Οταν η κλασική δραματουργία συναντά τη σύγχρονη σκηνική ευαισθησία, γεννιούνται παραστάσεις που μιλούν κατευθείαν στην καρδιά τού σήμερα. Εκεί θέλει να απευθυνθεί και ο Δημήτρης Καραντζάς σκηνοθετώντας την «Εντα Γκάμπλερ» του Χένρικ Ιψεν από τις 30 Ιανουαρίου, μέσα από μια σύγχρονη αναρώτηση για τη θέση της γυναίκας στις μέρες μας και ριζοσπαστική προσέγγιση. Την κεντρική ηρωίδα αναλαμβάνει να ερμηνεύσει η Ανθή Ευστρατιάδου, η οποία στη σκηνή του θεάτρου Προσκήνιο θα μεταμορφωθεί σε μια φλόγα που καίει από μέσα, φωτίζοντας τα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής. Η ηθοποιός, με την ένταση και την εσωτερικότητά της, μεταμορφώνεται σε μια γυναίκα που είναι ταυτόχρονα θύτης και θύμα των επιλογών της. Δίπλα της παίζουν επίσης οι Χρήστος Λούλης, Εκτορας Λιάτσος, Φιντέλ Ταλαμπούκας, Ιωάννα Δεμερτζίδου και Τζωρτζίνα Δαλιάνη. Σε έναν σκηνικό χώρο, ένα μεγαλοαστικό σπίτι υπό ανακαίνιση, η Εντα Γκάμπλερ ασφυκτιά στον κύκλο του συμβατικού της γάμου κι όταν επανέρχεται στη ζωή της ο ανεκπλήρωτος έρωτάς της σκοτώνει το πνευματικό του παιδί και βρίσκει έναν «ωραίο θάνατο» για την ίδια. Για όλα αυτά η Ανθή Ευστρατιάδου μίλησε στα «Πρόσωπα».
Σαν μια παράσταση που νομίζω ότι αναδεικνύει τον εγκλωβισμό που έχει ο κάθε άνθρωπος να υπηρετήσει τις κοινωνικές επιταγές και πόσο μάλλον μια γυναίκα. Οσον αφορά την Εντα, νομίζω ότι αναδεικνύει για ποιον λόγο βρίσκεται σε ένα αδιέξοδο και γιατί έχει γίνει έτσι, παρά ότι είναι μια περίπτωση ξεχωριστή με χαρακτηριστικά κακίας. Αναδεικνύει περισσότερο ότι έχει διαμορφωθεί, δεν είχε άλλο αναπόδραστο να γίνει έτσι σαν χαρακτήρας.
Προσπαθώ να προσεγγίσω μια βαθιά απελπισία κι ένα βλέμμα πάνω στη ζωή σαν να μην τη χωράει ο τόπος ή να μην μπορεί να βρει ευχαρίστηση πουθενά, σε οτιδήποτε έχει να κάνει με την πραγματικότητα, τις σχέσεις έτσι όπως συνήθως γίνονται στη ζωή, την αποστολή που οφείλει να έχει ο καθένας, τη θετικότητα τα πράγματα να πηγαίνουν συνέχεια μπροστά. Ολα αυτά είναι πράγματα που δεν μπορεί να τα υποφέρει ενώ ταυτόχρονα δεν μπορεί και να αντιδράσει. Κι αυτό νομίζω ότι είναι ένα σημαντικό κλειδί. Δεν είναι ένας χαρακτήρας που θα βγει επιθετικά απέναντι σε αυτά με τα οποία διαφωνεί. Αντιθέτως, την πνίγουν. Είναι ανίκανη να αντιδράσει, κι αυτό όλο την κάνει να μπαίνει σε μονοπάτια να ψάξει την ευχαρίστηση και τη ζωή, βάζοντας στην άκρη οποιαδήποτε ηθική διάσταση. Σαν ένα ζώο που ψάχνει κάπου τη δύναμη ή που ευχαριστιέται με πράγματα που οι άλλοι θα σοκάρονταν και θα τα θεωρούσαν ανήθικα.
