
«Εχουμε φτάσει στην κρίσιμη στιγμή που πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά την αρχιτεκτονική της παγκόσμιας ασφάλειας», είχε προειδοποιήσει τη Δύση ο Βλαντίμιρ Πούτιν από το 2007 – μία 15ετία πριν από την πλήρη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία -, εκφωνώντας μια μακρά, ψυχρή, πλην βαρυσήμαντη ομιλία στη 43η Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια.
Από βήματος του φόρουμ που δημιουργήθηκε στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, ο ρώσος πρόεδρος αξίωνε από τότε τη ριζική αναθεώρηση της παγκόσμιας τάξης. Σε έναν φιλιππικό κατά των ΗΠΑ – που έκτοτε έχει επαναλάβει πολλές φορές – κατηγόρησε το ΝΑΤΟ ότι αθέτησε δεσμεύσεις με την επέκταση προς Ανατολάς και ζήτησε τον τερματισμό της αμερικανικής ηγεμονίας.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι εντάσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης αυξήθηκαν. To NATO συνέχισε να επεκτείνεται – εν προκειμένω στα Βαλκάνια – και οι ρωσικές «μπότες» πάτησαν στα εδάφη της Γεωργίας, της Συρίας και της Ουκρανίας.
Η πλήρης ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, το 2022, πυροδότησε αλυσιδωτές αντιδράσεις στη Δύση, με πλήρη στήριξη του Κιέβου και απομόνωση της Μόσχας – διπλωματική και οικονομική – αλλά και με περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ, με την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Ομως ο Πούτιν πόνταρε σε ένα μακροπρόθεσμο παιχνίδι. Και τώρα, επισημαίνει η αμερικανική εφημερίδα «Wall Street Journal», «αυτή η επιμονή δείχνει να αποδίδει»…
«Βλέπουμε όλοι πόσο γρήγορα αλλάζει ο κόσμος», επεσήμανε ο ρώσος πρόεδρος, λίγο μετά τον πρώτο γύρο αμερικανορωσικών συνομιλιών στη Σαουδική Αραβία. Η Μόσχα και η Ουάσιγκτον, διακήρυξε, είναι πλέον έτοιμες να αντιμετωπίσουν «στρατηγικά προβλήματα στην παγκόσμια αρχιτεκτονική».
Πράγματι, στον πρώτο κιόλας μήνα της εποχής Τραμπ 2.0, οι ΗΠΑ έχουν βγάλει το Κρεμλίνο από τον πάγο και απομακρύνονται από τους ευρωπαίους συμμάχους τους, συνοδεία μάλιστα ωμών πολιτικών παρεμβάσεων υπέρ της Ακροδεξιάς. Υπερθεματίζοντας δε μετά την ταπεινωτική μεταχείριση του ουκρανού προέδρου Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο – τον οποίο ο ίδιος ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει «δικτάτορα» και υπεύθυνο για τον πόλεμο -, η Ουάσιγκτον ανέστειλε τη στρατιωτική βοήθεια και την παροχή πληροφοριών στο Κίεβο.
«Ακόμη και τα “γεράκια” σύμβουλοι του Πούτιν έχουν εκπλαγεί από την ταχύτητα με την οποία ο τόνος του Λευκού Οίκου έχει αλλάξει τις τελευταίες εβδομάδες», αναφέρουν πηγές της «WSJ». «Δεν το έχουμε ξαναδεί αυτό», συμφωνεί ο ρωσοβρετανός ιστορικός Σεργκέι Ραντσένκο. «Οχι μόνο την πολιτική ευθυγράμμιση, αλλά και τη σύγκλιση των αξιών». Προς επίρρωση, ο ρώσος ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ επαίνεσε τη «με βάση την κοινή λογική προσέγγιση» του Τραμπ, κατηγορώντας τους ευρωπαίους ηγέτες ότι παρατείνουν τον πόλεμο.
Για τον Πούτιν, παρατηρεί η αμερικανική εφημερίδα – «έναν πρώην πράκτορα της KGB», που έχει χαρακτηρίσει την κατάρρευση της ΕΣΣΔ «τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του αιώνα» -, η συγκυρία αποτελεί «δικαίωση μιας υπομονετικής στρατηγικής, την οποία τελειοποίησε» κατά την 25ετή παραμονή του στην εξουσία.
Αυτό που επιδιώκει είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή συμφωνία για τον τερματισμό των συγκρούσεων, επισημαίνει. Θέλει να μετατρέψει την Ουκρανία σε ένα αποδυναμωμένο κράτος, μόνιμα ευάλωτο στη ρωσική επιθετικότητα. Φιλοδοξία του είναι να απομακρύνει το ΝΑΤΟ εντελώς από την Ανατολική Ευρώπη.
Εάν ο Πούτιν επιμείνει στις μαξιμαλιστικές θέσεις του, δεν αποκλείεται το μακροπρόθεσμο παιχνίδι του να γίνει πολύ ριψοκίνδυνο, τονίζουν αναλυτές. Ο Τραμπ, από την άλλη, θέλει να κλείσει γρήγορα μια ειρηνευτική συμφωνία, προειδοποιώντας σε αντίθετη περίπτωση τη Μόσχα για κυρώσεις και δασμούς. Κατά τον ρώσο πρώην διπλωμάτη Μπόρις Μποντάρεφ, πάντως, το μήνυμα του Κρεμλίνου είναι σαφές. «Κάντε μας μια πρόταση που δεν μπορούμε να αρνηθούμε. Θα περιμένουμε».