Ενα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία των φεστιβάλ που πραγματοποιούνται εκτός των αστικών τειχών και τα κάνει να ξεχωρίζουν στον πολιτιστικό χάρτη, είναι εκείνη η πιο χαλαρή διάθεση που συνοδεύει όσους ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους γι’ αυτά. Είναι λες και μπαίνοντας στο πλοίο, το αεροπλάνο ή το λεωφορείο για το ταξίδι, μειώνονται τα επίπεδα της έντασης με την οποία κατά κάποιο τρόπο προγραμματιζόμαστε να λειτουργούμε στις μεγάλες πόλεις και φτάνοντας στον προορισμό, όλες οι υποχρεώσεις γίνονται πιο απολαυστικές. Σε αυτή τη συνθήκη συνάντησα την Ισαμπέλ Εργκέρα, τη δημιουργό της οποίας το όνομα έχει γίνει ένα ενδιαφέρον σημείο αναφοράς μεταξύ των ισπανών σκηνοθετών στη βιομηχανία των κινουμένων σχεδίων τις τελευταίες δεκαετίες. Η ίδια βρέθηκε στη Σύρο για το Διεθνές Φεστιβάλ Animation Animasyros που πραγματοποιήθηκε στο νησί από τις 23 έως 29 του περασμένου Σεπτεμβρίου κι αυτή η αφορμή ήταν η κατάλληλη για μια κουβέντα με μπόλικες δόσεις εμψύχωσης, όπως άλλωστε χαρακτηρίζεται και η ίδια η τέχνη του animation.
Το ραντεβού μας είχε δοθεί στο Πνευματικό Κέντρο της Ερμούπολης όπου στο πλαίσιο των εργασιών της Αγοράς του φεστιβάλ, πραγματοποιούνταν η lobbying συνάντηση των συμμετεχόντων σκηνοθετών του Animasyros μεταξύ τους αλλά και με τους υπόλοιπους καλεσμένους. Ο πάγος της πρώτης μας γνωριμίας έσπασε πολύ γρήγορα όταν από τα αγγλικά πέρασα στα ισπανικά, μια γλώσσα που έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Με δύο πιάτα από το μπουφέ της εκδήλωσης, με σαντουιτσάκια, σφολιατοειδή και καλαμάκια με ντοματίνια και μοτσαρέλα, κατευθυνόμαστε στο μπαλκόνι του Πνευματικού Κέντρου, με θέα στην εμβληματική πλατεία της Ερμούπολης.
Στο Animasyros, η παρουσία της ήταν έντονη αφού η τελετή έναρξής του ολοκληρώθηκε με την προβολή της πρόσφατης ταινίας της «Το όνειρο της Σουλτάνας», το οποίο έχει ήδη κερδίσει αρκετά διεθνή βραβεία, με το μεγαλύτερο να είναι τον περασμένο Ιούνιο εκείνο του Gran Prix Contrechamp στο Φεστιβάλ του Ανεσί, τη σημαντικότερη διοργάνωση αφιερωμένη στο animation παγκοσμίως. Το φιλμ της Ισαμπέλ Εργκέρα είναι εμπνευσμένο από το ομώνυμο φεμινιστικό διήγημα επιστημονικής φαντασίας της Μπεγκούμ Ροκέγια που γράφτηκε στη Βεγγάλη το 1905 και αφηγείται το ταξίδι μιας νεαρής κοπέλας για την αναζήτηση της Ladyland, της ουτοπικής χώρας των γυναικών στην Ινδία. Αυτή η δουλειά ήρθε ως επισφράγισμα της στενής σχέσης που έχει αναπτύξει η σκηνοθέτρια με την ινδική κουλτούρα, αφού από το 2005 διδάσκει πειραματικό animation στο Εθνικό Ινστιτούτο Ντιζάιν της χώρας, στην πόλη του Αχμενταμπάντ.