Το να μην έχεις το βλέμμα αυτό απέναντι στη ζωή που είναι τόσο αδιέξοδο και που δεν υπάρχει σχεδόν πουθενά καμιά ελπίδα για κάτι, καμιά επιθυμία, μου είναι πολύ δύσκολο. Είναι πολύ δύσκολο τεχνικά να κάνεις ψυχικές ακροβασίες από το ένα στο άλλο. Κι επίσης να ψάχνεις την ευχαρίστηση σε πράγματα που κανονικά όλοι οι υπόλοιποι δεν θα κάναμε. Εγώ στη ζωή μου προσέχω να μην προσβάλλω με έναν τρόπο κάποιον. Αυτή, όχι μόνο δεν προσέχει, αλλά το να προκαλέσει σε κάποιον κάτι μόνο και μόνο για να ξεφύγει από το τίποτα της ζωής της είναι κάτι που της δημιουργεί τρομακτική ευχαρίστηση. Μου είναι δύσκολο να κόψω τους δεσμούς που έχω εγώ η ίδια με τη ζωή, με τον τρόπο που το έχω συνηθίσει.
Δεν νομίζω ότι είναι δραστικός χαρακτήρας για να είναι επανάσταση. Είναι κάτι με το οποίο φλερτάρει από την αρχή, έχοντας εξιδανικεύσει ένα τέτοιο είδος θανάτου, μέσα από τον οποίο θα ενωθεί ίσως με τον Αϊλερτ, τον άλλο χαρακτήρα που ωθεί στην αυτοκτονία. Νομίζω για αυτήν είναι κάτι που το έχει ωραιοποιήσει. Είναι σαν να βλέπει έναν τέτοιο θάνατο φοβερά ποιητικά. Σαν να έχει ανάγκη δηλαδή στη ζωή την ποιητική διάσταση, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική. Αλλά ακόμα κι αυτό δεν μπορεί να το πράξει. Μόνο αφού ωθεί τον Λέβμποργκ σε αυτοκτονία και εν τέλει όλη αυτή η πλεκτάνη που έχει στήσει γυρίζει εναντίον της, δεν της μένει τίποτα και αυτοκτονεί. Είναι κάτι που σκέφτεται και το έχει εξιδανικεύσει. Είναι σαν με έναν τρόπο να ήθελε να είναι μια ρομαντική ηρωίδα σε ένα μυθιστόρημα.
Πολύ. Αρχικά διαβάζοντας το έργο μού φάνηκε ότι είναι ίσως το πιο δύσκολο κείμενο που έχω διαβάσει. Με τρόμαζε πολύ πώς θα προσεγγίσω αυτή την ηρωίδα. Κι ακόμα, δεν νομίζω ότι αυτό είναι μια διαδικασία που θα σταματήσει κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. Δεν νομίζω ότι μπορεί κάποιος να πει ότι κατέκτησε ένα επίπεδο. Προσπαθώ να το δοκιμάσω, με τη βοήθεια φυσικά του Δημήτρη και όλων των υπολοίπων. Ολοι μας έχουμε και αντιστάσεις στο να μπούμε σε συγκεκριμένες ψυχικές περιοχές. Αυτές οι συγκεκριμένες ψυχικές περιοχές σίγουρα χρειάζεσαι χρόνο να τις εξερευνήσεις. Τις ακουμπάς λίγο, βουτάς, μετά ξαναμπαίνεις. Θέλει τριβή και υπομονή.
Ασχετα αν τα χρόνια αλλάζουν κάθε φορά, η εκάστοτε κοινωνία μάς επιβάλλει συγκεκριμένους τρόπους να υπάρχουμε. Κι είτε είσαι γυναίκα είτε άνδρας, θεωρώ ότι είναι τρομακτικά επίκαιρο να μην μπορείς να ζήσεις τη ζωή σου με έναν συγκεκριμένο τρόπο και να μη βλέπεις και ποιος άλλος τρόπος μπορεί να υπάρχει. Γιατί αυτό αυτομάτως σε βγάζει έξω από την κοινωνία. Φυσικά οι γυναίκες μπορούν να το νιώσουν καλύτερα στο πετσί τους, γιατί είναι πολύ πιο έντονες οι απαιτήσεις και οι ρόλοι που καλούμαστε να υπηρετήσουμε. Από τότε δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα. Μιλάμε για τους ίδιους ρόλους, της μητέρας, της συζύγου, για το πώς θα αποκτήσουμε την οικονομική μας επιβίωση. Είναι το ίδιο ακριβώς.
