μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου.
Προκειμένου να τα εντοπίσουν, οι αστυνομικές αρχές πραγματοποίησαν περισσότερες από δέκα επιχειρήσεις σε πέντε ομόσπονδα κρατίδια, έχοντας στο στόχαστρο οκτώ κακοποιούς που εμπορεύονταν έργα τέχνης.
Το περιοδικό «Der Spiegel» ανέφερε ότι οι έμποροι ζητούσαν 4 εκατ. ευρώ στη μαύρη αγορά για τα άλογα. Τη συναρπαστική αυτή διαδρομή, όπου το ναζιστικό έγκλημα συναντιέται με το art trafficking, αναβιώνει στο βιβλίο του Αρθουρ Μπραντ «Τα άλογα του Χίτλερ» των εκδόσεων Οξύ (στη μετάφραση του μελετητή της περιόδου Στέφανου Καβαλλιεράκη, από το οποίο προδημοσιεύουμε ένα εκτενές απόσπασμα.
«Όταν ο Χίτλερ έγινε Φύρερ, ήταν εκείνος που αποφάσιζε τι ήταν όμορφο και τι άσχημο», είπε ο Φαν Ράιν με το στόμα γεμάτο. «Είχε δύο λίστες: καλλιτέχνες που είχαν απαγορευτεί και καλλιτέχνες που τους είχαν δοθεί παχυλές επιδοτήσεις από το κράτος.
Εκατομμύρια από τα νομίσματα του Ράιχ είχαν δοθεί στους τρεις αγαπημένους του γλύπτες: Άρνο Μπρέκερ, Γιόζεφ Θόρακ, Φριτς Κλιμτ. Τα καλύτερα έργα τους απέκτησαν εξέχουσα θέση στην καρδιά του Γ‘ Ράιχ. Στην Καγκελαρία στο Βερολίνο, όπου οι Ναζί είχαν την έδρα τους […]
Το τελευταίο σλάιντ έδειχνε την πίσω πλευρά της Καγκελαρίας του Ράιχ. Στα σκαλιά που οδηγούσαν στον κήπο διακρίνονταν δύο τεράστια χάλκινα άλογα του γνωστού Ναζί γλύπτη Γιόζεφ Θόρακ, τα οποία είχαν τοποθετηθεί ως ένδειξη τιμής κάτω από το παράθυρο του Χίτλερ. Όποιος κοίταζε έξω, για να ονειρευτεί πως θα κατακτούσε τον κόσμο, θα έβλεπε τα άλογα του Θόρακ.
Σκέψου μόνο τη ναζιστική και την κομμουνιστική τέχνη που απαθανατίζουν ηρωικούς άνδρες να μάχονται για την πατρίδα τους, και υγιείς γυναίκες να φροντίζουν παιδιά ή να δουλεύουν σε κτήματα και εργοστάσια.
Τα άλογα του Γιόζεφ Θόρακ στέλνουν ένα παρόμοιο μήνυμα: Φαίνεται σαν να πηγαίνουν στη μάχη. Θα μαθαίναμε περισσότερα για τους δικτάτορες αν θα μπορούσαμε να δούμε έργα των ναζί σε μουσεία.
Στα κορυφαία εκθέματα στο Βρετανικό Μουσείο και στο Λούβρο περιλαμβάνονται γλυπτά τα οποία έγιναν χιλιάδες χρόνια πριν, κατ’ εντολή Ρωμαίων αυτοκρατόρων και Περσών βασιλιάδων, πολλοί εκ των οποίων είχαν δολοφονικά ένστικτα.
Μετά από 1.000 χρόνια οι άνθρωποι θα συζητάνε ακόμα για τον Αδόλφο Χίτλερ, αλλά ποια υλικά κατάλοιπα θα έχουν απομείνει για να φωτίζουν την ιστορία του;». Παρατηρώντας τα άλογα στον τοίχο, αντιλαμβανόμουν τι έλεγε.
Ο ισχυρός συμβολισμός τους εμφανίστηκε αίφνης μπροστά μου. Ήταν τα άλογα που τα είχαν δει όλα. Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα από αυτά τα αγάλματα είχε κηρυχθεί ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και είχε τελειώσει με την αυτοκτονία του Χίτλερ στο καταφύγιό του. Όταν ο Χίτλερ μπήκε στο υπόγειο καταφύγιό του, αυτά τα άλογα ήταν το τελευταίο που είδε.
Ξαφνικά μια νέα εικόνα εμφανίστηκε στον τοίχο, έγχρωμη αυτήν τη φορά.
«Τι είναι αυτό», φώναξα.