Μια ουτοπική χώρα
«Κάνοντας μια βόλτα, βρέθηκα σε μια γκαλερί σε στυλ Γκοντ, μια τέχνης φυλής της Ινδίας που μου αρέσει πολύ. Στο βάθος της ανακάλυψα ένα αντίτυπο του «Ονείρου της Σουλτάνας», το οποίο μου κέντρισε το ενδιαφέρον γιατί το εξώφυλλό του ήταν εικονογραφημένο με στυλ Γκαντ. Διαβάζοντας στο οπισθόφυλλο ότι η ουτοπική χώρα που περιγράφεται στο βιβλίο είναι ένα μέρος όπου οι γυναίκες μόνο είχαν τη γνώση κι επομένως τη δύναμη και οι άνδρες ήταν αδαείς, σκέφτηκα ότι οπωσδήποτε θέλω να κάνω κάτι μ’ αυτό. Εκείνη την εποχή δεν ήξερα από πού να ξεκινήσω. Είχα μόλις τελειώσει μια ταινία μικρού μήκους με τίτλο «Bajo la almohada» (Κάτω από το μαξιλάρι), ένα ντοκιμαντέρ που έκανα με παιδιά ασθενείς σε κλινική της Ινδίας. Σκέφτηκα λοιπόν να κάνω μια σειρά συνεργατικών εργαστηρίων για να δω ποια είναι η σημασία αυτής της ιστορίας στη χώρα σήμερα», μου λέει κι ένα νοσταλγικό χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπό της ενθυμούμενη τις απαρχές του ταξιδιού της με την ταινία.
Δουλεύοντας σε αυτά τα εργαστήρια με γυναίκες καλλιτέχνιδες τατουάζ Μεχντί, άλλες καθημερινές γυναίκες και παιδιά, συνειδητοποίησε ότι είχε μπροστά της τις πρώτες ύλες για την ταινία της, καταλήγοντας σε μια δομή με τρία διαφορετικά είδη animation. «Είμαι ένα άτομο που προέρχεται από τις ταινίες μικρού μήκους, δηλαδή από τη λιγότερο βιομηχανική πλευρά του τι σημαίνει να κάνεις μια ταινία κινουμένων σχεδίων. Μου αρέσει πολύ να δουλεύω με διαφορετικές τεχνικές, επειδή κάθε υλικό είναι ικανό να εκφραστεί με διαφορετικό τρόπο. Ετσι, καθορίζεις τον τρόπο με τον οποίο αφηγείσαι την ιστορία με διαφορετικό τρόπο. Εγώ, ως άτομο αν κι έχω υπομονή, με το animation είμαι πολύ ανυπόμονη. Ετσι, κάτι που με παρακινεί είναι η αλλαγή των υλικών», παραδέχεται.
Σκηνοθέτρια animation με διεθνή εκπαίδευση (Σχολή Καλών Τεχνών της Χώρας των Βάσκων, Ακαδημία Τεχνών του Ντίσελντορφ και Ινστιτούτο Τεχνών Καλιφόρνιας), η Ισαμπέλ Εργκέρα έχει μεγάλη εμπειρία στον χώρο. Από το 1990 έως το 2003 εργάστηκε στο Λος Αντζελες ως σχεδιάστρια animation σε κινηματογραφικές παραγωγές με πελάτες μεταξύ άλλων τους ΗΒΟ και Fox και μουσικά βίντεο (Oasis «All around the world» και Sting «All this time»). To 2003 επέστρεψε στην Ευρώπη, αναλαμβάνοντας διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Animation της Καταλωνίας Animac ως το 2011 και συντονίστρια του Εργαστηρίου Animation Arteleku του Σαν Σεμπαστιάν, τόπο καταγωγής της. Πλέον διδάσκει πειραματικό animation σε ανώτατα διεθνή ακαδημαϊκά ιδρύματα αφού το πρωτοποριακό της έργο στο computer animation τη διακρίνει, καθιστώντας την πρώτη καλλιτέχνιδα που δημιούργησε οπτικοακουστικές εγκαταστάσεις με κινούμενα σχέδια.