Οταν είσαι ερωτευμένος βιώνεις μια κατάσταση έξω από την πραγματικότητα. Είναι σαν να είσαι παραδομένη ή παραδομένος σε μια φαντασίωση, κι αυτό ενέχει ποιητικά κομμάτια, ζωικά ένστικτα. Να θέλεις δηλαδή να γοητεύσεις κάποιον ή να παραδοθείς σε κάποιον κι έτσι άρα να ελέγξεις κάποιον και να σε ελέγξει. Αλλά δεν είναι κάτι που διαρκεί πολύ. Αν ο έρωτας περάσει σε μια σχέση, τα πράγματα αλλάζουν. Βέβαια το κομμάτι του ελέγχου είναι κάτι που το βλέπουμε σε πάρα πολλές σχέσεις της ζωής μας. Οι οικογενειακές σχέσεις είναι γεμάτες από ζητήματα ελέγχου, όπως και οι προσωπικές, οι ερωτικές. Ακόμα και στις σχέσεις γονιού – παιδιού υπάρχουν πάρα πολλά ζητήματα που ο καθένας καλείται να αναγνωρίσει σε σχέση με τον έλεγχο και νομίζω ότι είναι κάτι που δεν τελειώνει ποτέ. Ο έλεγχος και η αυτοκαταστροφή πραγματικά ορίζουν αυτό που λέμε «ρομαντικός ήρωας». Παρά ταύτα, αυτά τα δύο στοιχεία εγώ τα βλέπω να υπάρχουν στη ζωή μας. Ακόμα και το κομμάτι της αυτοκαταστροφής. Μπορεί να μην είναι με τον ίδιο τρόπο, την ίδια ένταση που θα το δούμε σε τέτοιους χαρακτήρες, αλλά ψήγματα αυτοκαταστροφής έχουμε όλοι μέσα μας. Εξ ου και μας δημιουργούνται ψυχοσωματικά ζητήματα από το πώς τα εξωτερικά ερεθίσματα που μας πιέζουν εμείς τα αφομοιώνουμε και μπορεί να τα στρέφουμε προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Μικρά πράγματα νομίζω ότι κάθε άνθρωπος έχει.
Το κομμάτι της σειράς είναι κάτι φοβερά ανάλαφρο και ευχάριστο. Είναι μια κωμωδία. Ευτυχώς στα δύο αυτά περιβάλλοντα, το θεατρικό και το τηλεοπτικό, είναι ομάδες πραγματικά δεμένες. Περνάμε πάρα πολύ ωραία μεταξύ μας, κι αυτό είναι πολύ βοηθητικό για οποιαδήποτε δουλειά. Στην τηλεόραση είναι κάπως σαν να συναντιέσαι με ανθρώπους που συμπαθείς και ο στόχος είναι να προσπαθείς μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα να βγάλεις κάτι που θα είναι κωμικό και θα σε ιντριγκάρει με έναν τρόπο, θα περάσεις καλά, θα εξερευνήσεις το ανάλαφρό σου κομμάτι. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να βουτήξεις σε περιοχές που μπορεί να σου είναι δύσκολες. Πάντως το θεωρώ πολύ ανακουφιστικό ότι μπορώ να πηγαίνω από τη μία περιοχή στην άλλη. Μπορεί να είναι πολύ κουραστικό λόγω απαιτήσεων, σε σχέση με τον χρόνο και το πρόγραμμα, αλλά είναι ανακουφιστικό.
Νομίζω ο Λάμπρος, ακριβώς επειδή είναι κι αυτός πατέρας, στόχο είχε να μεταμορφώσει όλα αυτά τα πράγματα που ως γονιό μπορεί να σε θυμώνουν ή να σε πνίγουν. Να τους δώσει μια άλλη πλευρά, την κωμική, που στην καθημερινότητα πολύ συχνά δεν έχεις τη δυνατότητα να κάνεις το βήμα της αποστασιοποίησης και να πεις ότι αυτό που ζεις είναι και λίγο αστείο. Συνήθως αν είσαι κουρασμένος και δεν έχεις κοιμηθεί τρία χρόνια, τα νεύρα σου είναι στον Θεό. Αλλά όλα αυτά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονοι γονείς, αυτός τα θέτει με στόχο να γελάσουμε. Υπάρχουν στη σειρά πολλά στοιχεία. Από το πώς οι φορείς δεν βοηθούν καθόλου, πώς είναι τα πεζοδρόμια, οι παιδικές χαρές, τα σχολεία, μέχρι τα οικονομικά ζητήματα που μπορεί να έχει ένας πατέρας και μια μητέρα και να μη βοηθάει κανείς, τη σχέση με τους υπόλοιπους στην οικογένεια, τις απαιτήσεις που έχουν οι ίδιοι απέναντί τους και τις ενοχές που μπορεί να αισθάνεσαι για το τι κάνεις ή τι δεν κάνεις στο παιδί σου.
Source link