«Εσύ πες μου».
Πετάχτηκα από τον καναπέ. Ή φωτογραφία έδειχνε δύο κολοσσιαία χάλκινα άλογα. Δεν υπήρχε αμφιβολία. Ήταν τα χάλκινα άλογα. Σε πρόσφατη έγχρωμη φωτογραφία.
«Μου λες ότι ακόμα υπάρχουν;»
«Ειλικρινά δεν ξέρω, μπορεί να είναι πλαστά».
Το επόμενο σλάιντ ήταν μια έγχρωμη φωτογραφία των αλόγων, πλάι σε μια ασπρόμαυρη που είχε τραβηχτεί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
«Απίθανο. Πώς πήρες την έγχρωμη φωτογραφία και ποιοι είναι οι δύο τύποι πλάι στα άλογα;».
Ο Φαν Ράιν κάθισε μπροστά στον υπολογιστή του. «Θυμάσαι τον Στίβεν τον Ολλανδό που έκανε πλειστηριασμούς έργων τέχνης και ζει στην Αντβέρπ;»
«Λες για εκείνον που έλεγε ότι κάνει δουλειές με δισεκατομμυριούχους;»
«Ναι, αυτόν».
Τον συνάντησα μια φορά στις Βρυξέλλες, σ’ ένα δείπνο με δεκάδες καλεσμένους. Τον θυμήθηκα επειδή παράγγειλε επιδόρπιο με ένα βρώσιμο φύλλο χρυσού 24 καρατίων από πάνω.
«Μου έστειλε αυτό το μέιλ. Με τη φωτογραφία. Κοίτα το, θα σ’ το προωθήσω αργότερα».
Διάβασα το μέιλ. Ο Στίβεν ισχυρίζεται ότι τα άλογα ήταν αυθεντικά και ότι ήταν τρία μέτρα ψηλά, όπως τα είχε φτιάξει ο Γιόζεφ Θόρακ. Ο τωρινός ιδιοκτήτης ήθελε να τα πουλήσει για μερικά εκατομμύρια ευρώ, λόγω «πολιτικών συνθηκών», και χρησιμοποιούσε ενδιάμεσους, ώστε ο ίδιος να μείνει στο σκοτάδι. Τον Στίβεν τον είχαν προσεγγίσει κάποιοι ενδιάμεσοι, που αποδείχθηκε ότι δεν ήξεραν και πολλά. Ο ιδιοκτήτης προερχόταν από μια γνωστή για τα φιλοναζιστικά της αισθήματα οικογένεια, ένα μέλος της οποίας, μάλιστα, είχε καταδικαστεί στις Δίκες της Νυρεμβέργης. Ή όλη υπόθεση, σύμφωνα με τον Στίβεν, βρισκόταν κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου και εγκυμονούσε κινδύνους.
«Μπορεί ο ένας από τους δύο άντρες να είναι ο ιδιοκτήτης;» ρώτησα.
«Δεν νομίζω. Είναι μάλλον οι ενδιάμεσοι».
«Τι θέλει ο Στίβεν από σένα;» ξαναρώτησα
«Να του βρω έναν αγοραστή. Ο Χίτλερ πλήρωσε γι’ αυτά τα άλογα από το δημόσιο ταμείο, άρα ο ιδιοκτήτης τους είναι το γερμανικό κράτος ως νόμιμος διάδοχος του Γ‘ Ράιχ. Κατά συνέπεια δεν μπορούν να πωληθούν δημόσια. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο τωρινός ιδιοκτήτης τους θέλει να τα εξαφανίσει, κατά προτίμηση όσο πιο μακριά γίνεται. Ο Στίβεν ξέρει ότι έχω επαφές στη Μέση Ανατολή και ελπίζει ότι μπορώ να βρω κάποιον σεΐχη ή κάποιον άλλον πρόθυμο να τον κρύψει στο παλάτι του μακριά από τα αδιάκριτα μάτια. Όπως ξέρεις, στον αραβικό κόσμο από κάποιους ο Χίτλερ θεωρείται ήρωας. Αυτά τα γλυπτά πάντως ανήκουν σ’ ένα μουσείο, τόνισε. «Και αυτός ο Στίβεν πόσο θράσος έχει που με έστειλε, γνωρίζοντας ότι η μάνα μου είναι Εβραία. Αυτή η υπόθεση με έχει επηρεάσει πολύ ψυχολογικά. Και όταν επικρατεί το συναίσθημα, κάνω λάθη. Γι’ αυτό χρειάζομαι τη βοήθειά σου».
Source link