Με τα φιλμ της συνηθίζει να ταξιδεύει τον κόσμο, συμμετέχοντας σε σημαντικά φεστιβάλ. Στο παλμαρέ της μετράει περισσότερες από 40 διακρίσεις και βραβεία όπως η υποψηφιότητα για Γκόγια Καλύτερης Ταινίας Animation το 2006 με το «La gallina ciega», το Βραβείο της UNICEF για Ταινίες και Ντοκιμαντέρ το 2012 με το «Bajo la almohada» και το Μεγάλο Βραβείο του Βασκικού Κινηματογράφου το 2015 με το «Amore d’ inverno». Ωστόσο, για την ίδια, η επιβράβευση της δουλειάς της είναι άλλη. «Η όποια αναγνώριση έρχεται για τις ταινίες είναι σημαντική. Ωστόσο, είναι και σχετική. Εξαρτάται από την κριτική επιτροπή που έχεις κάθε φορά. Το σημαντικό είναι να έχουμε να κάνουμε κάθε φορά την ταινία που θέλουμε», τονίζει με απόλυτο τρόπο και φτιάχνει το φουλάρι που έχει στον λαιμό της.
Ενας κόσμος γυναικών
Το φαγητό έχει προ πολλού τελειώσει και πλέον πίνουμε ένα ποτήρι κρασί, παίρνοντας την απαραίτητη δύναμη για να μιλήσουμε για πιο δύσκολα θέματα που βάζει «Το όνειρο της Σουλτάνας» στο τραπέζι της συζήτησης, σε μια περίοδο όπου ο δημόσιος διάλογος γύρω από τα έμφυλα ζητήματα είναι διάπλατος. «Είμαστε τόσο συνηθισμένοι στις αναφορές μας που είναι πάντα τόσο ανδρικές ή από την οπτική γωνία του άνδρα. Δεν μας σοκάρει καθόλου να βλέπουμε γουέστερν ή μοντέλα αφήγησης ή ιστορίες και καταστάσεις όπου ο άνδρας έχει τον έλεγχο κι αυτό είναι όλο. Δεν αμφισβητούμε τίποτα αλλά αν συνέβαινε το αντίθετο, να είναι όλα δοσμένα μέσα από το γυναικείο πρίσμα θα το αμφισβητούσαμε. Δεν θα το βλέπαμε ως κάτι αυτονόητο, όχι και τόσο φυσικό επειδή έχουμε εκπαιδευτεί διαφορετικά και δεν βλέπουμε τίποτα πέρα απ’ αυτό. Νομίζω ότι θα χρειαστούν γενιές, δεν ξέρω πόσες, ίσως δύο ή τρεις, για να δούμε φυσικά το γεγονός να είναι μια γυναίκα διευθύνουσα σύμβουλος της τάδε εταιρείας μηχανικών και να μη χρειάζεται να μιλάμε γι’ αυτό σαν κάτι πρωτότυπο. Ας ελπίσουμε ότι θα έρθει αυτή η στιγμή. Ενας κόσμος με επικεφαλής τις γυναίκες, δεν ξέρω πώς θα ήταν. Μάλλον καλύτερος από αυτόν που έχουμε σήμερα. Λιγότερη τεστοστερόνη, λιγότερη αντιπαράθεση στο επίπεδο του ποιος είναι ο πιο ματσό, ποιος έχει περισσότερα όπλα, ποιος εξουδετερώνει ποιον. Αυτό είναι που σκέφτομαι προς το παρόν. Ισως να είχαμε ένα άλλο είδος σκληρότητας βέβαια τότε», δηλώνει και οι κουβέντες της μού φέρνουν στο μυαλό μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα από την ταινία της.
Σε αυτή τη σκηνή, μια γυναίκα λέει αναφερόμενη στην ουτοπική χώρα Ladyland «εδώ κάνουμε το λογικό πράγμα και αντί να κλείνουμε τις γυναίκες για να τις κρατήσουμε ασφαλείς, κλειδώνουμε τα πεινασμένα τέρατα». Οπως μου εξηγεί, η φράση αυτή προέρχεται αυτούσια από το βιβλίο της Μπεγκούμ Ροκέγια. Οταν τη ρωτάω για την εφαρμογή ενός τέτοιου μέσου σήμερα, τι θα απέδιδε, προβληματίζεται. «Θα ήταν μια λύση για την παρενόχληση και τη βία κατά των γυναικών. Δεν νομίζω όμως ότι θα ήταν η λύση στο πρόβλημα της ανισότητας. Αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Είναι όμως τρομερό ότι όταν γεννιέσαι ή διαμορφώνεσαι γυναίκα, μέρος της “εκπαίδευσής” σου είναι να είσαι σε εγρήγορση. Ως γυναίκα πρέπει να είσαι προσεκτική πάντα. Και δεν ξέρεις ποιος είναι ο κίνδυνος κάθε φορά. Οταν κάνω σεμινάρια με νεότερους ανθρώπους, τους ρωτάω τι θα έκαναν αν ο κόσμος ήταν ανάποδα. Μου απαντάνε ότι θα έβγαιναν έξω τη νύχτα οι γυναίκες χωρίς να φοβούνται. Θα περπατούσαν σ’ ένα σκοτεινό δρόμο και δεν θα φοβούνταν. Θα μπορούσαν να γδυθούν και να πέσουν στο νερό, ακριβώς έτσι, χωρίς να σκέφτονται αν το σώμα τους φαίνεται. Χωρίς να είναι σε εγρήγορση γιατί το σώμα τους μπορεί να δεχτεί επίθεση», υπογραμμίζει και η ατμόσφαιρα βαραίνει ακόμα περισσότερο, καταλήγοντας να σχολιάζουμε τη φρικτή υπόθεση από τη Γαλλία που είχε έρθει εκείνες τις ημέρες στο φως με τον σύζυγο που επί δεκαετίες νάρκωνε τη σύζυγό του, ώστε να τη βιάζουν άλλοι άνδρες επί πληρωμή.
Η δύναμη των εικόνων
Με τη διαπίστωση ότι είναι δύσκολο πράγμα να είσαι γυναίκα σήμερα, τη ρωτώ αν η ισότητα που τόσο επιζητούμε όλες στην επαγγελματική μας εστία, έχει επιτευχθεί στο animation, έναν χώρο συνυφασμένο με την πρωτοπορία. «Στον κόσμο του ανεξάρτητου animation και των ταινιών μικρού μήκους, υπήρχε πάντα μεγάλη ισοτιμία ως προς την ύπαρξη πολλών γυναικών σκηνοθετών. Ο κόσμος του εμπορικού animation είναι ακόμα ανδροκρατούμενος. Στον κόσμο των πιο ανεξάρτητων και πειραματικών κινουμένων σχεδίων, ήταν πάντα οι γυναίκες εκείνες που παρήγηγαν περισσότερο, έκαναν τις περισσότερες δουλειές. Ισως επειδή εργάζεσαι σε έναν πιο προσωπικό χώρο, πιο κλειστό, πιο εναρμονισμένο με την οικογενειακή σου ζωή, που οι δομές εξουσίες είναι πιο αραιές και το περιβάλλον πιο συνεργατικό», σχολιάζει η Ισαμπέλ Εργκέρα. Ακόμα κι έτσι, ως δημιουργός έχει ένα μεγάλο όπλο στα χέρια της, που μπορεί και πρέπει να το χρησιμοποιήσει για καλό σκοπό. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την κατασκευή εικόνων που περνάνε μηνύματα, δίνουν τροφή για σκέψη και προκαλούν συναισθήματα σε όσους τους αφιερώνει χρόνο. «Αυτό ισχύει κυρίως στους νεότερους θεατές γιατί σχετίζεται περισσότερο με τα graphic novels. Είναι ίσως πιο ανοιχτοί σε μια άλλη μορφή αφήγησης ή στα κινούμενα σχέδια καθαρά κι απλά. Κάτι τέτοιο είχε ειπωθεί στο φεστιβάλ του Ανεσί πριν από χρόνια, όταν η κολομβιανή σειρά “Sabogal” που ασχολείται με τα πιο βίαια χρόνια στη χώρα, έκανε μια σειρά κινουμένων σχεδίων επειδή συνειδητοποίησαν ότι οι νεότεροι άνθρωποι θα μάθαιναν περισσότερα για την ιστορία τους μέσα από αυτά παρά από μια αντίστοιχη δουλειά ζωντανής δράσης. Αυτό εμένα πραγματικά μου άνοιξε τα μάτια. Η κουλτούρα των κόμικ είναι πολύ πιο βαθιά ριζωμένη στους νεότερους οπότε τα κινούμενα σχέδια είναι το φυσικό επόμενο βήμα», καταλήγει.
Πνευματικό Κέντρο Ερμούπολης
Πιάτα με σαντουιτσάκια, σφολιατοειδή και καλαμάκια με ντοματίνια και μοτσαρέλα από τον μπουφέ του Διεθνούς Φεστιβάλ Animation Animasyros
Source link